18:16 | 11/10/15
Θα πρέπει να υπάρξει ένα στοιχείο ελάφρυνσης του χρέους, δηλώνει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, σε συνέντευξή ταυ στην Καθημερινή της Κυριακής
«Έχουμε εκφράσει ανησυχίες σχετικά με την τρέχουσα βιωσιμότητά του χρέους, θα πρέπει να υπάρξει ένα στοιχείο ελάφρυνσης του χρέους», δηλώνει ο πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Μάριο Ντράγκι, σε συνέντευξή του στην Καθημερινή της Κυριακής.
Ο κ.Ντράγκι μιλάει για το ελληνικό χρέος, το τρίτο μνημόνιο, την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τη ανάγκη η Ελλάδα να υλοποιήσει τα συμφωνηθέντα, αλλά και για μια σειρά από άλλα κρίσιμα θέματα.
Αναφέρει ότι η χώρα θα επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης μόνο εφόσον εφαρμόσει όλες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν συμφωνηθεί και στέλνει ένα προσωπικό μήνυμα «ελπίδας και αποφασιστικότητας», όπως λέει, προς τον ελληνικό λαό:
«Μην αφήσετε να σας κυριεύσει ξανά η απόγνωση», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Αναφορικά με τη σημαντική πρόκληση της ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών, υπογραμμίζει πως τα απαιτούμενα ποσά θα απελευθερωθούν μόνο μετά την πρώτη αξιολόγηση, σε ό,τι αφορά στο χρηματοπιστωτικό τους κομμάτι.
Ολόκληρη η συνέντευξη:
- Πόσο σύντομα μπορούν, κατά την άποψή σας, να αρθούν οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων;
– Η απόφαση για την επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων, όπως άλλωστε και για την άρση αυτών των περιορισμών, εναπόκειται στην ελληνική κυβέρνηση. Είναι σαφές ότι η κυβέρνηση αποφάσισε να τους εφαρμόσει εξαιτίας μιας σειράς εξελίξεων που έφεραν το ελληνικό τραπεζικό σύστημα σε πολύ δυσχερή θέση, με μαζικές εκροές καταθέσεων. Ηταν μια περίοδος κατά την οποία οι αποταμιευτές και οι καταθέτες είχαν χάσει την εμπιστοσύνη τους στις τράπεζες. Η τραπεζική αργία και οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων που αποφάσισε τότε η ελληνική κυβέρνηση ήταν ο μόνος τρόπος να σταθεροποιηθεί το τραπεζικό σύστημα βραχυπρόθεσμα και επομένως να προστατευτούν τόσο οι καταθέτες όσο και οι δανειολήπτες. Αντιστοίχως, η ελληνική κυβέρνηση θα αποφασίσει την άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων όταν θα έχει πειστεί ότι η εμπιστοσύνη έχει αποκατασταθεί.
– Οπως γνωρίζετε, υπήρξαν έντονες συζητήσεις στην Ελλάδα επειδή κάποια στιγμή η κυβέρνηση κατηγόρησε την ΕΚΤ ότι επέβαλε τους περιορισμούς στην κίνηση κεφαλαίων ως ένα είδος τιμωρίας για τις πολιτικές της. Τι έχετε να πείτε γι’ αυτό;
– Δεχόμαστε ποικίλες επικρίσεις σε διαφορετικές χώρες. Κάποιοι ισχυρίστηκαν ότι ήμασταν υπερβολικά επιεικείς με τον ελληνικό τραπεζικό τομέα, άλλοι ότι ήμασταν υπερβολικά σκληροί. Θα μπορούσε κανείς να πει ότι αυτό είναι το τίμημα της ανεξαρτησίας μας. Η αλήθεια όμως είναι ότι η ΕΚΤ δεσμεύεται από τη Συνθήκη για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η οποία απαγορεύει τη νομισματική χρηματοδότηση. Δεν υπήρξε ειδική μεταχείριση είτε υπέρ είτε κατά της Ελλάδας. Εχουμε εξαρχής καταστήσει σαφές ότι η έκτακτη ενίσχυση σε ρευστότητα (emergency liquidity assistance - ELA) δεν μπορεί να παρέχεται απεριόριστα και πρέπει να υπόκειται σε συγκεκριμένους όρους. Η ενίσχυση αυτή χορηγείται μόνο σε φερέγγυες τράπεζες και έναντι επαρκούς εξασφάλισης. Η υποβάθμιση της ποιότητας των απαιτούμενων εξασφαλίσεων για τη χορήγηση ELA και το γεγονός ότι οι εκροές καταθέσεων συνέχισαν να αυξάνονται, κατέστησαν τα όρια αυτά συναφή. Στο πλαίσιο αυτό, οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων ήταν απλώς ένα μέτρο που έλαβε η ελληνική κυβέρνηση προκειμένου να αντιμετωπίσει τις μαζικές εκροές καταθέσεων που προκάλεσε η έλλειψη εμπιστοσύνης. Η προσοχή πρέπει τώρα να εστιαστεί στο μέλλον και στην εξομάλυνση της κατάστασης κατά τον καλύτερο και γρηγορότερο δυνατό τρόπο.
– Επιτρέψτε μου να σας ρωτήσω κάτι ακόμη επ’ αυτού, επειδή γνωρίζουμε ότι κάποια στιγμή υπήρξε σχετική ένταση ανάμεσα σε εσάς και τον πρωθυπουργό μας, ιδίως σε εκείνη την περίφημη συνεδρίαση στις Βρυξέλλες. Νιώθετε ότι η ατμόσφαιρα είναι ακόμη τεταμένη;
– Θα ήθελα να είμαι σαφής: η ΕΚΤ δεν επηρεάζεται από πολιτικές σκοπιμότητες. Είναι η κεντρική τράπεζα των 19 χωρών της Ζώνης του Ευρώ, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας. Επιπλέον, η ΕΚΤ δεν μπορεί να παραβιάσει το άρθρο 123 της Συνθήκης για τη Λειτουργία της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το οποίο απαγορεύει τη νομισματική χρηματοδότηση. Θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι την περίοδο εκείνη οι προοπτικές για την ελληνική οικονομία χειροτέρευαν με γρήγορο ρυθμό. Εκτοτε, και σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, πολλά έχουν αλλάξει προς το καλύτερο και αυτό πρέπει να αναγνωριστεί στον πρωθυπουργό της Ελλάδας, στην ελληνική κυβέρνηση και στην ουσία στον ελληνικό λαό.
– Οπως γνωρίζετε, έχουμε μια σημαντική πρόκληση μπροστά μας, την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Αυτό που παραμένει ασαφές είναι κατά πόσο η σχετική διαδικασία συνδέεται με την ολοκλήρωση της αξιολόγησης.
– Η δήλωση του Eurogroup στις 14 Αυγούστου είναι σαφής όσον αφορά το χρονοδιάγραμμα και τους όρους που θα ισχύσουν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Εχει ήδη διατεθεί μια πρώτη δόση 10 δισ. ευρώ για πιθανές ανάγκες ανακεφαλαιοποίησης και εξυγίανσης τραπεζών. Μια δεύτερη δόση ύψους έως 15 δισ. ευρώ θα μπορέσει να διατεθεί μετά την πρώτη αξιολόγηση και το αργότερο έως τις 15 Νοεμβρίου, με την προϋπόθεση ότι θα έχουν ολοκληρωθεί ο προγραμματισμένος έλεγχος της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού (Asset Quality Review - AQR) και η άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων (stress test) και θα έχουν εκπληρωθεί οι απαιτήσεις της αξιολόγησης σε σχέση με τον χρηματοπιστωτικό τομέα.
– Αισιοδοξείτε ότι ο ιδιωτικός τομέας και τα ιδιωτικά κεφάλαια θα μπορέσουν να συμμετάσχουν στην ανακεφαλαιοποίηση, παρά τις αμφιβολίες που εξακολουθούν να πλανώνται πάνω από τη χώρα;
– Οι ιδιώτες επενδυτές συμμετείχαν στους δύο τελευταίους γύρους ανακεφαλαιοποίησης των ελληνικών τραπεζών. Το αν αυτό θα ισχύσει και στην προσεχή διαδικασία εξαρτάται από τα αποτελέσματα της συνολικής αξιολόγησης και από τους όρους της ανακεφαλαιοποίησης. Σύντομα θα έχουμε μια ευκρινέστερη εικόνα όσον αφορά τις κεφαλαιακές ανάγκες των τραπεζών και τους πιθανούς όρους συμμετοχής του ιδιωτικού τομέα στη διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης. Η συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα θα ήταν σαφώς επιθυμητή ούτως ώστε να ελαχιστοποιηθεί η χρήση δημόσιων κεφαλαίων για τον σκοπό αυτό. Φυσικά, οι ιδιώτες επενδυτές θα δείξουν μεγαλύτερη προθυμία να διαθέσουν κεφάλαια στον ελληνικό τραπεζικό τομέα εάν έχουν τη διαβεβαίωση ότι το πρόγραμμα θα υλοποιηθεί επιτυχώς. Η ταχεία πρόοδος προς την ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης θα συμβάλει σε αυτό και, ως εκ τούτου, είναι προς το συμφέρον όλων. Συνεπώς, είναι σημαντικό η κυβέρνηση να αναλάβει τον ρόλο που της αναλογεί, εφαρμόζοντας τα μέτρα που είναι αναγκαία για την πρώτη αξιολόγηση. Σε συνεργασία με τα άλλα θεσμικά όργανα, καταβάλλουμε κάθε δυνατή προσπάθεια ώστε να στηρίξουμε την κυβέρνηση σε αυτές τις προσπάθειες και να καταστήσουμε δυνατή την έγκαιρη ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης.
– Τον τελευταίο καιρό οι ελληνικές τράπεζες λειτουργούν σαν «ζόμπι». Πιστεύετε ότι αυτό θα αλλάξει μετά την ανακεφαλαιοποίηση;
– Ο βασικός στόχος της ανακεφαλαιοποίησης είναι να εξασφαλίσει την ομαλή λειτουργία των ελληνικών τραπεζών, ώστε αυτές να είναι σε θέση να στηρίξουν την οικονομική ανάκαμψη στην Ελλάδα, παρέχοντας πιστώσεις και άλλες χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες. Η ευρωστία ως προς την κεφαλαιακή θέση και τη ρευστότητα αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την επίτευξη του σκοπού αυτού. Γι’ αυτό η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης των τραπεζών και η ομαλή υλοποίησή της έχουν τόσο μεγάλη σημασία. Δεδομένου ότι για την προσεχή ανακεφαλαιοποίηση θα διατεθούν σημαντικές ποσότητες δημόσιου χρήματος, είναι κρίσιμης σημασίας οι τράπεζες να ελέγχονται από διοικητικά συμβούλια που απαρτίζονται από στελέχη με εξαιρετικά επαγγελματικά προσόντα και ανταποκρίνονται στα πιο εξελιγμένα πρότυπα διοίκησης. Με αυτόν τον τρόπο θα εξασφαλιστεί επίσης ότι τα κρατικά κεφάλαια που θα χρησιμοποιηθούν για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών μπορούν να ανακτηθούν μέσω της ιδιωτικοποίησης. Δεδομένου αυτού, χρειάζεται να ληφθούν περαιτέρω μέτρα ώστε οι τράπεζες να παραμείνουν βιώσιμες και σε πιο μακροπρόθεσμο ορίζοντα. Συγκεκριμένα, οι τράπεζες θα πρέπει να εντείνουν τις προσπάθειές τους για την αντιμετώπιση των υψηλών επιπέδων των «κόκκινων» ή των αποκαλούμενων «μη εξυπηρετούμενων δανείων» και οι αρμόδιες αρχές θα πρέπει να εξαλείψουν τους παράγοντες που εξακολουθούν να εμποδίζουν την πρόοδο σε σχέση με αυτό το ζήτημα. Φυσικά, υπάρχουν και άλλες συνθήκες που κρίνονται σημαντικές, για παράδειγμα η άρση των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων και η εκ νέου πρόσβαση της Ελλάδας στις διεθνείς χρηματοπιστωτικές αγορές. Μιλάμε για μια σειρά θετικών βημάτων, συμπεριλαμβανομένων διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, τα οποία απαιτούνται για την επάνοδο της Ελλάδας σε τροχιά διατηρήσιμης ανάπτυξης και αύξησης της απασχόλησης.
Το μέτρο του bail-in
–Τίθεται ακόμη θέμα διάσωσης με ίδια μέσα (bail-in) για τους καταθέτες;
– Η ΕΚΤ επέμεινε ότι η διάσωση με ίδια μέσα (κούρεμα των καταθέσεων) θα πρέπει να αποκλειστεί, καθώς έκρινε ότι ένα τέτοιο μέτρο θα ήταν αντιπαραγωγικό για την οικονομική ανάκαμψη και επιζήμιο για την ελληνική οικονομία. Θα είχε πολύ αρνητικό αντίκτυπο στον ιδιωτικό τομέα. Το Eurogroup αποδέχθηκε την άποψή μας. Είναι απαραίτητο οι ελληνικές αρχές να επισπεύσουν την εφαρμογή των συμφωνηθέντων μέτρων για τον χρηματοπιστωτικό τομέα, ούτως ώστε η διαδικασία ανακεφαλαιοποίησης να μπορέσει να ολοκληρωθεί εντός του τρέχοντος έτους. Η ολοκλήρωσή της θα είναι ένα σημαντικό βήμα στην προσπάθεια αποκατάστασης της εμπιστοσύνης των καταθετών και των αγορών στις ελληνικές τράπεζες.
– Ο πρωθυπουργός, καθώς και ορισμένοι υπουργοί, έχουν αναφερθεί σε μια προσπάθεια επαναδιαπραγμάτευσης μέρους του προγράμματος. Υπάρχουν περιθώρια για κάτι τέτοιο ή πιστεύετε ότι μια τέτοια προσπάθεια θα μπορούσε να γίνει μπούμερανγκ;
– Το μνημόνιο, το οποίο έλαβε τη στήριξη του ελληνικού Κοινοβουλίου, συμφωνήθηκε με τις αρχές τον Αύγουστο. Πιστεύω ότι είναι προς το συμφέρον όλων η έμφαση να δοθεί τώρα στην ταχεία υλοποίηση των μέτρων που συμφωνήθηκαν από κοινού, με βάση το χρονοδιάγραμμα που έχει καθοριστεί. Με άλλα λόγια, οι βασικοί πυλώνες και στόχοι του προγράμματος δεν πρέπει να τεθούν υπό αμφισβήτηση. Είναι λοιπόν σημαντικό ότι ο πρωθυπουργός της Ελλάδας δήλωσε στη Βουλή την περασμένη εβδομάδα ότι σκοπεύει να εφαρμόσει τη συμφωνία διάσωσης χωρίς καθυστέρηση και να διασφαλίσει την επιτυχή ολοκλήρωση της αξιολόγησης. Η ελληνική κυβέρνηση θα πρέπει να δείξει ότι έχει αναλάβει την κυριότητα του προγράμματος και ότι είναι αποφασισμένη να εκπληρώσει τις απαιτήσεις που προβλέπονται σε αυτό.
– Βλέποντας τα πράγματα εκ των υστέρων, πόσο κοντά φτάσαμε στην έξοδο της Ελλάδας από τη Ζώνη του ευρώ; Εχει αποκλειστεί αυτό το σενάριο διά παντός;
– Ξέρετε, μου έχουν θέσει αυτό το ερώτημα τόσο πολλές φορές, σε συνεντεύξεις Τύπου, στο Eurogroup και στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Η απάντηση που δίνω σταθερά είναι ότι η ΕΚΤ πάντα ενεργεί με βάση την υπόθεση ότι τα σημερινά μέλη της ευρωπαϊκής νομισματικής ένωσης θα παραμείνουν μέλη της και ότι η Ελλάδα είναι ένα από αυτά. Δεν εναπόκειται στην ΕΚΤ να αποφασίζει ποιες χώρες είναι μέλη της Ζώνης του Ευρώ. Η ΕΚΤ έχει ενεργήσει και θα συνεχίσει να ενεργεί βάσει αυτής της αρχής.
– Εχει όμως αποκλειστεί οριστικά αυτό το ενδεχόμενο;
– Από την πλευρά της ΕΚΤ, το ενδεχόμενο αυτό δεν τέθηκε ποτέ. Πιστεύω ότι έχουμε υπάρξει συνεπείς ως προς αυτή τη θέση στο παρελθόν, ό,τι κι αν έλεγαν ή φέρονταν ότι έλεγαν κάποιοι.
– Είναι σημαντική η ελάφρυνση του χρέους για την Ελλάδα και, αν ναι, πότε νομίζετε ότι πρέπει να γίνει;
– Πιστεύω ότι δύο στοιχεία θα είναι σημαντικά τους επόμενους μήνες. Το πρώτο είναι αυτό που μόλις ανέφερα: ισχυρή κυριότητα του προγράμματος και αποφασιστικότητα για την εφαρμογή του. Το δεύτερο αφορά τη βιωσιμότητα του χρέους. Εχουμε εκφράσει ανησυχίες σχετικά με την τρέχουσα βιωσιμότητα του χρέους. Κατά την άποψή μας, θα πρέπει να υπάρξει ένα στοιχείο ελάφρυνσης του χρέους. Ωστόσο, η ελάφρυνση αυτή δεν θα είναι αξιόπιστη αν δεν συνοδεύεται από το πρώτο στοιχείο. Είναι καίριας σημασίας η κυβέρνηση, καθώς και ο λαός, να ταυτιστεί με τους στόχους του προγράμματος, δηλαδή την επαναφορά της ανάπτυξης, της δημοσιονομικής και χρηματοπιστωτικής σταθερότητας και της κοινωνικής δικαιοσύνης στην ελληνική οικονομία. Με το να ισχυρίζεται η κυβέρνηση ότι εξαναγκάζεται από εξωτερικές δυνάμεις να προβεί σε πράξεις είναι σαν να αυτοαναιρείται, καθώς οι Ελληνες πολίτες που θα κληθούν να κάνουν κάποιες θυσίες βραχυπρόθεσμα θα ρωτήσουν την κυβέρνησή τους «Γιατί;» - «Γιατί να το κάνουμε αυτό, αν εσείς οι ίδιοι δεν το πιστεύετε;». Παρεμπιπτόντως, αυτή είναι μια χρόνια πρόκληση που ανακύπτει στο πλαίσιο προγραμμάτων που έχουν σχεδιαστεί και αποτελέσει αντικείμενο διαπραγματεύσεων με διεθνή όργανα.
Γι’ αυτό θέλω να επαναλάβω ότι η ανάληψη της κυριότητας είναι σημαντική. Η κυριότητα και η συμμόρφωση θα προσδώσουν αξιοπιστία στην ελάφρυνση του χρέους, με δεδομένες κυρίως τις οικονομικές εξελίξεις τους τελευταίους 10-12 μήνες.
– Δεν θα είχε νόημα αυτού του είδους η ελάφρυνση χρέους να είχε γίνει στην αρχή του προγράμματος ή όταν επιτεύχθηκε το πρωτογενές πλεόνασμα;
– Υπάρχουν δύο απαντήσεις σε αυτό. Πρώτον –και μάλιστα αυτή η ερώτηση μου έχει τεθεί σε σχέση και με άλλες χώρες σε πρόγραμμα που αντιμετώπισαν παρόμοιες καταστάσεις στο παρελθόν– είναι πολύ δύσκολο να εξετάζεις με την οπτική που έχεις σήμερα μια πραγματικότητα που ίσχυε πριν από τέσσερα, πέντε ή έξι χρόνια. Οι συνθήκες τότε ήταν πολύ διαφορετικές: για παράδειγμα, δεν υπήρχε πλαίσιο διαχείρισης κρίσεων, δεν υπήρχε τραπεζική ένωση και η ΕΚΤ δεν είχε ακόμα ενεργοποιήσει ασπίδες προστασίας. Δεύτερον, έως και πριν από έναν χρόνο ο ρυθμός ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας ήταν τέτοιος που δεν απέκλειε τελείως τη βιωσιμότητα του χρέους. Εκτοτε, η κατάσταση έχει αλλάξει: από κάποιες απόψεις προς το καλύτερο, από άλλες προς το χειρότερο ― συμπεριλαμβανομένων των αποκλίσεων από τη συμφωνηθείσα πολιτική και της συνακόλουθης επιδείνωσης των προοπτικών της ελληνικής οικονομίας.
Διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις
– Πώς μπορεί να επιτευχθεί η επάνοδος της Ελλάδας στην ανάπτυξη; Μπορεί η Ελλάδα να συγκριθεί με την Ιρλανδία;
– Η Ελλάδα θα επανέλθει σε τροχιά ανάπτυξης εφόσον εφαρμόσει όλες τις διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που έχουν συζητηθεί. Θεωρώ ότι αυτό είναι το βασικότερο σημείο. Με τον όρο «διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις» εννοούμε μια αλλαγή στη δομή της οικονομίας, η οποία θα την καταστήσει περισσότερο ανταγωνιστική. Περισσότερο ανταγωνιστική οικονομία δεν σημαίνει αποκλειστικά και μόνο από την άποψη των εξαγωγών. Σημαίνει ότι όποιος επιθυμεί να ανοίξει μια νέα επιχείρηση θα πρέπει να είναι ελεύθερος να το κάνει και μάλιστα χωρίς προβλήματα. Σημαίνει πολύ μεγαλύτερο ανταγωνισμό στις αγορές προϊόντων και υπηρεσιών. Σημαίνει πιθανόν μια πιο ευέλικτη, πιο ανοιχτή και πιο ανταγωνιστική αγορά εργασίας. Υπό μια έννοια, αυτό είναι το μήνυμα που προκύπτει από χώρες όπως η Ισπανία και η Ιρλανδία. Και οι δύο αυτές χώρες έδειξαν ότι, με τις κατάλληλες μεταρρυθμίσεις, η οικονομία μπορεί να ανακάμψει γρήγορα. Το συμπέρασμα λοιπόν είναι ότι, ναι, αυτό είναι εφικτό.
– Πιστεύετε λοιπόν ότι η επάνοδος της Ελλάδας στην ανάπτυξη θα μπορούσε να επιτευχθεί το 2016;
– Επιτρέψτε μου να σας υπενθυμίσω ότι το 2014 ο ρυθμός ανάπτυξης ήταν θετικός και ότι το πρώτο εξάμηνο του 2015 η ελληνική οικονομία επέδειξε μεγάλη ανθεκτικότητα στην επιδείνωση του επιχειρηματικού κλίματος. Αυτό οφείλεται εν μέρει αφενός στην έντονη ανάπτυξη στον τομέα του τουρισμού και αφετέρου σε έκτακτους παράγοντες. Οι προοπτικές για το 2015 συνολικά είναι λιγότερο ευνοϊκές και χαρακτηρίζονται από μεγαλύτερη αβεβαιότητα. Ομως έχω την πεποίθηση ότι αν υπάρξει ισχυρή δέσμευση στο πρόγραμμα, το οποίο αποσκοπεί στη διασφάλιση της οικονομικής ανάπτυξης, της βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, διαφυλάσσοντας ταυτόχρονα την κοινωνική δικαιοσύνη, οι πιθανότητες να συμβεί αυτό είναι πράγματι μεγάλες.
– Κάποιοι πιστεύουν ότι αυτό το πρόγραμμα δεν είναι βιώσιμο επειδή υπάρχει ένα στοιχείο υπερφορολόγησης του ιδιωτικού τομέα. Σας ανησυχεί καθόλου αυτό, ότι δηλαδή οι άνθρωποι και πάλι δεν θα μπορούν να πληρώνουν τους φόρους τους;
– Για να επιτευχθεί διατηρήσιμη, ισχυρή ανάκαμψη απαιτείται να διασφαλιστεί η βιωσιμότητα των δημόσιων οικονομικών με τρόπο που να ευνοεί την ανάπτυξη. Αυτό θα πρέπει να γίνει με τη μείωση των μη παραγωγικών κρατικών δαπανών και με τη μετατόπιση του φορολογικού βάρους από την εργασία προς φορολογία, η οποία είναι λιγότερο επιζήμια για την ανάπτυξη, όπως οι φόροι στην κατανάλωση ή την ακίνητη περιουσία. Αυτό υπαγορεύουν τόσο η θεωρία όσο και τα διαθέσιμα στοιχεία. Μάλιστα, η στρατηγική για τη δημοσιονομική προσαρμογή, η οποία προβλέπεται στο τρίτο πρόγραμμα, στηρίζεται σε μεγάλο βαθμό σε μέτρα τα οποία είναι λιγότερο επιζήμια για την ανάπτυξη, όπως η μεταρρύθμιση του συστήματος του ΦΠΑ και η μείωση των στρατιωτικών δαπανών και των επιδοτήσεων. Ενα σημαντικό ζήτημα είναι ο τρόπος με τον οποίο η Ελλάδα θα αντιμετωπίσει τη φοροδιαφυγή. Από αυτή την άποψη, η φορολόγηση της ακίνητης περιουσίας (αν σχεδιαστεί κατά τρόπο που να μην πλήττει περισσότερο τα χαμηλά εισοδηματικά κλιμάκια, π.χ. εξαιρώντας τις κατοικίες των πολιτών με χαμηλό εισόδημα) είναι πιο δίκαιη, επίσης επειδή μειώνει τις πιθανότητες φοροδιαφυγής. Αντιθέτως, η φορολόγηση της εργασίας θα πρέπει να μειωθεί. Εδώ θα πρέπει να αφεθεί η παροχή κινήτρων να λειτουργήσει ελεύθερα. Με άλλα λόγια, οι άνθρωποι θα πρέπει να μπορούν να βρίσκουν δουλειά και οι επιχειρηματίες θα πρέπει να μπορούν να τους προσλαμβάνουν. Οι σωστά σχεδιασμένοι φόροι στην πραγματικότητα μπορούν να στηρίξουν την απασχόληση, ειδικότερα την απασχόληση των νέων. Αυτό με τη σειρά του θα έχει θετική επίδραση στην εμπιστοσύνη και, κατ’ επέκταση, στην κατανάλωση και τις επενδύσεις.
– Ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος υπήρξε στόχος πολλών πολιτικών επιθέσεων τους τελευταίους μήνες. Υπήρξε κάποια στιγμή που ανησυχήσατε για την ανεξαρτησία της Τράπεζας της Ελλάδος;
– Είχαμε παρόμοιες καταστάσεις και σε άλλες χώρες της Ζώνης του Ευρώ. Ως μέλος του Ευρωσυστήματος, η Τράπεζα της Ελλάδος πρέπει να είναι ανεξάρτητη από πολιτικές επιρροές και πιέσεις και οι ενέργειές της δεν θα πρέπει να υπαγορεύονται από πολιτικές σκοπιμότητες. Από αυτή την άποψη, ο Γιάννης Στουρνάρας κατάφερε να διαφυλάξει την εξουσία, την ανεξαρτησία και το κύρος του ιδρύματός του υπό ιδιαίτερα απαιτητικές συνθήκες. Η αίσθηση που έχω είναι ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει ομαλή συνεργασία ανάμεσα στις ελληνικές αρχές και την Τράπεζα της Ελλάδος σε διάφορα θέματα κοινού ενδιαφέροντος.
«Μη σας κυριεύσει η απόγνωση»
– Οσον αφορά την Ελλάδα, υπήρξε κάποια στιγμή που νιώσατε ότι οι πολιτικοί ηγέτες σας πέταξαν μια «καυτή πατάτα»;
– Οχι. Ωστόσο, όλη αυτή η εμπειρία δείχνει ότι η Ενωσή μας παραμένει ατελής και, αν μου επιτρέπετε να δανειστώ μια φράση από το σύνταγμα των ΗΠΑ, πρέπει να γίνει «τελειότερη». Μια ένωση στην οποία η κεντρική τράπεζα καλείται από κάποιους πολιτικούς να αποφασίσει αν ορισμένες χώρες θα είναι μέλη της ή όχι δεν μπορεί να είναι σωστή. Η κεντρική τράπεζα θα πρέπει απλώς να επιτελεί το έργο μιας κεντρικής τράπεζας, δηλαδή να διατηρεί τη σταθερότητα των τιμών μεσοπρόθεσμα, και να μην καλείται να λαμβάνει τέτοιες αποφάσεις. Γι’ αυτό πρέπει να προχωρήσουμε προς μεγαλύτερη πολιτική ενοποίηση. Βέβαια, μας έχουν ασκήσει κριτική για λήψη δήθεν πολιτικών αποφάσεων. Κάποιοι υποστηρίζουν ότι θα έπρεπε να είχαμε διακόψει την παροχή έκτακτης ενίσχυσης σε ρευστότητα προς τον ελληνικό τραπεζικό τομέα πολύ νωρίτερα –όχι απλώς να την είχαμε «παγώσει», αλλά να την είχαμε μηδενίσει τελείως– και κάποιοι άλλοι υποστηρίζουν ότι θα έπρεπε να την είχαμε επεκτείνει περαιτέρω, χωρίς όρους, ακόμη και αν με αυτόν τον τρόπο θα παραβιάζαμε τη Συνθήκη. Σε τελική ανάλυση, με δεδομένη την ακραία κριτική που έχουμε δεχθεί, πιστεύω ότι ενεργήσαμε με ανεξάρτητο και ισορροπημένο τρόπο.
– Πιστεύετε ότι έγιναν λάθη όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίστηκε η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια;
– Μπορώ να μιλήσω μόνο εκ μέρους της ΕΚΤ και, όπως αντιλαμβάνεστε, δεν θα μπορούσα να θεωρηθώ αντικειμενικός παρατηρητής. Σε κάθε κρίση, εξ ορισμού καλείσαι να λειτουργήσεις υπό μεγάλη πίεση και να βρεις μια λύση. Αυτό που μπορώ να πω με σιγουριά είναι ότι η ΕΚΤ δεν υπερέβη ποτέ τα όρια της εντολής της και ότι οι ενέργειές της δεν υπαγορεύθηκαν ποτέ από πολιτικές σκοπιμότητες.
«Αγωνιστείτε»
– Ποιο είναι το βασικό μήνυμά σας προς την ελληνική κυβέρνηση αυτή τη στιγμή; Βρισκόμαστε σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο – πρόσφατα είχαμε εκλογές και επίκειται η αξιολόγηση.
– Θα ήθελα να μεταφέρω ένα μήνυμα ελπίδας και αποφασιστικότητας. Η Ελλάδα διένυσε μια πολύ σκληρή περίοδο, κατά την οποία η ελληνική οικονομία και το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων επιδεινώθηκαν σημαντικά. Το κόστος για τη χώρα, τόσο το οικονομικό όσο και το κοινωνικό, ήταν υψηλό. Πρόσφατα, ωστόσο, ο ελληνικός λαός και η ελληνική κυβέρνηση επέδειξαν τεράστια αποφασιστικότητα και επανέφεραν την πολιτική και οικονομική σταθερότητα. Το μήνυμά μου είναι το εξής: βασιστείτε σε αυτό για να προχωρήσετε και μην αφήσετε να σας κυριεύσει ξανά η απόγνωση. Αγωνιστείτε να διατηρήσετε τη σταθερότητα που αποκαταστήσατε με μεγάλο κόστος και πολύ σύντομα θα δείτε τα οφέλη. Αυτό είναι το μήνυμα που θα ήθελα να μεταφέρω και, ειλικρινά, αυτό είναι και το μήνυμα που κι εγώ θα ελάμβανα υπόψη αν βρισκόμουν σε αυτήν την κατάσταση.
– Επιτρέψτε μου τώρα να σας θέσω μερικά ερωτήματα σχετικά με θέματα που δεν αφορούν την Ελλάδα. Οπως γνωρίζετε, διεξάγονται συζητήσεις σχετικά με την κρίση χρέους και κάποια στιγμή υπήρξε πραγματικός φόβος ότι αυτή η κρίση θα έπληττε την Ισπανία, την Ιταλία και τη Γαλλία. Εξακολουθεί να σας ανησυχεί αυτό ή πιστεύετε ότι δεν είναι πλέον καθόλου πιθανό και, αν ισχύει το δεύτερο, γιατί;
– Τα τελευταία χρόνια, πολλές χώρες της Ζώνης του Ευρώ έχουν κάνει σημαντικά βήματα για να ενισχύσουν τη βιωσιμότητα των δημοσίων οικονομικών και την ανθεκτικότητα των οικονομιών τους σε αναταραχές.
Το κλίμα των αγορών έχει εξομαλυνθεί, μεταξύ άλλων χάρη στην έντονη αποφασιστικότητα που επέδειξαν οι κυβερνήσεις της Ευρωζώνης προκειμένου να ενισχυθούν τα θεμέλια του ευρώ. Οσον αφορά τις μελλοντικές εξελίξεις, ωστόσο, είναι σημαντικό, σε εθνικό επίπεδο, οι χώρες να συνεχίσουν να ασκούν υγιείς οικονομικές και δημοσιονομικές πολιτικές και, σε υπερεθνικό επίπεδο, να προχωρήσει η ενοποίηση.
– Είστε ικανοποιημένος με τα αποτελέσματα της ποσοτικής χαλάρωσης ή πιστεύετε ότι υπερεκτιμήσατε την επίδρασή της;
– Είμαστε ικανοποιημένοι με την ποσοτική χαλάρωση, καθώς ανταποκρίθηκε και μάλιστα υπερέβη τις αρχικές προσδοκίες μας. Τόσο οι χρηματοπιστωτικές αγορές όσο και ο τραπεζικός τομέας παρέχουν ενδείξεις ότι η ποσοτική χαλάρωση λειτουργεί. Για την ακρίβεια, αυτό φάνηκε πρώτα στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Τα επιτόκια σε όλες τις διάρκειες υποχώρησαν σε ιστορικώς χαμηλά επίπεδα. Η ποσοτική χαλάρωση άσκησε θετική επίδραση στο κόστος και τη διαθεσιμότητα πιστώσεων προς τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά. Ο όγκος των πιστώσεων πλέον επεκτείνεται και το ενδιαφέρον είναι ότι επεκτείνεται και στις χώρες που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες. Το συνολικό κόστος των τραπεζικών χορηγήσεων προς τον ιδιωτικό τομέα μειώθηκε κατά περίπου 80 μονάδες βάσης από τη στιγμή που ανακοινώσαμε τα μέτρα και κατά πολύ περισσότερο στις χώρες που αντιμετωπίζουν δυσχέρειες. Επιπλέον, ένα σημαντικό στοιχείο είναι ότι μειώθηκε η διαφορά μεταξύ του κόστους δανεισμού για τις μεγάλες επιχειρήσεις και του κόστους δανεισμού για τις μικρομεσαίες.
Τέλος, θα ήθελα να προσθέσω ότι σε κάποιες από τις έρευνες τις οποίες διενεργούμε σε τακτική βάση (π.χ. στην έρευνα για τις τραπεζικές χορηγήσεις), οι απαντήσεις των τραπεζών υποδηλώνουν ότι οι χορηγήσεις κινούνται σε θετικά επίπεδα και ότι ο μακροοικονομικός κίνδυνος και η έλλειψη ρευστότητας, που στο παρελθόν λειτουργούσαν αποτρεπτικά για τις χορηγήσεις, δεν αποτελούν πλέον κύρια πηγή ανησυχίας.
Επιπλέον, σε άλλες έρευνες, ολοένα και λιγότερες μικρομεσαίες επιχειρήσεις αναφέρουν ότι η παροχή πιστώσεων αποτελεί περιοριστικό παράγοντα για τη δραστηριότητά τους. Ο αριθμός έχει μειωθεί σημαντικά και σήμερα, για πρώτη φορά από το 2009, οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αναφέρουν βελτίωση όσον αφορά τη διαθεσιμότητα τραπεζικών δανείων είναι περισσότερες από εκείνες που αναφέρουν επιδείνωση και μάλιστα με μεγάλη διαφορά. Στις περισσότερες χώρες παρατηρείται επί του παρόντος επάνοδος στην ανάπτυξη και αύξηση της απασχόλησης. Αυτή η ανάκαμψη οφείλεται πρωτίστως στην κατανάλωση, η οποία υποστηρίζεται από τις χαμηλότερες τιμές του πετρελαίου και τη νομισματική μας πολιτική.
– Οπως γνωρίζετε, φαίνεται ότι διεξάγεται μια «θεολογική συζήτηση» σχετικά με τη λιτότητα και ότι υπάρχει φόβος για τον πληθωρισμό. Θα ήθελα τη γνώμη σας.
– Αν εξετάσουμε οποιονδήποτε δείκτη πληθωρισμού, αντιλαμβανόμαστε ότι απαιτείται μεγάλη προσπάθεια για να αυξηθούν τόσο οι προσδοκίες για τον πληθωρισμό όσο και ο καταγραφόμενος πληθωρισμός σε επίπεδα συμβατά με την επιδίωξή μας να διατηρούμε τον πληθωρισμό «κάτω, αλλά πλησίον του 2%» μεσοπρόθεσμα. Τον Μάρτιο, όταν αρχίσαμε να αγοράζουμε περιουσιακά στοιχεία ύψους 60 δισ. ευρώ κάθε μήνα, προβλέπαμε ότι ο πληθωρισμός θα επανερχόταν στο 1,8% έως το 2017. Σήμερα, σε μεγάλο βαθμό λόγω των χαμηλότερων τιμών του πετρελαίου αλλά και λόγω της επιδείνωσης των προοπτικών για την παγκόσμια ανάπτυξη, αυτές οι προβολές έχουν αναθεωρηθεί προς τα κάτω, σε 1,7% έως το 2017. Ως εκ τούτου, φαίνεται επί του παρόντος ότι θα χρειαστεί περισσότερος χρόνος απ’ όσο αναμενόταν ώστε ο πληθωρισμός να επανέλθει και να σταθεροποιηθεί σε επίπεδα τα οποία θεωρούμε ότι προσεγγίζουν επαρκώς το 2%.
Η πιστωτική κρίση
– Θα ήθελα να σας ρωτήσω για την προσφυγική κρίση. Ποιος θεωρείτε ότι θα είναι ο αντίκτυπός της στην Ευρώπη;
– Η τραγική ανθρωπιστική διάσταση αυτής της κρίσης καθιστά επιτακτική την ενεργό συμμετοχή όλων για την αντιμετώπισή της. Και μόνο οι διαστάσεις που έχει πάρει το φαινόμενο αυτό θα αλλάξουν την Ευρώπη για πάντα. Η αδιαφορία ή η εχθρική στάση απέναντι στην αλλαγή δεν νοούνται ως επιλογές. Οι εκλεγμένοι ηγέτες μας ήδη εργάζονται για την ανάληψη κοινής δράσης. Οπως έχουμε δει επανειλημμένως στη διάρκεια της χρηματοπιστωτικής κρίσης, η επίτευξη συμφωνίας επί σημαντικών θεμάτων απαιτεί χρόνο και υπομονή και ενίοτε είναι δύσκολη όταν οι καταστάσεις οξύνονται. Η γενναιόδωρη ανταπόκριση των πολιτών σε ορισμένες χώρες, όπως στη Γερμανία, μπορεί να λειτουργήσει ως παράδειγμα και για άλλους. Ως Ευρωπαίοι, νομίζω ότι θα καταφέρουμε, όπως οφείλουμε, να βρούμε τους απαραίτητους πόρους για να αντιμετωπίσουμε από κοινού αυτήν την πρόκληση.
Πηγή: Καθημερινή της Κυριακής
Σχετικές ετικέτες:ΕΚΤελάφρυνση δημόσιου χρέουςελληνικό χρέοςΕυρωπαϊκή Κεντρική ΤράπεζαΜάριο ΝτράγκιΟικονομία
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων