10:30 | 6/8/18
Τι λέει καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του Τμήματος Χημικών Μηχανικών της
Η πυρκαγιά συντελεί στην κατακόρυφη αύξηση των επιπέδων πολλών ατμοσφαιρικών ρυπαντών, τόσο σε αέρια, όσο και σε σωματιδιακή μορφή,ενώ η εγγύτητα με το μέτωπο της πυρκαγιάς, και ιδιαίτερα για τους ανθρώπους που βρίσκονται στην προσήνεμη πλευρά, συντελεί σε πολύ υψηλά επίπεδα έκθεσης σε πληθώρα ρύπων.
Ο αναπληρωτής καθηγητής Περιβαλλοντικής Μηχανικής του Τμήματος Χημικών Μηχανικών της Πολυτεχνικής Σχολής του ΑΠΘ, Δημοσθένης Σαρηγιάννης μιλά στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων για την επιβάρυνση της ατμόσφαιρας στην Αττική από τις φονικές πυρκαγιές της 23ης Ιουλίου και για τις βραχυχρόνιες ή μακροχρόνιες επιπτώσεις που μπορεί να έχει η έκθεση του ανθρώπινου οργανισμού στους ατμοσφαιρικούς ρύπους που απελευθερώθηκαν.
Ο καθηγητής επισημαίνει πως είναι αναγκαία η χρήση προστατευτικών μέτρων από τους εθελοντές και τους κατοίκους, οι οποίοι εμπλέκονται στην προσπάθεια καθαρισμού της καμένης περιοχής, ενώ επειδή αναμένεται να υπάρχει αυξημένη ρύπανση στο έδαφος, συνιστά να αποφεύγεται η επαφή με το χώμα, κυρίως των παιδιών.
Όπως σημειώνει: «Η ατμόσφαιρα επιβαρύνεται πολύ με ατμοσφαιρικά σωματίδια, που είναι και ο κυρίαρχος ρύπος, γεγονός που γίνεται και πολύ εύκολα ορατό σε μεγάλη απόσταση. Παράλληλα, σημαντικοί ρύποι που σχετίζονται με τη διαδικασία της καύσης είναι το μονοξείδιο του άνθρακα (ατελής καύση οργανικής ύλης) και τα οξείδια του αζώτου (το άζωτο αποτελεί βασικό συστατικό του ατμοσφαιρικού αέρα και τα οξείδια του αζώτου παράγονται σε κάθε διεργασία καύσης που γίνεται παρουσία ατμοσφαιρικού αέρα). Τα αυξημένα επίπεδα οξειδίων του αζώτου την καλοκαιρινή περίοδο, λόγω της παρουσίας ηλιακής ακτινοβολίας, συντελούν και στη δημιουργία όζοντος, τα οποία είναι πάντα ιδιαίτερα αυξημένα στις περιοχές των πυρκαγιών.
Τα αυξημένα επίπεδα αυτών των ρύπων θα πρέπει να έχουν αποτυπωθεί από το δίκτυο παρακολούθησης της ατμοσφαιρικής ρύπανσης των εγγύς Δήμων και της Περιφέρειας, και περισσότερες πληροφορίες θα έχουμε όταν τα δεδομένα αυτά θα γνωστοποιηθούν στο κοινό».
ο Δημοσθένης Σαρηγιάννης υπογραμμίζει ότι: «Επιπλέον ρύποι που εκλύονται σε μια τέτοιου τύπου πυρκαγιά είναι το βενζόλιο και οι αλδεύδες, τα οποία είναι καρκινογόνα. Αυτές οι ενώσεις όμως δε βιοσυσσωρεύονται και ενώ η βραχεία αυτή έκθεση συντελεί σε κάποιο μικρό βαθμό στο συνολικό κίνδυνο καρκινογένεσης, δεν υφίσταται επιπλέον έκθεση του πληθυσμού μετά το πέρας της φωτιάς. Αντίθετα, για ρύπους όπως οι διοξίνες και σε μικρότερο βαθμό οι πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες, οι οποίες είναι επίμονες οργανικές ενώσεις, η παραμονή τους στο περιβάλλον είναι πιο μακρόχρονη και μεταφέρονται μακροχρόνια μέσω της τροφικής αλυσίδας στον άνθρωπο. Επίσης, οι ποσότητες των διοξινών που θα εισέλθουν στον ανθρώπινο οργανισμό μέσω της εισπνοής από τον καπνοθύσανο της πυρκαγιάς, παρόλο που αφορούν μια βραχεία έκθεση (ωρών ή ημερών) αποβάλλονται πλήρως μετά από 30 χρόνια.
«Αυτή τη στιγμή οι ρύποι που εκλύθηκαν από την πυρκαγιά έχουν απομακρυνθεί από την ατμόσφαιρα. Εντούτοις, λόγω της βροχής που ακολούθησε, αλλά και του συνόλου των ατμοσφαιρικών διεργασιών, σημαντικές ποσότητες τοξικών χημικών, και κυρίως αυτών που δεν είναι πτητικές όπως οι πολυαρωματικοί υδρογονάνθρακες, οι διοξίνες και τα βαρέα μέταλλα, έχουν εναποτεθεί στο έδαφος, όπου και αναμένονται να μετρηθούν αυξημένα επίπεδα των ενώσεων αυτών».
πηγή
Σχετικές ετικέτες:ΑττικήΕλλάδαφωτιάφωτιές Αττικής
Σχετικά άρθρα