19:45 | 24/6/15
Αδυναμία γνωστοποίησης στοιχείων λόγω υπηρεσιακού-επαγγελματικού απορρήτου δηλώνει και πάλι η ΤτΕ, για τα δάνεια της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ. Πώς απάντησε σε ερώτηση βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ που μιλούν και για δέσμευση περιουσιών
Έγγραφο της Τραπέζης της Ελλάδος, η οποία για ακόμη μία φορά επικαλείται το υπηρεσιακό-επαγγελματικό απόρρητο και δηλώνει αδυναμία να γνωστοποιήσει στοιχεία, διαβιβάστηκε στη Βουλή, μετά από ερώτηση των βουλευτών του ΣΥΡΙΖΑ, Στάθη Παναγούλη και Νάσου Αθανασίου, για την αποπληρωμή δανείων της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ.Ως απάντηση στην ερώτηση των δύο βουλευτών, διαβιβάζεται και έγγραφο από τον υπουργό Οικονομικών, Γιάνη Βαρουφάκη, ο οποίος αναφέρει στους δύο βουλευτές ότι «είναι στις προθέσεις του υπουργείου Οικονομικών και της κυβέρνησης η επεξεργασία και διαμόρφωση ενός ολοκληρωμένου θεσμικού πλαισίου σχετικά με τη χορήγηση δανείων προς τα πολιτικά κόμματα και τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, με αναδρομική ισχύ, με σκοπό την ενίσχυση της διαφάνειας και την αποτελεσματική αντιμετώπιση φαινομένων διαφθοράς και διαπλοκής».
Ως προς την απάντηση της Τραπέζης της Ελλάδος, στο σχετικό έγγραφο επισημαίνεται ότι η πολιτική χορηγήσεων δανείων και πάσης μορφής πιστώσεων από τα πιστωτικά ιδρύματα, τα οποία έχουν αδειοδοτηθεί και εποπτεύονται από την ΤτΕ προς φυσικά ή νομικά πρόσωπα, δεν καθορίζεται διοικητικά με αποφάσεις της ΤτΕ. Διενεργείται ελεύθερα, στο πλαίσιο της πιστωτικής πολιτικής που έκαστο πιστωτικό ίδρυμα υιοθετεί ως προς την ανάληψη και διαχείριση κινδύνων (πιστωτικού, αγοράς, ρευστότητας κ.λπ.). Επομένως, η λήψη αποφάσεων αναφορικά με τη χρηματοδότηση των κομμάτων λαμβάνεται από την τράπεζα, αφού αξιολογήσει τη δυνατότητα αποπληρωμής των δανείων (λειτουργική πηγή ή τυχόν ληφθείσες εξασφαλίσεις).
Η Τράπεζα της Ελλάδος υπογραμμίζει ότι ο ρόλος της συνίσταται στη διασφάλιση πως το πιστωτικό ίδρυμα διαθέτει κατάλληλες εσωτερικές διαδικασίες και επαρκή κεφάλαια για να αναγνωρίζει, να εκτιμά και να διαχειρίζεται τους κινδύνους που απορρέουν από την πιστωτική πολιτική του, ώστε να διασφαλίζεται διαρκώς η κάλυψη των σχετικών κεφαλαιακών απαιτήσεων, ως ο νόμος 3601/2007 ορίζει.
Ειδικότερα, η Τράπεζα της Ελλάδος αξιολογεί την οργανωτική και λειτουργική δομή των πιστοδοτικών διαδικασιών, τη δανειοδοτική πολιτική, τις διαδικασίες διαχείρισης πιστωτικού κινδύνου, την εξέλιξη της ποιότητας χαρτοφυλακίου ανά κατηγορία δανείων (επιχειρηματικά, στεγαστικά, καταναλωτικά), τη συγκέντρωση κινδύνου σε συγκεκριμένους κλάδους ή πιστούχους και την πολιτική σχηματισμού προβλέψεων. «Ως γίνεται αντιληπτό η Τράπεζα της Ελλάδος δεν εξετάζει τη χορήγηση επιμέρους πιστοδοτήσεων και τη ροή των δανειακών κεφαλαίων, ούτε καθορίζει τη διάθεση ανάληψης κινδύνου από κάθε εποπτευόμενο ίδρυμα» αναφέρει η ΤτΕ στην απάντησή της και προσθέτει: «Σε ό,τι αφορά στοιχεία για τα δάνεια των κομμάτων που τυχόν περιέρχονται σε γνώση των στελεχών της ΤτΕ κατά την άσκηση των υπηρεσιακών τους καθηκόντων, αυτά καλύπτονται από τις διατάξεις περί υπηρεσιακού-επαγγελματικού απορρήτου, όπως αυτές προβλέπονται στο άρθρο 54 του Ν. 4261/2014, κατ' εφαρμογή της Οδηγίας 2006/48/ΕΚ, και συνεπώς δεν είναι δυνατή η γνωστοποίησή τους».
Οι δύο βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ είχαν καταθέσει ερώτηση, ζητώντας να ενημερωθούν ποια είναι τα ακριβή ποσά που οφείλουν το ΠΑΣΟΚ και η ΝΔ και σε ποιες τράπεζες τα χρωστούν. Ζητούσαν να ενημερωθούν με ποιες εγγυήσεις δόθηκαν αυτά τα ποσά, με ποιο τρόπο σκοπεύει η κυβέρνηση να διεκδικήσει την πλήρη εξόφληση των δανειακών υποχρεώσεών τους, «ποιες είναι οι νομικές δυνατότητες αν δεν συμμορφωθούν οι κ.κ. Αντ. Σαμαράς και Ευ. Βενιζέλος» και «αν υπάρχει το ενδεχόμενο να δεσμευτούν οι περιουσίες τους, ώστε να μη χρεωθούν οι Έλληνες φορολογούμενοι πολίτες την κακοδιαχείριση των αρχηγών των κομμάτων της ανθρωπιστικής καταστροφής». Επίσης, ζητούσαν να κατατεθούν στη Βουλή πλήρη αντίγραφα των δανειακών συμβάσεων των παραπάνω κομμάτων.
Στο κείμενο της ερώτησής τους, ο κ. Παναγούλης και ο κ. Αθανασίου ανέφεραν ότι την εποχή της εξοντωτικής λιτότητας των μνημονίων, οι αρχηγοί των δύο κομμάτων τύγχαναν μεγάλων προνομίων, «ο Ευάγγελος Βενιζέλος, ως αντιπρόεδρος της κυβέρνησης, απελάμβανε τις μετακινήσεις του με αυτοκίνητο αξίας 750.000 ευρώ, ενώ αντίστοιχα ο Αντώνης Σαμαράς κατεδέχετο ως πρωθυπουργός να εισπράττει επίδομα κίνησης 170 ευρώ για κάθε μέρα παρουσίας του στο εξωτερικό».
Σχετικά άρθρα