00:07 | 13/3/14
Συνεντεύξεις των Eρικ Νταβίντ και Πιερ Ντ Αρζάν για τις αντίθετες απόψεις στο ζήτημα των επανορθώσεων...
Δισέλιδο αφιέρωμα στο ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων στην Ελλάδα υπό τον τίτλο: «Είναι λογικό να απαιτούνται πολεμικές αποζημιώσεις, 70 χρόνια με το τέλος μίας σύρραξης;» δημοσιεύει στο σημερινό φύλλο της η βελγική εφημεριδα La Libre Belgique.
Πρόκειται για δύο συνεντεύξεις: μια του Eρικ Νταβίντ, καθηγητή Διεθνούς Δικαίου του Κέντρου Διεθνούς Δικαίου του Ελεύθερου Πανεπιστημίου των Βρυξελλών και μια του Πιερ Ντ Αρζάν, Καθηγητή Διεθνούς Δικαίου του Καθολικού Πανεπιστημίου της Λουβαίν, που αντιπαραθέτουν τις αντίθετες επί του θέματος απόψεις τους.
Ειδικότερα, ο Eρικ Νταβίντ εκτιμά ότι «σε ηθικό και πολιτικό επίπεδο, το αίτημα αποζημίωσης της Ελλάδας σήμερα, στη Γερμανία, είναι δίκαιο. Ο χρόνος που πέρασε δεν μπορεί να δικαιολογήσει την άρνηση μίας οδύνης που παραμένει ζωντανή. Αλλά η αποζημίωση δεν πρέπει υποχρεωτικά να λάβει μία χρηματική μορφή. Μπορεί επίσης να είναι ηθική, όπως μία πράξη μετάνοιας, συγνώμης ή κατασκευής χώρων μνήμης».
Το κείμενο της συνέντευξης είναι σε γενικές γραμμές το εξής:
ΕΡ. Έχει νόημα να ζητάς, όπως κάνει η Ελλάδα αποζημιώσεις πολέμου, 70 χρόνια μετά από το τέλος μίας σύρραξης;
ΑΠ. Ας εξετάσουμε τα πράγματα σε νομικό επίπεδο και σε ηθικό. Νομικά, οι Σύμμαχοι και η Γερμανία, υπέγραψαν το 1953, μία Συνθήκη για την τακτοποίηση του προβλήματος των Γερμανικών χρεών. Είναι λοιπόν δύσκολο να επανέλθει κανείς σε αυτή τη συμφωνία, την οποία η Ελλάδα δέχτηκε... Τα πράγματα όμως, σε επίπεδο ηθικό και πολιτικό είναι διαφορετικά... Είναι πολλές φορές δύσκολο να διορθώσεις μία ζημιά, κυρίως όταν πρόκειται για ζημιά που υπέστησαν άτομα στη σάρκα τους και στη ζωή τους. Αυτές οι ζημίες φαίνονται εξ ορισμού οριστικές. Δεν μπορούμε να αναστήσουμε άτομα, να τους επιστρέψουμε το χρόνο ζωής τους σε κρατητήρια ή ένα χαμένο μέλος του σώματός τους.
Το ζήτημα είναι να βρεις μία ελάχιστη αποζημίωση, που να φέρνει ανακούφιση στην απελπισία των θυμάτων. Αν δεν ανταποκρίθηκαν επαρκώς το 1953, αν οι πληγές δεν έκλεισαν, το αίτημα αποζημίωσης της Ελλάδας σήμερα στη Γερμανία είναι δίκαιο. Σε αυτό το επίπεδο, το πέρας του χρόνου δεν μπορεί να δικαιολογήσει την άρνηση συνειδητοποίησης μίας οδύνης που παραμένει ζωντανή. Εκτός εξάλλου από το τομέα της ηθικής, της φιλοσοφίας ή της πολιτικής, αν επιστρέψουμε στο νομικό τομέα, τα εγκλήματα πολέμου και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν παραγράφονται.
ΕΡ. Πως μπορεί να υπολογιστεί μία παρόμοια αποζημίωση;
ΑΠ. Είναι πολύ δύσκολο. Η αποζημίωση δεν πρέπει απαραιτήτως να παραμένει μόνο χρηματική. Μπορεί επίσης να είναι ηθική όπως μία πράξη μετάνοιας ή συγνώμης. Πως όμως να απαντήσεις στις φρικαλεότητες της ιστορίας, στο απόλυτο κακό που αντιπροσώπευσε ο δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος; Είναι αδύνατο. Πρέπει όμως να το προσπαθήσει κανείς, με το να δεχτεί αποζημιώσεις που θα είναι πάντα ατελείς.
ΕΡ. Μαζί με την Ελλάδα, η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης ζητάει επίσης αποζημιώσεις από τη Γερμανία. Είναι πιο βάσιμο αίτημα;
ΑΠ. Ναι, αν ο πόνος των θυμάτων δεν έλαβε σωστή απάντηση, σύμφωνα με αυτή την κοινότητα. Η αποζημίωση μπορεί να ληφθεί διά της ποινικής δίωξης των ενόχων, αλλά τελικά και με συμβολικές πράξεις, όπως η ίδρυση τόπων μνήμης.
Από την άλλη ο Πιερ Ντ Αρζαν αναφέρει τα εξής:
«Από το 1945, η Γερμανία πλήρωσε τεράστιες αποζημιώσεις στα θύματα των Ναζί, ακόμη και αν η ολοκληρωτική αποζημίωση είναι αδύνατη. Το θέμα των αποζημιώσεων δεν μπορεί να εκτείνετε αιωνίως».
Απαντώντας εξάλλου στο ερώτημα, αν είναι ακόμη ορθολογικό να απαιτούνται πολεμικές αποζημιώσεις , πολλές δεκαετίες μετά από το τέλος μίας σύρραξης επισημαίνει τα κάτωθι:
«Πρέπει να γνωρίζετε ότι δεν υπήρξε ξεκάθαρη και τελική τακτοποίηση αυτού του ζητήματος. αλλά μόνο μερική. Κάποιες διμερείς συμφωνίες υπεγράφησαν στο τέλος του πολέμου ανάμεσα στη Γερμανία και τις χώρες υπό την κατοχή της. Αφορούσαν τα θύματα των Ναζί. Αποζημιώσεις από Κράτος προς Κράτος έγιναν, με μεταφορά πλούτου από τη Γερμανία προς τις χώρες που την πολέμησαν. Από το 1945 ως το 1947, διαλύθηκαν γερμανικά εργοστάσια και μεταφέρθηκαν σε γειτονικές χώρες. Αλλά αυτές οι αποζημιώσεις σταμάτησαν με την αρχή του ψυχρού πολέμου. Το ζήτημα της οριστικής τακτοποίησης των αποζημιώσεων εξαφανίστηκε εκείνη τη στιγμή.
Δισέλιδο αφιέρωμα στο ζήτημα των γερμανικών αποζημιώσεων στην Ελλάδα υπό τον τίτλο: «Είναι λογικό να απαιτούνται πολεμικές αποζημιώσεις, 70 χρόνια με το τέλος μίας σύρραξης;» δημοσιεύει στο σημερινό φύλλο της η βελγική εφημεριδα La Libre Belgique.
Πρόκειται για δύο συνεντεύξεις: μια του Eρικ Νταβίντ, καθηγητή Διεθνούς Δικαίου του Κέντρου Διεθνούς Δικαίου του Ελεύθερου Πανεπιστημίου των Βρυξελλών και μια του Πιερ Ντ Αρζάν, Καθηγητή Διεθνούς Δικαίου του Καθολικού Πανεπιστημίου της Λουβαίν, που αντιπαραθέτουν τις αντίθετες επί του θέματος απόψεις τους.
Ειδικότερα, ο Eρικ Νταβίντ εκτιμά ότι «σε ηθικό και πολιτικό επίπεδο, το αίτημα αποζημίωσης της Ελλάδας σήμερα, στη Γερμανία, είναι δίκαιο. Ο χρόνος που πέρασε δεν μπορεί να δικαιολογήσει την άρνηση μίας οδύνης που παραμένει ζωντανή. Αλλά η αποζημίωση δεν πρέπει υποχρεωτικά να λάβει μία χρηματική μορφή. Μπορεί επίσης να είναι ηθική, όπως μία πράξη μετάνοιας, συγνώμης ή κατασκευής χώρων μνήμης».
Το κείμενο της συνέντευξης είναι σε γενικές γραμμές το εξής:
ΕΡ. Έχει νόημα να ζητάς, όπως κάνει η Ελλάδα αποζημιώσεις πολέμου, 70 χρόνια μετά από το τέλος μίας σύρραξης;
ΑΠ. Ας εξετάσουμε τα πράγματα σε νομικό επίπεδο και σε ηθικό. Νομικά, οι Σύμμαχοι και η Γερμανία, υπέγραψαν το 1953, μία Συνθήκη για την τακτοποίηση του προβλήματος των Γερμανικών χρεών. Είναι λοιπόν δύσκολο να επανέλθει κανείς σε αυτή τη συμφωνία, την οποία η Ελλάδα δέχτηκε... Τα πράγματα όμως, σε επίπεδο ηθικό και πολιτικό είναι διαφορετικά... Είναι πολλές φορές δύσκολο να διορθώσεις μία ζημιά, κυρίως όταν πρόκειται για ζημιά που υπέστησαν άτομα στη σάρκα τους και στη ζωή τους. Αυτές οι ζημίες φαίνονται εξ ορισμού οριστικές. Δεν μπορούμε να αναστήσουμε άτομα, να τους επιστρέψουμε το χρόνο ζωής τους σε κρατητήρια ή ένα χαμένο μέλος του σώματός τους.
Το ζήτημα είναι να βρεις μία ελάχιστη αποζημίωση, που να φέρνει ανακούφιση στην απελπισία των θυμάτων. Αν δεν ανταποκρίθηκαν επαρκώς το 1953, αν οι πληγές δεν έκλεισαν, το αίτημα αποζημίωσης της Ελλάδας σήμερα στη Γερμανία είναι δίκαιο. Σε αυτό το επίπεδο, το πέρας του χρόνου δεν μπορεί να δικαιολογήσει την άρνηση συνειδητοποίησης μίας οδύνης που παραμένει ζωντανή. Εκτός εξάλλου από το τομέα της ηθικής, της φιλοσοφίας ή της πολιτικής, αν επιστρέψουμε στο νομικό τομέα, τα εγκλήματα πολέμου και τα εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας δεν παραγράφονται.
ΕΡ. Πως μπορεί να υπολογιστεί μία παρόμοια αποζημίωση;
ΑΠ. Είναι πολύ δύσκολο. Η αποζημίωση δεν πρέπει απαραιτήτως να παραμένει μόνο χρηματική. Μπορεί επίσης να είναι ηθική όπως μία πράξη μετάνοιας ή συγνώμης. Πως όμως να απαντήσεις στις φρικαλεότητες της ιστορίας, στο απόλυτο κακό που αντιπροσώπευσε ο δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος; Είναι αδύνατο. Πρέπει όμως να το προσπαθήσει κανείς, με το να δεχτεί αποζημιώσεις που θα είναι πάντα ατελείς.
ΕΡ. Μαζί με την Ελλάδα, η εβραϊκή κοινότητα της Θεσσαλονίκης ζητάει επίσης αποζημιώσεις από τη Γερμανία. Είναι πιο βάσιμο αίτημα;
ΑΠ. Ναι, αν ο πόνος των θυμάτων δεν έλαβε σωστή απάντηση, σύμφωνα με αυτή την κοινότητα. Η αποζημίωση μπορεί να ληφθεί διά της ποινικής δίωξης των ενόχων, αλλά τελικά και με συμβολικές πράξεις, όπως η ίδρυση τόπων μνήμης.
Από την άλλη ο Πιερ Ντ Αρζαν αναφέρει τα εξής:
«Από το 1945, η Γερμανία πλήρωσε τεράστιες αποζημιώσεις στα θύματα των Ναζί, ακόμη και αν η ολοκληρωτική αποζημίωση είναι αδύνατη. Το θέμα των αποζημιώσεων δεν μπορεί να εκτείνετε αιωνίως».
Απαντώντας εξάλλου στο ερώτημα, αν είναι ακόμη ορθολογικό να απαιτούνται πολεμικές αποζημιώσεις , πολλές δεκαετίες μετά από το τέλος μίας σύρραξης επισημαίνει τα κάτωθι:
«Πρέπει να γνωρίζετε ότι δεν υπήρξε ξεκάθαρη και τελική τακτοποίηση αυτού του ζητήματος. αλλά μόνο μερική. Κάποιες διμερείς συμφωνίες υπεγράφησαν στο τέλος του πολέμου ανάμεσα στη Γερμανία και τις χώρες υπό την κατοχή της. Αφορούσαν τα θύματα των Ναζί. Αποζημιώσεις από Κράτος προς Κράτος έγιναν, με μεταφορά πλούτου από τη Γερμανία προς τις χώρες που την πολέμησαν. Από το 1945 ως το 1947, διαλύθηκαν γερμανικά εργοστάσια και μεταφέρθηκαν σε γειτονικές χώρες. Αλλά αυτές οι αποζημιώσεις σταμάτησαν με την αρχή του ψυχρού πολέμου. Το ζήτημα της οριστικής τακτοποίησης των αποζημιώσεων εξαφανίστηκε εκείνη τη στιγμή.
Σχετικές ετικέτες:Ελλάδα
Σχετικά άρθρα