19:57 | 10/4/14
Σε τροχιά ανάπτυξης μπαίνει ξανά η Ελλάδα, καθώς δείχνει ότι ξεπέρασε την οικονομική κρίση...
Τα θετικά μηνύματα για την ελληνική οικονομία στέλνει η PwC, έχοντας στα χέρια της τα αποτελέσματα μίας νέας παγκόσμιας έρευνας για τους διευθύνοντες συμβούλους που παρουσιάστηκε στο Νταβός της Ελβετίας.
Σε παρουσίαση της έρευνας προς τους εκπροσώπους του Τύπου ο Κώστας Μητρόπουλος εντεταλμένος σύμβουλος της PwC τόνισε την ύψιστη ανάγκη της προσέλκυσης νέων επενδύσεων. Διευκρίνισε ότι διαθέτουμε ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε δύο κυρίως τομείς: Αποτελούμε τον 17ο παγκοσμίως τουριστικό προορισμό, ενώ γεωγραφικά αποτελούμε την εμπορική δίοδο μεταξύ Ανατολής και Δύσης. «Οι υποδομές μέσα από συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα μπορούν να κινητοποιήσουν 20 δισ. ευρώ μέχρι το 2020» τόνισε χαρακτηριστικά.
Για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα εμφανίζεται ως πιθανός προορισμός για επιχειρηματικές δραστηριότητες ξένων εταιρειών. Στο ερώτημα προς τους διευθύνοντες συμβούλους των χωρών της Ευρωζώνης «ποιες τρεις χώρες θεωρείτε πιο σημαντικές για την ανάπτυξή σας μέσα στους επόμενους 12 μήνες;» το 4% των απαντήσεων αναφέρει την Ελλάδα, σημειώνοντας αύξηση κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες από το 2012.
«Οι διεθνείς τάσεις δημιουργούν ευκαιρίες για το μέλλον που αν η Ελλάδα εκμεταλλευθεί σωστά, σε συνδυασμό με τα στρατηγικά της πλεονεκτήματα ως χώρα, θα μπορέσει να βρεθεί ανάμεσα στους κερδισμένους στο νέο διεθνές οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται μετά την κρίση. Είναι καιρός πλέον, το επίκεντρο του στρατηγικού σχεδιασμού να μεταφερθεί από την επιβίωση στην ανάπτυξη», τονίζει ο Μάριος Ψάλτης, διευθύνων σύμβουλος της PwC στην Ελλάδα.
Η έρευνα
Σχετικά με την παγκόσμια έρευνα, το σκέλος που αφορά την Ελλάδα δείχνει αναστροφή των προσδοκιών για την οικονομία και τη χώρα, αφού ποσοστό των διευθυνόντων συμβούλων που ανέρχεται στο 67% είναι σίγουροι ότι η ελληνική οικονομία θα εμφανίσει βελτίωση μέσα στα επόμενα τρία χρόνια. Εξίσου αισιόδοξοι (65%) είναι για το μέλλον των επιχειρήσεών τους, καθώς δηλώνουν σίγουροι για τις προοπτικές ανάπτυξης των εσόδων τους τον επόμενο χρόνο. Ακόμη, εκτιμούν ότι οι μειώσεις προσωπικού στον ιδιωτικό τομέα δεν θα συνεχισθούν, ενώ αντίθετα σχεδόν ένας στους τέσσερις δηλώνει ότι το ανθρώπινο δυναμικό της επιχείρησής του θα αυξηθεί.
«Μετά τη δραματική δημοσιονομική προσαρμογή και την συνεπακόλουθη κρίση, η ελληνική οικονομία αρχίζει να εμφανίζει σημάδια βελτίωσης με τις προοπτικές για το μέλλον να φαίνονται μάλλον θετικές. Οι αγορές προσβλέπουν στην ανάκαμψη, όμως, από την άλλη πλευρά οι επιφυλάξεις τους συνεχίζονται, καθώς η καθυστέρηση της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων θέτουν σε κίνδυνο την ανάπτυξη», δηλώνει ο Μ. Ψάλτης.
Φέτος οι διευθύνοντες σύμβουλοι στην Ελλάδα εμφανίζονται λιγότερο ανήσυχοι από τα προηγούμενα τρία χρόνια για τη διαχείριση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημοσίου χρέους από την κυβέρνηση. Ωστόσο, παραμένουν έντονα επιφυλακτικοί απέναντι στις προσπάθειες του κράτους να στηρίξει την ανάπτυξη. Ζητούν άμεσες μεταρρυθμίσεις και τη διασφάλιση της εφαρμογής ενός απλούστερου φορολογικού πλαισίου που θα έχει διάρκεια χρόνου. Και ιδιαιτέρως επισημαίνουν την αναποτελεσματικότητα του κράτους στην εφαρμογή των νόμων και των αποφάσεων της δημόσιας διοίκησης και της δικαιοσύνης.
«Απαιτείται σειρά παρεμβάσεων με σημαντικότερες, την θεσμοθέτηση ενός σταθερού και ελκυστικού φορολογικού πλαισίου, την αναστόχευση του επενδυτικού νόμου και την ενεργοποίηση του τραπεζικού συστήματος στην κατεύθυνση χρηματοδότησης των βιώσιμών και υγιών τουριστικών επιχειρήσεων. Ακόμη σημαντικότερο είναι να κατοχυρωθεί νομικά ή συνταγματικά, ότι το νέο πλαίσιο δεν θα αλλάξει για μία πενταετία. Ο επενδυτικός νόμος πρέπει να στοχεύσει σε νέες ποιοτικότερες επενδύσεις η την αναβάθμιση υφισταμένων ώστε να δημιουργείται όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία», υπογραμμίζει ο κ. Ανδρέας Ανδρεάδης, Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) και συμμετέχων στην έρευνα της PwC.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι στην Ελλάδα ανησυχούν για την ανεπάρκεια των βασικών υποδομών, που είναι απαραίτητες για την προσέλκυση επενδύσεων, ειδικότερα τώρα, που με τις διεθνείς συγκυρίες παρουσιάζονται για την Ελλάδα μεγάλες ευκαιρίες για ανάκαμψη.
Αυτή την περίοδο, οι ενδείξεις για την εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας βελτιώνονται και μπορούν να επηρεάσουν θετικά την ελληνική οικονομία. Οι επενδυτές στρέφονται από τις αναδυόμενες οικονομίες σε σταθερότερες αγορές, με χαμηλότερο ρίσκο. Η Ελλάδα μπορεί να βρεθεί σε πλεονεκτική θέση, καθώς είναι μέλος της Ευρωζώνης με σταθερό νόμισμα και ταυτόχρονα αγορά που εισέρχεται σε περίοδο ανάπτυξης.
Τα θετικά μηνύματα για την ελληνική οικονομία στέλνει η PwC, έχοντας στα χέρια της τα αποτελέσματα μίας νέας παγκόσμιας έρευνας για τους διευθύνοντες συμβούλους που παρουσιάστηκε στο Νταβός της Ελβετίας.
Σε παρουσίαση της έρευνας προς τους εκπροσώπους του Τύπου ο Κώστας Μητρόπουλος εντεταλμένος σύμβουλος της PwC τόνισε την ύψιστη ανάγκη της προσέλκυσης νέων επενδύσεων. Διευκρίνισε ότι διαθέτουμε ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα σε δύο κυρίως τομείς: Αποτελούμε τον 17ο παγκοσμίως τουριστικό προορισμό, ενώ γεωγραφικά αποτελούμε την εμπορική δίοδο μεταξύ Ανατολής και Δύσης. «Οι υποδομές μέσα από συμπράξεις Δημόσιου και Ιδιωτικού Τομέα μπορούν να κινητοποιήσουν 20 δισ. ευρώ μέχρι το 2020» τόνισε χαρακτηριστικά.
Για πρώτη φορά τα τελευταία χρόνια η Ελλάδα εμφανίζεται ως πιθανός προορισμός για επιχειρηματικές δραστηριότητες ξένων εταιρειών. Στο ερώτημα προς τους διευθύνοντες συμβούλους των χωρών της Ευρωζώνης «ποιες τρεις χώρες θεωρείτε πιο σημαντικές για την ανάπτυξή σας μέσα στους επόμενους 12 μήνες;» το 4% των απαντήσεων αναφέρει την Ελλάδα, σημειώνοντας αύξηση κατά 3 ποσοστιαίες μονάδες από το 2012.
«Οι διεθνείς τάσεις δημιουργούν ευκαιρίες για το μέλλον που αν η Ελλάδα εκμεταλλευθεί σωστά, σε συνδυασμό με τα στρατηγικά της πλεονεκτήματα ως χώρα, θα μπορέσει να βρεθεί ανάμεσα στους κερδισμένους στο νέο διεθνές οικονομικό περιβάλλον που διαμορφώνεται μετά την κρίση. Είναι καιρός πλέον, το επίκεντρο του στρατηγικού σχεδιασμού να μεταφερθεί από την επιβίωση στην ανάπτυξη», τονίζει ο Μάριος Ψάλτης, διευθύνων σύμβουλος της PwC στην Ελλάδα.
Η έρευνα
Σχετικά με την παγκόσμια έρευνα, το σκέλος που αφορά την Ελλάδα δείχνει αναστροφή των προσδοκιών για την οικονομία και τη χώρα, αφού ποσοστό των διευθυνόντων συμβούλων που ανέρχεται στο 67% είναι σίγουροι ότι η ελληνική οικονομία θα εμφανίσει βελτίωση μέσα στα επόμενα τρία χρόνια. Εξίσου αισιόδοξοι (65%) είναι για το μέλλον των επιχειρήσεών τους, καθώς δηλώνουν σίγουροι για τις προοπτικές ανάπτυξης των εσόδων τους τον επόμενο χρόνο. Ακόμη, εκτιμούν ότι οι μειώσεις προσωπικού στον ιδιωτικό τομέα δεν θα συνεχισθούν, ενώ αντίθετα σχεδόν ένας στους τέσσερις δηλώνει ότι το ανθρώπινο δυναμικό της επιχείρησής του θα αυξηθεί.
«Μετά τη δραματική δημοσιονομική προσαρμογή και την συνεπακόλουθη κρίση, η ελληνική οικονομία αρχίζει να εμφανίζει σημάδια βελτίωσης με τις προοπτικές για το μέλλον να φαίνονται μάλλον θετικές. Οι αγορές προσβλέπουν στην ανάκαμψη, όμως, από την άλλη πλευρά οι επιφυλάξεις τους συνεχίζονται, καθώς η καθυστέρηση της υλοποίησης των μεταρρυθμίσεων θέτουν σε κίνδυνο την ανάπτυξη», δηλώνει ο Μ. Ψάλτης.
Φέτος οι διευθύνοντες σύμβουλοι στην Ελλάδα εμφανίζονται λιγότερο ανήσυχοι από τα προηγούμενα τρία χρόνια για τη διαχείριση του δημοσιονομικού ελλείμματος και του δημοσίου χρέους από την κυβέρνηση. Ωστόσο, παραμένουν έντονα επιφυλακτικοί απέναντι στις προσπάθειες του κράτους να στηρίξει την ανάπτυξη. Ζητούν άμεσες μεταρρυθμίσεις και τη διασφάλιση της εφαρμογής ενός απλούστερου φορολογικού πλαισίου που θα έχει διάρκεια χρόνου. Και ιδιαιτέρως επισημαίνουν την αναποτελεσματικότητα του κράτους στην εφαρμογή των νόμων και των αποφάσεων της δημόσιας διοίκησης και της δικαιοσύνης.
«Απαιτείται σειρά παρεμβάσεων με σημαντικότερες, την θεσμοθέτηση ενός σταθερού και ελκυστικού φορολογικού πλαισίου, την αναστόχευση του επενδυτικού νόμου και την ενεργοποίηση του τραπεζικού συστήματος στην κατεύθυνση χρηματοδότησης των βιώσιμών και υγιών τουριστικών επιχειρήσεων. Ακόμη σημαντικότερο είναι να κατοχυρωθεί νομικά ή συνταγματικά, ότι το νέο πλαίσιο δεν θα αλλάξει για μία πενταετία. Ο επενδυτικός νόμος πρέπει να στοχεύσει σε νέες ποιοτικότερες επενδύσεις η την αναβάθμιση υφισταμένων ώστε να δημιουργείται όσο το δυνατόν μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία», υπογραμμίζει ο κ. Ανδρέας Ανδρεάδης, Πρόεδρος του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΣΕΤΕ) και συμμετέχων στην έρευνα της PwC.
Οι διευθύνοντες σύμβουλοι στην Ελλάδα ανησυχούν για την ανεπάρκεια των βασικών υποδομών, που είναι απαραίτητες για την προσέλκυση επενδύσεων, ειδικότερα τώρα, που με τις διεθνείς συγκυρίες παρουσιάζονται για την Ελλάδα μεγάλες ευκαιρίες για ανάκαμψη.
Αυτή την περίοδο, οι ενδείξεις για την εξέλιξη της παγκόσμιας οικονομίας βελτιώνονται και μπορούν να επηρεάσουν θετικά την ελληνική οικονομία. Οι επενδυτές στρέφονται από τις αναδυόμενες οικονομίες σε σταθερότερες αγορές, με χαμηλότερο ρίσκο. Η Ελλάδα μπορεί να βρεθεί σε πλεονεκτική θέση, καθώς είναι μέλος της Ευρωζώνης με σταθερό νόμισμα και ταυτόχρονα αγορά που εισέρχεται σε περίοδο ανάπτυξης.
Σχετικές ετικέτες:Πολιτική
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων