17:02 | 28/4/17
Μετά το Brexit και την εκλογή Τραμπ, η έκβαση του πρώτου γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών αιφνιδίασε και πάλι
Η επικράτηση του Εμμανουέλ Μακρόν ήταν, βέβαια, προβλέψιμη στις τελευταίες δημοσκοπήσεις· απολύτως απρόβλεπτη, ωστόσο, λίγους μήνες πριν - ως τη στιγμή που ξεκίνησε η δημοσιογραφική εκστρατεία που κατεδάφισε τη δημόσια εικόνα του κυρίαρχου Φρανσουά Φιγιόν.
Του Γιώργου Πρεβελάκη*
Και τα τρία αυτά γεγονότα δύσκολα εξηγούνται με τα ερμηνευτικά εργαλεία και τις κατηγοριοποιήσεις που χρησιμοποιήθηκαν από τους πολιτικούς αναλυτές κατά τις τελευταίες δεκαετίες. Η αντιπαράθεση Δεξιάς-Αριστεράς φαίνεται πλέον ξεπερασμένη, υπόλειμμα από τη Βιομηχανική Επανάσταση και τον Ψυχρό Πόλεμο. Η διάκριση εσωτερικής και εξωτερικής πολιτικής έχει αμβλυνθεί, καθώς τα μεγάλα γεωπολιτικά διακυβεύματα εισδύουν στις εκλογικές αναμετρήσεις με τις φημολογούμενες παρεμβάσεις ξένων παραγόντων και δυνάμεων.
Οι παρεμβάσεις αυτές είναι εφικτές χάρη στις τεχνολογικές εξελίξεις στο νέο πεδίο του κυβερνοπολέμου. Δυνάμεις χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση έχουν αποκτήσει τα μέσα να επηρεάζουν υπογείως το εκλογικό σώμα: επέκταση των μεθόδων τoυ μάρκετινγκ στις εκλογικές αναμετρήσεις· ισχυρά εφόδια τα οποία εξασφαλίζουν οι υπολογιστές· συλλογή ατομικών πληροφοριών από τις ηλεκτρονικές συσκευές-εξαρτήματα της καθημερινής μας ζωής. Υφίστανται, δηλαδή, ισχυρά μη ορατά ρεύματα, η αντιπαράθεση των οποίων εκδηλώνεται με τα εκλογικά αποτελέσματα. Αδυνατούμε να τα κατανοήσουμε εφόσον αγνοούμε αυτές τις καθοριστικές αδιαφανείς διαδικασίες. Το αναπάντεχο, οι «εκπλήξεις» απορρέουν από τη στρατηγική του αιφνιδιασμού την οποία επεξεργάζονται τα διάφορα αρμόδια στρατηγεία.
Για να ερμηνεύσουμε, επομένως, τις πρόσφατες εξελίξεις και, ειδικότερα, τις γαλλικές εκλογές, χρειάζεται να πάρουμε απόσταση από την επιφάνεια της πολιτικής ζωής, η οποία ελάχιστα πλέον μπορεί να μας διαφωτίσει για τα διακυβευόμενα στο παρασκήνιο, εξ ορισμού οπτικά αδιαπέραστο. Περισσότερο από ποτέ άλλοτε, τα φαινόμενα απατούν. Δύο μεγάλες και διασταυρούμενες εξελίξεις μπορούν πάντως να συνδράμουν την κατανόηση και ερμηνεία των όσων συμβαίνουν στη Γαλλία.
Η παγκοσμιοποίηση έχει δημιουργήσει βαθύ ρήγμα στις δυτικές κοινωνίες. Η παλαιά αντίφαση ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία έχει αντικατασταθεί από την απόσταση ανάμεσα σε όσους λειτουργούν αποτελεσματικά στον ενοποιημένο κόσμο της κυκλοφορίας προσώπων, ιδεών και πληροφοριών και τους «λοιπούς» άλλους οι οποίοι, καθώς δεν διαθέτουν τα απαραίτητα εφόδια, περιθωριοποιούνται συνεχώς. Ο μεν υποστηρίζουν φιλελεύθερες πολιτικές, δηλαδή το άνοιγμα των χωρών τους στον κόσμο και στην Ευρώπη· οι δε αποζητούν την προστασία από ένα απειλητικό περιβάλλον ανταγωνισμού στο κλείσιμο, υλικό και πνευματικό, των συνόρων.
Η αντίθεση αυτή τείνει να ενσωματωθεί στους πολιτικούς σχηματισμούς, χωρίζοντας την κοινωνία στα δύο: ελίτ και λαός. Η πολιτική σχηματοποίηση παραμένει αρκετά ασαφής, καθώς διατηρείται η ανάμνηση των παλαιών αντιπαραθέσεων. Ετσι, η Ακροδεξιά και η Ακροαριστερά αδυνατούν να συντονίσουν αποτελεσματικά τις δυνάμεις τους εναντίον της παγκοσμιοποίησης και της Ευρώπης - τουλάχιστον προς το παρόν. Ομως, αρχίζουν να εμφανίζονται συμμαχίες, «παρά φύσιν» ως προς τα παλαιά δεδομένα, αλλά απολύτως λογικές ως προς τα νέα. Ενα τέτοιο δείγμα είναι η κυβερνητική πολιτική σύμπραξη στα καθ’ ημάς.
Ενα δεύτερο δεδομένο αφορά τη σταδιακή μείωση της ισχύος της Δύσης και τη συνεπακόλουθη δυσκολία των δυτικών κυβερνήσεων να εξασφαλίσουν την υπεσχημένη ευημερία στους πληθυσμούς. Εως πρόσφατα, τα παραδοσιακά κόμματα κατόρθωσαν να καθυστερήσουν τις πολιτικές συνέπειες διά του δανεισμού. Καθώς όμως η στρατηγική αυτή αγγίζει τα όριά της, οι πολιτικές επιπτώσεις καθίστανται καταλυτικές. Αυτός είναι ο κύριος λόγος για την κατάρρευση των παλαιών κομμάτων και λιγότερο η συχνά επικαλούμενη επιθυμία για ανανέωση. Οπως είναι φυσικό, ο οικονομικός ανταγωνισμός εντείνει τις αντιθέσεις ανάμεσα στις παγκοσμιοποιημένες ελίτ, λιγότερο πληττόμενες από τη σχετική υποβάθμιση των δυτικών οικονομιών και τον υπόλοιπο πληθυσμό ο οποίος βυθίζεται στην ανεργία και την εξαθλίωση.
Οι ιδεολογικοί και πολιτικοί σχηματισμοί συγκροτούν ένα «εποικοδόμημα» το οποίο παρουσιάζει πλέον καταφανή υστέρηση σε σχέση με τις οικονομικές, τεχνολογικές και γεωπολιτικές εξελίξεις. Η διαίρεση του μετώπου της αντίστασης στην παγκοσμιοποίηση ανάμεσα στη δεξιά και την αριστερή του πτέρυγα και ο πολυσυλλεκτικός χαρακτήρας των σοσιαλδημοκρατικών και των κεντροδεξιών κομμάτων καθυστερούν την οργάνωση της πολιτικής ζωής σύμφωνα με τη νέα κυρίαρχη αντίφαση. Αμβλύνονται, λοιπόν, οι αντιπαραθέσεις· αλλά, ταυτοχρόνως, αναβάλλεται η ρήξη η οποία ενδεχομένως θα οδηγούσε σε μια σύνθεση των αντιθέσεων. Ακολουθώντας τη μαρξιστική λογική, η υστέρηση του πολιτικού τοπίου αναβάλλει την επαναστατική ρήξη - για πόσο;
Ποιος μπορεί να είναι ο χαρακτήρας της ριζικής αλλαγής; Το ερώτημα αυτό δημιουργεί αναγκαστικά μεγάλη αμηχανία στις αριστερές δυνάμεις, δηλαδή στους παλαιούς φορείς της επαναστατικής δυναμικής. Σήμερα η υπέρβαση της αντίφασης, δηλαδή η προσαρμογή στις νέες συνθήκες, εκφράζεται από τις δυνάμεις του ανοίγματος που χαρακτηρίζονται ατελώς ως «νεοφιλελεύθερες». Αντιθέτως, οι «προοδευτικές δυνάμεις» εκφράζουν την ανάγκη για προστασία των ασθενέστερων στοιχείων της κοινωνίας με το κλείσιμο και τον προστατευτισμό. Ομως, ο προστατευτισμός των δυτικών οικονομιών συνεπάγεται τη διατήρηση των ανισοτήτων σε διεθνές επίπεδο, καθώς και σοβαρές απειλές για την ειρήνη στις περιφέρειες της Δύσης. Ο ακροδεξιοί υπέρμαχοι του κλεισίματος δεν έχουν, προφανώς, κανένα πρόβλημα με τις γεωπολιτικές συνέπειες της πολιτικής αυτής. Ομως, οι κατηγορίες του Λένιν για σοσιαλ-σοβινισμό θίγουν τις δυνάμεις που διεκδικούν την πολιτική του κληρονομιά.
Σε αυτό το θολό ιδεολογικό, πολιτικό και γεωπολιτικό τοπίο θα εκτυλιχθεί το μεγάλο πολιτικό πείραμα που προτίθεται να εγκαινιάσει ο Εμανουέλ Μακρόν στην προεδρία της Γαλλίας. Εφόσον κατορθώσει να διεμβολίσει Κεντροδεξιά και Κεντροαριστερά συγκροτώντας μια νέα ηγεμονική πολιτική παράταξη, εφόσον επιβεβαιωθεί η de facto σύγκλιση Λεπέν και Μελανσόν, το πολιτικό τοπίο της Γαλλίας θα έχει προσαρμοστεί στη νέα κυρίαρχη αντίφαση. Βάση και εποικοδόμημα θα έχουν συμπέσει. Με ποιες συνέπειες;
Η ενδεχόμενη πόλωση της γαλλικής κοινωνίας γύρω από την αντίφαση άνοιγμα/κλείσιμο θα επαναφέρει τις μεγάλες συγκρούσεις, χαρακτηριστικές της εποχής κατά την οποία η διάκριση Αριστερά/Δεξιά ανταποκρινόταν στα οικονομικά και τεχνολογικά δεδομένα. Βέβαια, η ανάλυση αυτή παραμένει θεωρητική και σχηματική. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι o Εμανουέλ Μακρόν θα θελήσει ή θα επιτύχει να εκφράσει επαρκώς ριζοσπαστικά την επαναστατική τομή. Η γαλλική κοινωνία διαθέτει ισχυρά συντηρητικά ανακλαστικά. Οι απειλές από την τρομοκρατία, ο φόβος από τις πολιτισμικές αντιπαραθέσεις ενδέχεται να οδηγήσουν τις γαλλικές ελίτ σε παλινδρομήσεις και δισταγμούς να ανοίξει νέα μέτωπα.
Από την άλλη, η γαλλική ιστορία χαρακτηρίζεται από εναλλαγές. Περίοδοι σταθερότητας και ακινησίας διαδέχονται περιόδους επαναστατικών αλλαγών. Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Αγγλία και η Γερμανία ενσωμάτωσαν σταδιακά τα νέα δεδομένα της παγκοσμιοποίησης. Η Ευρώπη καλεί τη Γαλλία να ακολουθήσει το γερμανικό «μεταρρυθμιστικό» πρότυπο. Αυτή είναι, ίσως, η «αποστολή» του Εμανουέλ Μακρόν. Ομως, η Γαλλία έχει συσσωρεύσει μεγάλη υστέρηση. Θα μπορέσει άραγε να ακολουθήσει πορεία ανάλογη με αυτή των Γερμανών ή θα ανανεωθεί μετά από βίαιες ανακατατάξεις, περισσότερο συνάδουσες με την πολιτική της παιδεία;
Η Γαλλία υπήρξε πάντοτε πρωτοπόρος της ευρωπαϊκής και της παγκόσμιας ιστορίας. Ο μεγάλος πολιτικός πειραματισμός ενδέχεται να σηματοδοτήσει και πάλι μια σημαντική ιστορική καμπή για τη Γαλλία, για την Ευρώπη, για τον κόσμο. Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι θα διεξαχθεί αβρόχοις ποσί. Η Ελλάδα οφείλει να προετοιμάζεται για μεγάλες αναταράξεις.
*καθηγητής Γεωπολιτικής στη Σορβόνη
Πηγή: efsyn.gr
Σχετικές ετικέτες:Γαλλίαγαλλικές προεδρικές εκλογέςΕμμανουέλ ΜακρόνΚόσμοςΜαρίν Λεπέν
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων