20:50 | 13/12/13
Αποκαλυπτική έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τις συνθήκες διαβίωσης στη χώρα...
Στην 6η χειρότερη θέση βρίσκεται η Ελλάδα, μεταξύ 30 ευρωπαϊκών χωρών, όσον αφορά στις συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών, όπως προκύπτει από έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ.
Η στατιστική Αρχή, έδωσε στη δημοσιότητα έκθεση με τους δείκτες συνθηκών διαβίωσης του πληθυσμού της χώρας. Τα δεδομένα προέκυψαν από δειγματοληπτική έρευνα του έτους 2012.
Όπως διαπιστώνει η Αρχή, «η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών δεν αφορά μόνο το φτωχό πληθυσμό αλλά και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού». Εν προκειμένω, το 76,3% του φτωχού πληθυσμού και το 30,8% του μη φτωχού, δηλώνει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες, ύψους περίπου 540 ευρώ.
Τόσο ο φτωχός πληθυσμός, όσο και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού, έχει πλέον δυσκολία για μία εβδομάδα διακοπών ετησίως, για γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι- ή ισοδύναμο για χορτοφάγους- κάθε δεύτερη ημέρα, για επαρκή θέρμανση της κατοικίας, για αγορές διαρκών αγαθών (όπως πλυντήριο ρούχων, έγχρωμη ΤV, τηλέφωνο, κινητό τηλέφωνο ή αυτοκίνητο), για αποπληρωμή δανείων ή αγορών με δόσεις και για πληρωμή πάγιων λογαριασμών.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 19,5% του πληθυσμού αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να στερείται τουλάχιστον 4 από τις 9 κατηγορίες των βασικών αγαθών και υπηρεσιών. Το ποσοστό αυτό ανερχόταν σε 15,2% το 2011, σε 11,6% το 2010, σε 11% το 2009 και σε 11,2% το 2008.
Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα βρέθηκε στην 6η χειρότερη θέση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μετά τη Βουλγαρία (44,1%), τη Ρουμανία (29,9%), τη Λετονία (26%), την Ουγγαρία (25,7%) και τη Λιθουανία (19,8%). Στην καλύτερη θέση μεταξύ των 30 χωρών, βρίσκεται η Ελβετία (0,8%).
Από την ανάλυση των στοιχείων της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτουν τα εξής:
- Ο πληθυσμός που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να στερείται τουλάχιστον 4 από τις 9 κατηγορίες των βασικών αγαθών και υπηρεσιών είναι:
- Τα νοικοκυριά που αντιμετωπίζουν ελλείψεις βασικών ανέσεων στην κύρια κατοικία κατατάσσονται σε καθεστώς ιδιοκτησίας, ως εξής:
- Το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιεί σε κατοικία με στενότητα χώρου, ανέρχεται σε:
- Τα νοικοκυριά που δηλώνουν ότι επιβαρύνονται από το κόστος στέγασης, ανέρχονται σε:
- Το 50,3% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 2,9%.
- Το 76,3% του φτωχού πληθυσμού και το 30,8% του μη φτωχού δηλώνει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες, ύψους περίπου 540 ευρώ.
- Περιβαλλοντικά προβλήματα από παρακείμενη βιομηχανία ή προβλήματα από την κυκλοφορία αυτοκινήτων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει το 26,4% του συνολικού πληθυσμού, ενώ ποσοστό 19,8% του ίδιου πληθυσμού αναφέρει ως πρόβλημα τους βανδαλισμούς και την εγκληματικότητα στην περιοχή του.
- Το ποσοστό του συνολικού πληθυσμού που δηλώνει οικονομική αδυναμία να έχει ικανοποιητική θέρμανση ανέρχεται σε 26,7% το 2012 -από 16,4% το 2008-, ενώ αντίστοιχα για το φτωχό πληθυσμό είναι 47,6% το 2012 (από 33% το 2008) και για το μη φτωχό πληθυσμό 20,8% το 2012 (από 12,1% το 2008). Το 35,7% του μη φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι επιβαρύνεται πάρα πολύ από τις συνολικές δαπάνες στέγασης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το φτωχό πληθυσμό εκτιμάται σε 62,6%.
- Το 40,3% του πληθυσμού που έχει λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων.
- Το 51,1% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει δυσκολία στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών εγκαίρως, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, κ.λπ..
- Το 55,5% του φτωχού πληθυσμού αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του.
- Το ελάχιστο μέσο, καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας ανέρχεται, κατά δήλωσή τους, σε 1.940 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.677 ευρώ, ενώ τα μη φτωχά νοικοκυριά 2.014 ευρώ.
- Το 21% του φτωχού πληθυσμού, το 9,8% του μη φτωχού πληθυσμού και το 12,3% του συνολικού πληθυσμού δεν διαθέτουν ένα τουλάχιστον ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο, ενώ το 16% των φτωχών νοικοκυριών, το 7,5% των μη φτωχών και το 9,4% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διαθέτουν προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και τον χρειάζονται, λόγω οικονομικής αδυναμίας.
-Χειρότερες, τέλος, είναι οι συνθήκες για τις γυναίκες (16,3% ηλικίας 65 ετών και άνω), σε σύγκριση με τους άνδρες (11,8% ηλικίας 65 ετών και άνω).
Ολόκληρη την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ μπορείτε να τη διαβάσετε στο site της Αρχής.
Στην 6η χειρότερη θέση βρίσκεται η Ελλάδα, μεταξύ 30 ευρωπαϊκών χωρών, όσον αφορά στις συνθήκες διαβίωσης των νοικοκυριών, όπως προκύπτει από έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ.
Η στατιστική Αρχή, έδωσε στη δημοσιότητα έκθεση με τους δείκτες συνθηκών διαβίωσης του πληθυσμού της χώρας. Τα δεδομένα προέκυψαν από δειγματοληπτική έρευνα του έτους 2012.
Όπως διαπιστώνει η Αρχή, «η στέρηση βασικών αγαθών και υπηρεσιών δεν αφορά μόνο το φτωχό πληθυσμό αλλά και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού». Εν προκειμένω, το 76,3% του φτωχού πληθυσμού και το 30,8% του μη φτωχού, δηλώνει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες, ύψους περίπου 540 ευρώ.
Τόσο ο φτωχός πληθυσμός, όσο και μέρος του μη φτωχού πληθυσμού, έχει πλέον δυσκολία για μία εβδομάδα διακοπών ετησίως, για γεύμα με κρέας, κοτόπουλο ή ψάρι- ή ισοδύναμο για χορτοφάγους- κάθε δεύτερη ημέρα, για επαρκή θέρμανση της κατοικίας, για αγορές διαρκών αγαθών (όπως πλυντήριο ρούχων, έγχρωμη ΤV, τηλέφωνο, κινητό τηλέφωνο ή αυτοκίνητο), για αποπληρωμή δανείων ή αγορών με δόσεις και για πληρωμή πάγιων λογαριασμών.
Σύμφωνα με την έρευνα, το 19,5% του πληθυσμού αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να στερείται τουλάχιστον 4 από τις 9 κατηγορίες των βασικών αγαθών και υπηρεσιών. Το ποσοστό αυτό ανερχόταν σε 15,2% το 2011, σε 11,6% το 2010, σε 11% το 2009 και σε 11,2% το 2008.
Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα βρέθηκε στην 6η χειρότερη θέση σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, μετά τη Βουλγαρία (44,1%), τη Ρουμανία (29,9%), τη Λετονία (26%), την Ουγγαρία (25,7%) και τη Λιθουανία (19,8%). Στην καλύτερη θέση μεταξύ των 30 χωρών, βρίσκεται η Ελβετία (0,8%).
Από την ανάλυση των στοιχείων της έρευνας της ΕΛΣΤΑΤ, προκύπτουν τα εξής:
- Ο πληθυσμός που αντιμετωπίζει οικονομικές δυσκολίες με αποτέλεσμα να στερείται τουλάχιστον 4 από τις 9 κατηγορίες των βασικών αγαθών και υπηρεσιών είναι:
- 20,9% των παιδιών ηλικίας κάτω των 18 ετών.
- 34,7% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 59 ετών που έχει ολοκληρώσει την πρωτοβάθμια εκπαίδευση.
- 20,7% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 64 ετών.
- 8,6% του πληθυσμού ηλικίας 18 έως 59 ετών που έχει ολοκληρώσει την τριτοβάθμια εκπαίδευση.
- 14,3% του πληθυσμού ηλικίας 65 ετών και άνω.
- 3,6% των νοικοκυριών με ιδιόκτητη κατοικία και με οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο, υποθήκη, κ.λπ.).
- 6,3% των νοικοκυριών με ιδιόκτητη κατοικία χωρίς οικονομικές υποχρεώσεις (δάνειο, υποθήκη, κ.λπ.).
- 9,9% σε ενοικιασμένη κατοικία.
- 26,5% για το σύνολο του πληθυσμού.
- 22,7% για τον μη φτωχό πληθυσμό.
- 39,4% για τον φτωχό πληθυσμό.
- 33,1% για το σύνολο του πληθυσμού.
- 15,8% για τον μη φτωχό πληθυσμό.
- 90,5% για τον φτωχό πληθυσμό.
- Το 76,3% του φτωχού πληθυσμού και το 30,8% του μη φτωχού δηλώνει οικονομική δυσκολία να αντιμετωπίσει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες, ύψους περίπου 540 ευρώ.
- Περιβαλλοντικά προβλήματα από παρακείμενη βιομηχανία ή προβλήματα από την κυκλοφορία αυτοκινήτων δηλώνει ότι αντιμετωπίζει το 26,4% του συνολικού πληθυσμού, ενώ ποσοστό 19,8% του ίδιου πληθυσμού αναφέρει ως πρόβλημα τους βανδαλισμούς και την εγκληματικότητα στην περιοχή του.
- Το ποσοστό του συνολικού πληθυσμού που δηλώνει οικονομική αδυναμία να έχει ικανοποιητική θέρμανση ανέρχεται σε 26,7% το 2012 -από 16,4% το 2008-, ενώ αντίστοιχα για το φτωχό πληθυσμό είναι 47,6% το 2012 (από 33% το 2008) και για το μη φτωχό πληθυσμό 20,8% το 2012 (από 12,1% το 2008). Το 35,7% του μη φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι επιβαρύνεται πάρα πολύ από τις συνολικές δαπάνες στέγασης, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για το φτωχό πληθυσμό εκτιμάται σε 62,6%.
- Το 40,3% του πληθυσμού που έχει λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων.
- Το 51,1% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει δυσκολία στην πληρωμή πάγιων λογαριασμών εγκαίρως, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, κ.λπ..
- Το 55,5% του φτωχού πληθυσμού αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του.
- Το ελάχιστο μέσο, καθαρό μηνιαίο εισόδημα για την αντιμετώπιση των αναγκών των νοικοκυριών της χώρας ανέρχεται, κατά δήλωσή τους, σε 1.940 ευρώ. Τα φτωχά νοικοκυριά χρειάζονται 1.677 ευρώ, ενώ τα μη φτωχά νοικοκυριά 2.014 ευρώ.
- Το 21% του φτωχού πληθυσμού, το 9,8% του μη φτωχού πληθυσμού και το 12,3% του συνολικού πληθυσμού δεν διαθέτουν ένα τουλάχιστον ΙΧ επιβατηγό αυτοκίνητο, ενώ το 16% των φτωχών νοικοκυριών, το 7,5% των μη φτωχών και το 9,4% του συνόλου των νοικοκυριών δεν διαθέτουν προσωπικό ηλεκτρονικό υπολογιστή, αν και τον χρειάζονται, λόγω οικονομικής αδυναμίας.
-Χειρότερες, τέλος, είναι οι συνθήκες για τις γυναίκες (16,3% ηλικίας 65 ετών και άνω), σε σύγκριση με τους άνδρες (11,8% ηλικίας 65 ετών και άνω).
Ολόκληρη την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ μπορείτε να τη διαβάσετε στο site της Αρχής.
Σχετικές ετικέτες:Ελλάδα
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων