11:45 | 10/12/13
H ιστορική συμφωνία Ιράν- Δύσης που υπεγράφη στην Γενεύη για το πυρηνικό πρόγραμμα αποτελεί ένα πρώτο βήμα και το «κλειδί» για να ανοίξουν και πάλι οι διεθνείς αγορές για εξαγωγές πετρελαίου...
Μια συμφωνία που αφορά άμεσα και την Ελλάδα, η οποία πριν επιβληθεί το εμπάργκο στην Τεχεράνη, προμηθευόταν κατά μέσο όρο 100.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως από το Ιράν, αριθμός που αντιστοιχεί στο 1/ 3 των ελληνικών εισαγωγών.
Ανοίγει τον δρόμο ταυτόχρονα και στις δύο μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρίες στην χώρα μας, στην Motor Oil του ομίλου Βαρδινογιάννη και στα ΕΛΠE, για να «επαναλάβουν» την προμήθεια από το Ιράν, η οποία έχει διακοπεί εντελώς από τον Απρίλιο του 2012, οπότε ανακοινώθηκαν οι σχετικοί περιορισμοί από την EE και τις HΠA, που επισήμως ξεκίνησαν να ισχύουν από τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου.
Βέβαια, όπως δήλωσε και ο διευθύνων σύμβουλος της Motor Oil, Π. Τζαννετάκης, το αν η τιμή θα είναι φθηνή εξαρτάται από δύο ακόμη παράγοντες: Την παραγωγή του OΠEK, αλλά και τους όρους πώλησης με τους οποίους θα ξαναμπεί στην αγορά το Ιράν.
Tα δύο εγχώρια διυλιστήρια στο πρότερο του εμπάργκο διάστημα, λάμβαναν από την Τεχεράνη ποσότητες της τάξεως των 113.000 βαρελιών την ημέρα, το οποίο αντιστοιχεί στο 22% με 25% της συνολικής εξαγωγικής του δραστηριότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή στο 30% με 35% της ημερήσιας δυναμικότητας διύλισης. Tόσο για τη Motor Oil, όσο και για τα ΕΛΠE το ιρανικό πετρέλαιο είχε καλύτερους όρους πληρωμών, ενώ μια εκ νέου συνεργασία με την Τεχεράνη, όταν σταδιακά αρθούν οι περιορισμοί, σηματοδοτεί και μια ακόμη επιλογή για τις δύο εταιρίες στην γκάμα των διαθέσιμων παραγωγών.
Μετά την επιβολή του εμπάργκο οι εταιρίες είχαν στραφεί σε άλλες χώρες για να τροφοδοτούνται με αργό και κυρίως προς την Ρωσία, τη Λιβύη, το Kαζακστάν, την Σαουδική Aραβία κ.α. με τη «μερίδα του λέοντος» να αποσπούν οι Pώσοι, ενώ μέχρι πρότινος το Iράν αποτελούσε μία από τις βασικές επιλογές τους.
«Παρενέργειες»
H ισχύς των απαγορεύσεων που είχε επιβάλει η EE σήμανε για τα EΛΠE και τη Motor Oil τον αναπροσανατολισμό της εμπορικής τους πολιτικής, αλλά και «παρενέργειες» στις σχέσεις τους με το Iράν λόγω αντικειμενικής αδυναμίας των εταιριών να εξοφλήσουν τις οφειλές τους για τις προμήθειες ιρανικού πετρελαίου το προηγούμενο διάστημα.
Oι οφειλές αυτές ανέρχονταν, σύμφωνα με πληροφορίες, σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ και παρέμεναν ανεξόφλητες λόγω της άρνησης του διεθνούς τραπεζικού συστήματος να διεκπεραιώσει την πληρωμή, εν ονόματι των επαπειλούμενων κυρώσεων είτε από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε από την πλευρά των Αμερικανών, προς κάθε εταιρία που συναλλάσσεται με ιρανικές τράπεζες και κυβερνητικές εταιρίες της χώρας για πετρελαϊκά προϊόντα.
Πηγή των ΕΛΠE τον Απρίλιο του 2012 δήλωνε στο Reuters χαρακτηριστικά πως «χρησιμοποιούσαμε συνέχεια μια τουρκική τράπεζα, αλλά έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε και μια ευρωπαϊκή για να πραγματοποιήσουμε τις συναλλαγές μας και να κάνουμε την πληρωμή από την ελληνική μας τράπεζα στην τουρκική και οι ευρωπαϊκές τράπεζες αρνούνταν να κάνουν αυτό».
Ανάλογες δυσκολίες στις συναλλαγές με το καθεστώς αντιμετώπιζε και η Motor Oil του ομίλου Βαρδινογιάννη με αποτέλεσμα τελικά να διακοπεί η τροφοδότηση και των δύο με πετρέλαιο από το Ιράν. Μάλιστα, είχαν ενημερώσει την Κρατική Εταιρία Πετρελαίου του Ιράν (NIOC) ότι αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις των σχετικών συμβολαίων που είχαν υπογράψει, καθώς αυτό οφειλόταν σε «νομικές περιστάσεις, πέρα από τον έλεγχό τους».
H σταδιακή «απελευθέρωση» του ιρανικού πετρελαίου προς τις διεθνείς αγορές μετά την συμφωνία της Γενεύης, θα σηματοδοτήσει ταυτόχρονα και τις απρόσκοπτες οικονομικές συναλλαγές των δύο πλευρών. Πάντως, η σημασία για την Ελλάδα της συμφωνίας Ιράν- Δύσης διαφαίνεται και από το γεγονός ότι τις ίδιες σχεδόν ημέρες βρέθηκε στην Τεχεράνη ο πρέσβης Δ. Παρασκευόπουλος και στα πλαίσια των επαφών που είχε, έγιναν και συζητήσεις για το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν και πάλι οι εισαγωγές από την Ελλάδα.
Μετά την συμφωνία, οι τιμές του πετρελαίου έφτασαν στα 110 δολ. το βαρέλι, καθώς οι επενδυτές συνειδητοποίησαν ότι το ιρανικό πετρέλαιο δεν θα «πλημμυρίσει» τις αγορές σύντομα.
Ανοίγουν οι δουλειές για τα τάνκερ – Κέρδη και για τους εφοπλιστές
Κερδισμένοι από την σταδιακή άρση του εμπάργκο στο Ιράν αναμένεται να είναι και οι εφοπλιστές και κυρίως εκείνοι που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των πολύ μεγάλων δεξαμενόπλοιων (VLCCs), σύμφωνα με τους διεθνείς αναλυτές. H συμφωνία της Γενεύης σημαίνει πως θα «απελευθερωθούν» 4,2 δισ. δολ. από τις πωλήσεις ιρανικού πετρελαίου, ποσό που είναι «παγωμένο» στους λογαριασμούς και άλλο 1 δισ. από τις πωλήσεις πετρελαϊκών προϊόντων.
Όπως υποστηρίζουν οι ναυλομεσίτες των τάνκερ, μία πλήρης εφαρμογή της συμφωνίας Ιράν- HΠA και η διευκόλυνση των εξαγωγών ιρανικού πετρελαίου θα «απελευθερώσει» στην παγκόσμια ναυτιλιακή αγορά τουλάχιστον 16 VLCCs, τα οποία χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση και μεταφορά του. O οίκος Platou εκτιμά πως αν η Τεχεράνη ήταν σε θέση να αυξήσει τις εξαγωγές της κατά 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα επιπλέον, τότε θα χρειάζονταν 25 VLCCs σε ετήσια βάση για την συγκεκριμένη δουλειά.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης, πως διεθνείς πετρελαϊκοί κολοσσοί, όπως η Total, η Chevron και η Shell «βιάζονται» να επιστρέψουν στην συνεργασία τους με το Ιράν. Είναι επίσης, γνωστό ότι αυτές οι εταιρίες έχουν συμβάσεις ναύλωσης πλοίων και με πολλούς Έλληνες εφοπλιστές.
Πηγή: dealnews.gr
Μια συμφωνία που αφορά άμεσα και την Ελλάδα, η οποία πριν επιβληθεί το εμπάργκο στην Τεχεράνη, προμηθευόταν κατά μέσο όρο 100.000 βαρέλια πετρελαίου ημερησίως από το Ιράν, αριθμός που αντιστοιχεί στο 1/ 3 των ελληνικών εισαγωγών.
Ανοίγει τον δρόμο ταυτόχρονα και στις δύο μεγαλύτερες πετρελαϊκές εταιρίες στην χώρα μας, στην Motor Oil του ομίλου Βαρδινογιάννη και στα ΕΛΠE, για να «επαναλάβουν» την προμήθεια από το Ιράν, η οποία έχει διακοπεί εντελώς από τον Απρίλιο του 2012, οπότε ανακοινώθηκαν οι σχετικοί περιορισμοί από την EE και τις HΠA, που επισήμως ξεκίνησαν να ισχύουν από τον Ιούλιο του ίδιου χρόνου.
Βέβαια, όπως δήλωσε και ο διευθύνων σύμβουλος της Motor Oil, Π. Τζαννετάκης, το αν η τιμή θα είναι φθηνή εξαρτάται από δύο ακόμη παράγοντες: Την παραγωγή του OΠEK, αλλά και τους όρους πώλησης με τους οποίους θα ξαναμπεί στην αγορά το Ιράν.
Tα δύο εγχώρια διυλιστήρια στο πρότερο του εμπάργκο διάστημα, λάμβαναν από την Τεχεράνη ποσότητες της τάξεως των 113.000 βαρελιών την ημέρα, το οποίο αντιστοιχεί στο 22% με 25% της συνολικής εξαγωγικής του δραστηριότητας στην Ευρωπαϊκή Ένωση ή στο 30% με 35% της ημερήσιας δυναμικότητας διύλισης. Tόσο για τη Motor Oil, όσο και για τα ΕΛΠE το ιρανικό πετρέλαιο είχε καλύτερους όρους πληρωμών, ενώ μια εκ νέου συνεργασία με την Τεχεράνη, όταν σταδιακά αρθούν οι περιορισμοί, σηματοδοτεί και μια ακόμη επιλογή για τις δύο εταιρίες στην γκάμα των διαθέσιμων παραγωγών.
Μετά την επιβολή του εμπάργκο οι εταιρίες είχαν στραφεί σε άλλες χώρες για να τροφοδοτούνται με αργό και κυρίως προς την Ρωσία, τη Λιβύη, το Kαζακστάν, την Σαουδική Aραβία κ.α. με τη «μερίδα του λέοντος» να αποσπούν οι Pώσοι, ενώ μέχρι πρότινος το Iράν αποτελούσε μία από τις βασικές επιλογές τους.
«Παρενέργειες»
H ισχύς των απαγορεύσεων που είχε επιβάλει η EE σήμανε για τα EΛΠE και τη Motor Oil τον αναπροσανατολισμό της εμπορικής τους πολιτικής, αλλά και «παρενέργειες» στις σχέσεις τους με το Iράν λόγω αντικειμενικής αδυναμίας των εταιριών να εξοφλήσουν τις οφειλές τους για τις προμήθειες ιρανικού πετρελαίου το προηγούμενο διάστημα.
Oι οφειλές αυτές ανέρχονταν, σύμφωνα με πληροφορίες, σε εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ και παρέμεναν ανεξόφλητες λόγω της άρνησης του διεθνούς τραπεζικού συστήματος να διεκπεραιώσει την πληρωμή, εν ονόματι των επαπειλούμενων κυρώσεων είτε από την πλευρά της Ευρωπαϊκής Ένωσης, είτε από την πλευρά των Αμερικανών, προς κάθε εταιρία που συναλλάσσεται με ιρανικές τράπεζες και κυβερνητικές εταιρίες της χώρας για πετρελαϊκά προϊόντα.
Πηγή των ΕΛΠE τον Απρίλιο του 2012 δήλωνε στο Reuters χαρακτηριστικά πως «χρησιμοποιούσαμε συνέχεια μια τουρκική τράπεζα, αλλά έπρεπε να χρησιμοποιήσουμε και μια ευρωπαϊκή για να πραγματοποιήσουμε τις συναλλαγές μας και να κάνουμε την πληρωμή από την ελληνική μας τράπεζα στην τουρκική και οι ευρωπαϊκές τράπεζες αρνούνταν να κάνουν αυτό».
Ανάλογες δυσκολίες στις συναλλαγές με το καθεστώς αντιμετώπιζε και η Motor Oil του ομίλου Βαρδινογιάννη με αποτέλεσμα τελικά να διακοπεί η τροφοδότηση και των δύο με πετρέλαιο από το Ιράν. Μάλιστα, είχαν ενημερώσει την Κρατική Εταιρία Πετρελαίου του Ιράν (NIOC) ότι αδυνατούν να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις των σχετικών συμβολαίων που είχαν υπογράψει, καθώς αυτό οφειλόταν σε «νομικές περιστάσεις, πέρα από τον έλεγχό τους».
H σταδιακή «απελευθέρωση» του ιρανικού πετρελαίου προς τις διεθνείς αγορές μετά την συμφωνία της Γενεύης, θα σηματοδοτήσει ταυτόχρονα και τις απρόσκοπτες οικονομικές συναλλαγές των δύο πλευρών. Πάντως, η σημασία για την Ελλάδα της συμφωνίας Ιράν- Δύσης διαφαίνεται και από το γεγονός ότι τις ίδιες σχεδόν ημέρες βρέθηκε στην Τεχεράνη ο πρέσβης Δ. Παρασκευόπουλος και στα πλαίσια των επαφών που είχε, έγιναν και συζητήσεις για το ενδεχόμενο να ξεκινήσουν και πάλι οι εισαγωγές από την Ελλάδα.
Μετά την συμφωνία, οι τιμές του πετρελαίου έφτασαν στα 110 δολ. το βαρέλι, καθώς οι επενδυτές συνειδητοποίησαν ότι το ιρανικό πετρέλαιο δεν θα «πλημμυρίσει» τις αγορές σύντομα.
Ανοίγουν οι δουλειές για τα τάνκερ – Κέρδη και για τους εφοπλιστές
Κερδισμένοι από την σταδιακή άρση του εμπάργκο στο Ιράν αναμένεται να είναι και οι εφοπλιστές και κυρίως εκείνοι που δραστηριοποιούνται στον κλάδο των πολύ μεγάλων δεξαμενόπλοιων (VLCCs), σύμφωνα με τους διεθνείς αναλυτές. H συμφωνία της Γενεύης σημαίνει πως θα «απελευθερωθούν» 4,2 δισ. δολ. από τις πωλήσεις ιρανικού πετρελαίου, ποσό που είναι «παγωμένο» στους λογαριασμούς και άλλο 1 δισ. από τις πωλήσεις πετρελαϊκών προϊόντων.
Όπως υποστηρίζουν οι ναυλομεσίτες των τάνκερ, μία πλήρης εφαρμογή της συμφωνίας Ιράν- HΠA και η διευκόλυνση των εξαγωγών ιρανικού πετρελαίου θα «απελευθερώσει» στην παγκόσμια ναυτιλιακή αγορά τουλάχιστον 16 VLCCs, τα οποία χρησιμοποιούνται για την αποθήκευση και μεταφορά του. O οίκος Platou εκτιμά πως αν η Τεχεράνη ήταν σε θέση να αυξήσει τις εξαγωγές της κατά 1 εκατ. βαρέλια την ημέρα επιπλέον, τότε θα χρειάζονταν 25 VLCCs σε ετήσια βάση για την συγκεκριμένη δουλειά.
Χαρακτηριστικό είναι επίσης, πως διεθνείς πετρελαϊκοί κολοσσοί, όπως η Total, η Chevron και η Shell «βιάζονται» να επιστρέψουν στην συνεργασία τους με το Ιράν. Είναι επίσης, γνωστό ότι αυτές οι εταιρίες έχουν συμβάσεις ναύλωσης πλοίων και με πολλούς Έλληνες εφοπλιστές.
Πηγή: dealnews.gr
Σχετικά άρθρα