22:20 | 30/4/14
Συνηθίζουμε να λέμε ότι ένας καλός ύπνος είναι... φάρμακο, και τώρα η επιστήμη το επιβεβαιώνει...
Αμερικανοί ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο ύπνος ενισχύει σημαντικά το ανοσοποιητικό σύστημα, κυρίως όταν ο οργανισμός «παλεύει» με κάποια λοίμωξη. Μάλιστα, πειράματα σε μύγες έδειξαν ότι σε περιπτώσεις σοβαρής λοίμωξης ένας καλός ύπνος μπορεί να σώσει ακόμη και ζωές.
Μελέτη στις δροσόφιλες
Οι ειδικοί από την Ιατρική Σχολή Perelman στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια διαπίστωσαν ότι στις δροσόφιλες ο ύπνος ενισχύει την απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος και έτσι επιταχύνει την ανάρρωση έπειτα από λοίμωξη.
«Είναι μια ενστικτώδης απόκριση το να κοιμόμαστε όταν είμαστε άρρωστοι» ανέφερε η δρ Τζούλι Γουίλιαμς, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, και προσέθεσε: «Οι μελέτες μάς παρέχουν νέα στοιχεία σχετικά με την άμεση λειτουργική επίδραση του ύπνου στην ανοσολογική απόκριση του οργανισμού». Σύμφωνα με τη δρα Γουίλιαμς, σε πολλές μελέτες η έλλειψη ύπνου έχει χρησιμοποιηθεί ως μέσο προκειμένου να κατανοήσουν οι ειδικοί το πώς ο ύπνος συμβάλλει στην ανάρρωση του οργανισμού. «Ωστόσο μέχρι σήμερα υπήρχαν ελάχιστα πειραματικά στοιχεία τα οποία ενίσχυαν την άποψη ότι ο πιο πολύς ύπνος βοηθά στην ανάρρωση. Ετσι εμείς χρησιμοποιήσαμε ένα μοντέλο δροσόφιλας για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα».
Η δρ Γουίλιαμς, ερευνήτρια στο Κέντρο για τον Υπνο και τη Νευροβιολογία των Κιρκαδικών Ρυθμών στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, και ο μεταδιδακτορικός ερευνητής Τζου-Χσινγκ Κούο διεξήγαγαν δύο μελέτες προκειμένου να εξετάσουν άμεσα την επίδραση του ύπνου στην ανάρρωση του οργανισμού και στην επιβίωση έπειτα από λοίμωξη. Τα ευρήματά τους δημοσιεύονται σε δύο άρθρα στην online έκδοση του επιστημονικού εντύπου «Sleep», πριν από την έντυπη δημοσίευσή τους τον Μάιο και τον Ιούνιο.
Η πρώτη μελέτη
Στην πρώτη μελέτη οι ερευνητές ακολούθησαν μια συμβατική προσέγγιση υποβάλλοντας δροσόφιλες σε συνθήκες έλλειψης ύπνου προτού τις μολύνουν με τα βακτήρια Serratia marcescens ή Pseudomonas aeruginosa. Οπως φάνηκε, τόσο οι δροσόφιλες που είχαν στερηθεί τον ύπνο όσο και μια άλλη ομάδα που δεν τον είχε στερηθεί εμφάνισαν μοτίβα αύξησης του ύπνου μετά τη μόλυνση με τα βακτήρια (οι επιστήμονες ονομάζουν αυτή τη συμπεριφορά «οξεία απόκριση ύπνου»).
Ηταν μάλιστα αναπάντεχο το γεγονός ότι οι δροσόφιλες που είχαν στερηθεί τον ύπνο πριν από τη λοίμωξη παρουσίασαν καλύτερα ποσοστά επιβίωσης. «Μείναμε έκπληκτοι όταν είδαμε πως οι δροσόφιλες αυτές επιβίωσαν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μετά τη λοίμωξη σε σύγκριση με εκείνες που δεν είχαν στερηθεί τον ύπνο» σημείωσε η δρ Γουίλιαμς και εξήγησε ότι, όπως παρατήρησε, η προηγούμενη έλλειψη ύπνου έκανε τις μύγες να κοιμούνται για μεγαλύτερο διάστημα μετά τη μόλυνσή τους με τα βακτήρια σε σύγκριση με τις υπόλοιπες που είχαν κοιμηθεί επαρκώς προτού μολυνθούν.
Οι συγκεκριμένες μύγες που κοιμήθηκαν πιο πολύ είχαν και καλύτερα ποσοστά επιβίωσης κατά τη διάρκεια της λοίμωξης. Μάλιστα, η πρόκληση έλλειψης ύπνου μετά τη λοίμωξη σε σύγκριση με την πρόκληση πριν από αυτήν δεν φάνηκε να κάνει διαφορά καθώς οι μολυσμένες μύγες κοιμήθηκαν αρκετά κατά τη διάρκεια της ανάρρωσης. «Στερήσαμε από τις δροσόφιλες τον ύπνο μετά τη λοίμωξη με τη λογική ότι αν μπλοκάραμε τη διαδικασία του ύπνου θα υπήρχαν προβλήματα σε ό,τι αφορούσε την επιβίωση. Αντιθέτως οι δροσόφιλες έγιναν καλύτερα, όμως μόνο αφού είχαν κοιμηθεί επαρκώς ενόσω ανάρρωναν».
Η έλλειψη ύπνου αυξάνει τη δραστηριότητα ενός μεταγραφικού παράγοντα του μονοπατιού ΝFkB ο οποίος ονομάζεται Relish και είναι απαραίτητος για τη μάχη ενάντια στις λοιμώξεις. Οι μύγες χωρίς το γονίδιο Relish δεν βιώνουν την «οξεία απόκριση ύπνου» και έτσι τελικώς υποκύπτουν γρήγορα στη λοίμωξη. Οταν όμως αυτές οι γενετικώς τροποποιημένες δροσόφιλες στερήθηκαν τον ύπνο πριν από τη λοίμωξη, εμφάνισαν αύξηση των ωρών ύπνου αλλά και των ποσοστών επιβίωσης μετά τη λοίμωξη. «Ολα αυτά τα στοιχεία ενισχύουν την άποψη ότι ο ύπνος μετά τη λοίμωξη βοηθά στην αύξηση των ποσοστών επιβίωσης» σημείωσε η δρ Γουίλιαμς.
Η δεύτερη μελέτη
Στη δεύτερη μελέτη οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μια γενετική προσέγγιση. Μέσω ενός φαρμάκου που ονομάζεται RU486 προκάλεσαν την έκφραση των καναλιών ιόντων με αποτέλεσμα να αλλάξει η νευρωνική δραστηριότητα στον εγκέφαλο των εντόμων και να ρυθμιστούν τα μοτίβα ύπνου τους. Οπως προέκυψε, σε σύγκριση με μια ομάδα ελέγχου, οι μύγες που κοιμήθηκαν περισσότερο και για μεγαλύτερες χρονικές περιόδους ως και επί δύο ημέρες πριν από τη λοίμωξη, παρουσίασαν σημαντικά καλύτερα ποσοστά επιβίωσης.
Παράλληλα οι δροσόφιλες που κοιμήθηκαν περισσότερο μπόρεσαν με ταχύτερους ρυθμούς να «εξολοθρεύσουν» τα βακτήρια που είχαν μολύνει το σώμα τους. «Και πάλι, όπως διαπιστώσαμε, ο περισσότερος ύπνος φάνηκε με κάποιον τρόπο να ενισχύει την ανοσολογική απόκριση του οργανισμού αυξάνοντας την ανθεκτικότητα στη λοίμωξη και την επιβίωση» είπε η επικεφαλής της μελέτης.
Με δεδομένο ότι οι γενετικοί παράγοντες που διερεύνησε η ερευνητική ομάδα, όπως το μονοπάτι NFkB, υπάρχουν στα θηλαστικά, οι ειδικοί του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια πιστεύουν ότι οι μελέτες τους στις δροσόφιλες δείχνουν πολλά και για τη λειτουργία του ύπνου σε ανώτερα ζώα. «Το μήνυμα που βγαίνει από την ερευνητική δουλειά μας είναι ότι όταν αρρωσταίνουμε πρέπει να κοιμόμαστε όσο περισσότερο μπορούμε - έχουμε πλέον στα χέρια μας τα στοιχεία που ενισχύουν αυτή την άποψη» κατέληξε η δρ Γουίλιαμς.
Πηγή: tovima.gr
Αμερικανοί ερευνητές ανακάλυψαν ότι ο ύπνος ενισχύει σημαντικά το ανοσοποιητικό σύστημα, κυρίως όταν ο οργανισμός «παλεύει» με κάποια λοίμωξη. Μάλιστα, πειράματα σε μύγες έδειξαν ότι σε περιπτώσεις σοβαρής λοίμωξης ένας καλός ύπνος μπορεί να σώσει ακόμη και ζωές.
Μελέτη στις δροσόφιλες
Οι ειδικοί από την Ιατρική Σχολή Perelman στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια διαπίστωσαν ότι στις δροσόφιλες ο ύπνος ενισχύει την απόκριση του ανοσοποιητικού συστήματος και έτσι επιταχύνει την ανάρρωση έπειτα από λοίμωξη.
«Είναι μια ενστικτώδης απόκριση το να κοιμόμαστε όταν είμαστε άρρωστοι» ανέφερε η δρ Τζούλι Γουίλιαμς, επικεφαλής της ερευνητικής ομάδας, και προσέθεσε: «Οι μελέτες μάς παρέχουν νέα στοιχεία σχετικά με την άμεση λειτουργική επίδραση του ύπνου στην ανοσολογική απόκριση του οργανισμού». Σύμφωνα με τη δρα Γουίλιαμς, σε πολλές μελέτες η έλλειψη ύπνου έχει χρησιμοποιηθεί ως μέσο προκειμένου να κατανοήσουν οι ειδικοί το πώς ο ύπνος συμβάλλει στην ανάρρωση του οργανισμού. «Ωστόσο μέχρι σήμερα υπήρχαν ελάχιστα πειραματικά στοιχεία τα οποία ενίσχυαν την άποψη ότι ο πιο πολύς ύπνος βοηθά στην ανάρρωση. Ετσι εμείς χρησιμοποιήσαμε ένα μοντέλο δροσόφιλας για να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα».
Η δρ Γουίλιαμς, ερευνήτρια στο Κέντρο για τον Υπνο και τη Νευροβιολογία των Κιρκαδικών Ρυθμών στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια, και ο μεταδιδακτορικός ερευνητής Τζου-Χσινγκ Κούο διεξήγαγαν δύο μελέτες προκειμένου να εξετάσουν άμεσα την επίδραση του ύπνου στην ανάρρωση του οργανισμού και στην επιβίωση έπειτα από λοίμωξη. Τα ευρήματά τους δημοσιεύονται σε δύο άρθρα στην online έκδοση του επιστημονικού εντύπου «Sleep», πριν από την έντυπη δημοσίευσή τους τον Μάιο και τον Ιούνιο.
Η πρώτη μελέτη
Στην πρώτη μελέτη οι ερευνητές ακολούθησαν μια συμβατική προσέγγιση υποβάλλοντας δροσόφιλες σε συνθήκες έλλειψης ύπνου προτού τις μολύνουν με τα βακτήρια Serratia marcescens ή Pseudomonas aeruginosa. Οπως φάνηκε, τόσο οι δροσόφιλες που είχαν στερηθεί τον ύπνο όσο και μια άλλη ομάδα που δεν τον είχε στερηθεί εμφάνισαν μοτίβα αύξησης του ύπνου μετά τη μόλυνση με τα βακτήρια (οι επιστήμονες ονομάζουν αυτή τη συμπεριφορά «οξεία απόκριση ύπνου»).
Ηταν μάλιστα αναπάντεχο το γεγονός ότι οι δροσόφιλες που είχαν στερηθεί τον ύπνο πριν από τη λοίμωξη παρουσίασαν καλύτερα ποσοστά επιβίωσης. «Μείναμε έκπληκτοι όταν είδαμε πως οι δροσόφιλες αυτές επιβίωσαν για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα μετά τη λοίμωξη σε σύγκριση με εκείνες που δεν είχαν στερηθεί τον ύπνο» σημείωσε η δρ Γουίλιαμς και εξήγησε ότι, όπως παρατήρησε, η προηγούμενη έλλειψη ύπνου έκανε τις μύγες να κοιμούνται για μεγαλύτερο διάστημα μετά τη μόλυνσή τους με τα βακτήρια σε σύγκριση με τις υπόλοιπες που είχαν κοιμηθεί επαρκώς προτού μολυνθούν.
Οι συγκεκριμένες μύγες που κοιμήθηκαν πιο πολύ είχαν και καλύτερα ποσοστά επιβίωσης κατά τη διάρκεια της λοίμωξης. Μάλιστα, η πρόκληση έλλειψης ύπνου μετά τη λοίμωξη σε σύγκριση με την πρόκληση πριν από αυτήν δεν φάνηκε να κάνει διαφορά καθώς οι μολυσμένες μύγες κοιμήθηκαν αρκετά κατά τη διάρκεια της ανάρρωσης. «Στερήσαμε από τις δροσόφιλες τον ύπνο μετά τη λοίμωξη με τη λογική ότι αν μπλοκάραμε τη διαδικασία του ύπνου θα υπήρχαν προβλήματα σε ό,τι αφορούσε την επιβίωση. Αντιθέτως οι δροσόφιλες έγιναν καλύτερα, όμως μόνο αφού είχαν κοιμηθεί επαρκώς ενόσω ανάρρωναν».
Η έλλειψη ύπνου αυξάνει τη δραστηριότητα ενός μεταγραφικού παράγοντα του μονοπατιού ΝFkB ο οποίος ονομάζεται Relish και είναι απαραίτητος για τη μάχη ενάντια στις λοιμώξεις. Οι μύγες χωρίς το γονίδιο Relish δεν βιώνουν την «οξεία απόκριση ύπνου» και έτσι τελικώς υποκύπτουν γρήγορα στη λοίμωξη. Οταν όμως αυτές οι γενετικώς τροποποιημένες δροσόφιλες στερήθηκαν τον ύπνο πριν από τη λοίμωξη, εμφάνισαν αύξηση των ωρών ύπνου αλλά και των ποσοστών επιβίωσης μετά τη λοίμωξη. «Ολα αυτά τα στοιχεία ενισχύουν την άποψη ότι ο ύπνος μετά τη λοίμωξη βοηθά στην αύξηση των ποσοστών επιβίωσης» σημείωσε η δρ Γουίλιαμς.
Η δεύτερη μελέτη
Στη δεύτερη μελέτη οι ερευνητές χρησιμοποίησαν μια γενετική προσέγγιση. Μέσω ενός φαρμάκου που ονομάζεται RU486 προκάλεσαν την έκφραση των καναλιών ιόντων με αποτέλεσμα να αλλάξει η νευρωνική δραστηριότητα στον εγκέφαλο των εντόμων και να ρυθμιστούν τα μοτίβα ύπνου τους. Οπως προέκυψε, σε σύγκριση με μια ομάδα ελέγχου, οι μύγες που κοιμήθηκαν περισσότερο και για μεγαλύτερες χρονικές περιόδους ως και επί δύο ημέρες πριν από τη λοίμωξη, παρουσίασαν σημαντικά καλύτερα ποσοστά επιβίωσης.
Παράλληλα οι δροσόφιλες που κοιμήθηκαν περισσότερο μπόρεσαν με ταχύτερους ρυθμούς να «εξολοθρεύσουν» τα βακτήρια που είχαν μολύνει το σώμα τους. «Και πάλι, όπως διαπιστώσαμε, ο περισσότερος ύπνος φάνηκε με κάποιον τρόπο να ενισχύει την ανοσολογική απόκριση του οργανισμού αυξάνοντας την ανθεκτικότητα στη λοίμωξη και την επιβίωση» είπε η επικεφαλής της μελέτης.
Με δεδομένο ότι οι γενετικοί παράγοντες που διερεύνησε η ερευνητική ομάδα, όπως το μονοπάτι NFkB, υπάρχουν στα θηλαστικά, οι ειδικοί του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια πιστεύουν ότι οι μελέτες τους στις δροσόφιλες δείχνουν πολλά και για τη λειτουργία του ύπνου σε ανώτερα ζώα. «Το μήνυμα που βγαίνει από την ερευνητική δουλειά μας είναι ότι όταν αρρωσταίνουμε πρέπει να κοιμόμαστε όσο περισσότερο μπορούμε - έχουμε πλέον στα χέρια μας τα στοιχεία που ενισχύουν αυτή την άποψη» κατέληξε η δρ Γουίλιαμς.
Πηγή: tovima.gr
Σχετικές ετικέτες:Υγεία
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων