15:53 | 19/10/17
Η Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζες απαντά στην ερώτηση του ευρωβουλευτή Νίκου Χουντή σχετικά με την εποπτεία των ελληνικών τραπεζών
«Tα τρέχοντα επίπεδα κεφαλαίου των ελληνικών τραπεζών είναι επαρκή ωστόσο οι τράπεζες εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες με πολύ υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, το υψηλότερο σε όλες τις χώρες της τραπεζικής ένωσης». Αυτή είνα η απάντηση της Ντανιέλ Νουί, Προέδρου του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ σε ερώτηση του ευρωβουλευτή Νίκου Χουντή σχετικά με την εποπτεία των ελληνικών τραπεζών.«Η ΕΚΤ παρακολουθεί τις κεφαλαιακές θέσεις των ελληνικών τραπεζών σε διαρκή βάση. Ο συνολικός δείκτης κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 - CET1) των τεσσάρων ελληνικών σημαντικών ιδρυμάτων διαμορφώθηκε σε 16,7% τον Μάρτιο του 20171 και η ΕΚΤ κρίνει ότι τα τρέχοντα επίπεδα κεφαλαίου των εν λόγω τραπεζών είναι επαρκή», διαβεβαιώνει η εκπρόσωπος της ΕΚΤ.
«Ταυτόχρονα, οι ελληνικές τράπεζες εξακολουθούν να βρίσκονται αντιμέτωπες με σημαντικές προκλήσεις, όπως μεταξύ άλλων η ανάγκη μείωσης του πολύ υψηλού επιπέδου των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, τα οποία ανέρχονται σε περίπου 45% των συνολικών ανοιγμάτων τους. Πρόκειται για το υψηλότερο επίπεδο σε όλες τις χώρες της τραπεζικής ένωσης», συμπληρώνει η ίδια, προσθέτοντας ότι η ΕΚΤ έχει επανειλημμένως επισημάνει ότι έχει καίρια σημασία για την οικονομική ανάκαμψη και τη μελλοντική κεφαλαιακή τους επάρκεια τα τέσσερα ελληνικά σημαντικά ιδρύματα να σημειώσουν ταχεία πρόοδο προς τη διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, σύμφωνα με τους στόχους που γνωστοποίησαν στην ΕΚΤ το περασμένο έτος.
«Η ΕΚΤ θα συνεχίσει να παρακολουθεί πολύ στενά τις προσπάθειες τους σε αυτόν τον τομέα. Επιπλέον, επιτόπιοι έλεγχοι με έμφαση στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στα ελληνικά σημαντικά ιδρύματα βρίσκονται ήδη σε εξέλιξη ή θα ξεκινήσουν αργότερα εντός του έτους», αποκαλύπτει η Ντανιέλ Νουί.
Σύμφωνα με την επιστολή-απάντηση, το 2018 η ΕΚΤ θα διενεργήσει επίσης ασκήσεις προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων για τα τέσσερα ελληνικά σημαντικά ιδρύματα. Τα αποτελέσματα των ασκήσεων αυτών θα ενσωματωθούν κατά τον προσδιορισμό των κατευθύνσεων του Πυλώνα 2 για τις ελληνικές τράπεζες, σύμφωνα με την κοινή μεθοδολογία για τη διαδικασία εποπτικού ελέγχου και αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process - SREP) που εφαρμόζεται σε όλα τα σημαντικά ιδρύματα εντός του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού.
«Ο κύριος λόγος για τη διενέργεια αυτών των ασκήσεων είναι να επιτευχθεί μια επικαιροποιημένη αξιολόγηση της ανθεκτικότητας των τραπεζών στο πλαίσιο βασικού και δυσμενούς σεναρίου. Σκοπεύουμε να κοινοποιήσουμε το αποτέλεσμα της άσκησης πριν από την ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος μακροοικονομικής προσαρμογής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ΕΜΣ) για την Ελλάδα, ούτως ώστε να μπορούν να ληφθούν εγκαίρως τυχόν μέτρα που θα κριθούν αναγκαία», καταλήγει η ειδικός.
«Τα τέσσερα ελληνικά σημαντικά ιδρύματα υποβλήθηκαν σε έλεγχο της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού (asset quality review - AQR) το 2014 και το 2015. Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ δεν κρίνει σκόπιμη τη διενέργεια άλλου τέτοιου ελέγχου για τις ελληνικές τράπεζες σε αυτήν τη φάση και οι συνεχιζόμενοι έλεγχοι επικεντρώνονται στην εξέταση προβληματικών στοιχείων ενεργητικού», υπενθυμίζει η ίδια.
Η Ντανιέλ Νουί υποστηρίζει επίσης ότι σημαντικά μέτρα έχουν ληφθεί στη διάρκεια του τρίτου προγράμματος του ΕΜΣ για την αντιμετώπιση των διαρθρωτικών παραγόντων που εμποδίζουν τη διευθέτηση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, όπως το άνοιγμα της αγοράς για πωλήσεις δανείων και η θέσπιση νέων πλαισίων για τον μηχανισμό εξωδικαστικής ρύθμισης οφειλών και τους ηλεκτρονικούς πλειστηριασμούς.
«Προκειμένου να διασφαλιστεί ότι αυτές οι μεταρρυθμίσεις οδηγούν σε επίσπευση της διευθέτησης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων στην Ελλάδα, είναι απαραίτητο να διασφαλιστεί η πλήρης εφαρμογή τους, για παράδειγμα όσον αφορά τη θέση σε λειτουργία της νέας πλατφόρμας ηλεκτρονικών πλειστηριασμών. Θα χρειαστεί να καταβληθούν πρόσθετες προσπάθειες προκειμένου να ενισχυθεί η ικανότητα του ελληνικού δικαστικού συστήματος και των πλαισίων για την αφερεγγυότητα, όπως τονίζεται στο έγγραφο σχετικά με τον απολογισμό εθνικών εποπτικών πρακτικών και νομικών πλαισίων όσον αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (Stocktake of national supervisory practices and legal frameworksrelated to NPLs), τον οποίο διενέργησε η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ και προβλέπεται στο πρόγραμμα του ΕΜΣ», τονίζει.
Η Τραπεζική Εποπτεία της ΕΚΤ δεν συμμετέχει σε διαπραγματεύσεις προγραμμάτων μεταξύ των θεσμών και των ελληνικών αρχών. Το νομικό πλαίσιο για την προστασία των κατοικιών των δανειοληπτών είχε ήδη συμφωνηθεί και εγκριθεί από το ελληνικό κοινοβούλιο στο πλαίσιο προηγούμενων αξιολογήσεων του προγράμματος. Ειδικότερα, οι ελληνικές αρχές είχαν δεσμευτεί, στο μνημόνιο του Αυγούστου 2015 να υλοποιήσουν «τροποποιήσεις του νόμου περί αφερεγγυότητας των νοικοκυριών, ώστε να θεσπιστεί ένα δεσμευτικό χρονοδιάγραμμα αναστολής της εκτέλεσης σύμφωνα με τη διεθνή πείρα· θέσπιση αυστηρότερης διαδικασίας ελέγχου ώστε να αποτρέπονται οι οφειλέτες που αθετούν τις υποχρεώσεις τους για στρατηγικούς λόγους από την κήρυξη πτώχευσης, συμπερίληψη των απαιτήσεων των δημόσιων πιστωτών στο πεδίο εφαρμογής του νόμου που παρέχει στους οφειλέτες δυνατότητα για νέο ξεκίνημα, αυστηροποίηση των κριτηρίων επιλεξιμότητας για προστασία της κύριας κατοικίας και θέσπιση μέτρων για την αντιμετώπιση των εκκρεμών υποθέσεων», καταλήγει η απάντηση της εκπροσώπου της ΕΚΤ.
(Φωτογραφία: AP / Michael Probst)
Μαρία Ψαρά
Σχετικές ετικέτες:ΕΚΤελληνικές τράπεζεςΕυρωπαϊκή Κεντρική ΤράπεζαΟικονομία
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων