17:23 | 23/7/13
Επιτέλους μερικές ενθαρρυντικές ειδήσεις για το Αλτσχάιμερ: Η συχνότητα της νόσου που πλήττει κυρίως τους ηλικιωμένους μπορεί να είναι αρκετά μικρότερη από την προβλεπόμενη όσο παρατείνεται η ηλικία συνταξιοδότησης...
Μάλλον, άτομα ηλικίας τουλάχιστον 90 ετών με όλο και μεγαλύτερη νοητική εγρήγορση φέρονται να καταγράφουν επιδόσεις σαφώς ανώτερες των ενενηντάρηδων πριν από μια δεκαετία, σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη στη Δανία.
Παρότι ακόμη δεν υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για την καθυστέρηση της εμφάνισης ή την αντιμετώπιση της νόσου Αλτσχάιμερ, της εκφυλιστικής νόσου του εγκεφάλου που οδηγεί σε απώλειες μνήμης, μείωση των εγκεφαλικών λειτουργιών, ακόμη και αλλαγή της προσωπικότητας, επιδημιολόγοι έκαναν λόγο πρόσφατα για μερικές αχτίδες ελπίδας.
Σύμφωνα με βρετανική μελέτη που δημοσιεύτηκε στην ιατρική επιθεώρηση The Lancet, το ποσοστό των προσώπων ηλικίας 65 ετών και άνω που έχουν εκδηλώσει Αλτσχάιμερ στη Βρετανία φέρεται να έχει μειωθεί κατά σχεδόν 25% σε ένα διάστημα 20 ετών, περνώντας από το 8,3% στο 6,5%.
Οι ερευνητές υπό την δρα Κάρολ Μπράϊαν, του Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας του Κέμπριτζ, συνέκριναν δύο ομάδες με 7.000 άτομα τα οποία επιλέχθηκαν τυχαία στις ίδιες περιοχές της Αγγλίας και της Ουαλίας, η πρώτη στις αρχές της δεκαετίας του 1990 και η δεύτερη μεταξύ 2008 και 2011.
Προσαρμόζοντας τον επιπολασμό που βρέθηκε στην πρώτη ομάδα, οι ερευνητές εκτίμησαν σε 884.000 τους ασθενείς με Αλτσχάιμερ στη Βρετανία, ενώ ο αριθμός μειώνεται σε 670.000 αν προσαρμοστεί ο επιπολασμός 6,5% που βρέθηκε στην δεύτερη ομάδα, δηλαδή 114.000 ασθενείς λιγότεροι.
Η είδηση είναι πολύ σημαντική και αντιτίθεται στις σημερινές προβολές: οι περισσότερες κυβερνήσεις ετοιμάζονται να εφαρμόσουν ειδικά προγράμματα καταπολέμησης του Αλτσχάιμερ την ώρα που όλες υπολογίζουν ότι θα υπάρξει μεγάλη αύξηση στον αριθμό των ασθενών.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις που έδωσαν τον Μάρτιο οι επικεφαλής ενός ευρωπαϊκού σχεδίου συνεργασίας για τη νόσο Αλτσχάιμερ, τουλάχιστον 10 εκατομμύρια άνθρωποι ηλικίας τουλάχιστον 65 ετών μπορεί να προσβληθούν από Αλτσχάιμερ το 2040 στην Ευρώπη, έναντι 6,3 εκατομμυρίων το 2011.
Όσο πιο αργά βγαίνει κανείς στη σύνταξη, τόσο πιο αργά εμφανίζεται το Αλτσχάιμερ
Ωστόσο η νόσος μπορεί να καταπολεμηθεί καθυστερώντας την ηλικία της συνταξιοδότησης, σύμφωνα με μελέτη του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας και Ιατρικής Έρευνας (Inserm) της Γαλλίας, της οποίας τα πρώτα αποτελέσματα παρουσιάστηκαν αυτή την εβδομάδα στο Διεθνές Συνέδριο της Εταιρίας Νόσου Αλτσχάιμερ στη Βοστόνη.
Σύμφωνα με την μελέτη που αναφέρεται σε 429.000 άτομα που συνεισφέρουν στο RSI, ένα διαχειριστικό ταμείο ταυτόχρονα σύνταξης και ιατρικής περίθαλψης χειροτεχνών και εμπόρων, κάθε επιπλέον έτος εργασίας μετά τα 60 μειώνει κατά σχεδόν 3% τον κίνδυνο προσβολής από τη νόσο Αλτσχάιμερ.
"Τα στοιχεία μας δείχνουν ότι η μεγαλύτερη ηλικία συνταξιοδότησης έχει σχέση με τον σημαντικά μειωμένο κίνδυνο άνοιας», υπογραμμίζει η Καρόλ Ντιφουΐ, επικεφαλής της έρευνας.
Επιδημιολογικές μελέτες είχαν ήδη δείξει κατά το παρελθόν ότι άτομα με υψηλό επίπεδο σπουδών ή ταυτόχρονες δραστηριότητες στο γνωστικό επίπεδο διέτρεχαν μικρότερο κίνδυνο να εμφανίσουν τη νόσο.
Η πιο συνήθης υπόθεση είναι ότι η διέγερση θα συνέβαλε στην προάσπιση των γνωστικών λειτουργιών και στην καθυστέρηση κατά συνέπεια των κλινικών συνεπειών εγκεφαλικών ανωμαλιών», εξηγεί η γαλλίδα ερευνήτρια.
Πέρα από την διέγερση στο γνωστικό επίπεδο, η επαγγελματική δραστηριότητα επιτρέπει τη διατήρηση ενός κοινωνικού δικτύου, παράγοντας που έχει επίσης σχέση με μελέτες για «έναν μειωμένο κίνδυνο άνοιας».
Σύμφωνα με τους βρετανούς ερευνητές, η μείωση του αριθμού των ασθενών μπορεί να εξηγηθεί από την καλύτερη πρόληψη και μια θεραπεία σε πιο πρώιμο στάδιο των καρδιαγγειακών ασθενειών, ένας από τους γνωστούς παράγοντες κινδύνου για το Αλτσχάιμερ, όπως και αισθητή άνοδος του επιπέδου εκπαίδευσης κατά την τελευταία 20ετία.
"Πρέπει να φροντίζουμε πάντα την υγεία μας και να υπολογίζουμε τους παράγοντες επικινδυνότητας αλλά η εργασία έχει ενδεχομένως ευεργετικό ρόλο, αν γίνεται σε συνθήκες που προσφέρουν ικανοποίηση», τονίζει η καθηγήτρια Φρανσουάζ Φορέτ, πρόεδρος του Διεθνούς Κέντρου Μακροζωίας, για λογαριασμό του οποίου το Inserm διεξήγαγε την μελέτη.
Σχετικές ετικέτες:Υγεία
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων