09:28 | 19/8/14
Επίθεση φιλίας από το βρετανικό Guardian...
Να επιστραφούν στην Αθήνα τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ζητάει με εκτενές άρθρο του ο Guardian. Τι μπορεί να κάνει κάποιος με τα πιο όμορφα έργα τέχνης του κόσμου; Πού ανήκουν;
Πώς πρέπει να φροντίζονται και πού πρέπει να εκτίθενται; Αυτό φαίνεται να αναρωτιέται ο αρθρογράφος της Guardian, Τζόναθαν Τζόουνς εκθειάζοντας το Μουσείο της Ακρόπολης και τονίζοντας για άλλη μία φορά πως τα γλυπτά πρέπει να επιστρέψουν στον τόπο καταγωγής τους.
Το άρθρο του έχει τον τίτλο «Τα γλυπτά του Παρθενώνα είναι τα ωραιότερα έργα τέχνης στον κόσμο και για αυτό πρέπει να τα επιστρέψουμε», ενώ ο δημοσιογράφος κάνει ένα ταξίδι στον χρόνο περιγράφοντας πότε και πως δημιουργήθηκαν.
«Τα γλυπτά δημιουργήθηκαν στην Αθήνα τον 5ο αιώνα π.Χ. για να διακοσμήσουν τον Παρθενώνα, τον ναό της Αθηνάς, που ακόμα και σήμερα δεσπόζει στον ορίζοντα της ελληνικής πρωτεύουσας» αναφέρει.
Είναι φανερό αναφέρει ο Τζόναθαν Τζόουνς ότι ο Λόρδος Ελγιν αφαίρεσε τα καλύτερα διατηρημένα τμήματα που διασώθηκαν από τον ναό στις αρχές του 19ου αιώνα, και τα μετέφερε στο Λονδίνο, όπου από τότε συγκαταλέγονται στα εκθέματα του Βρετανικού Μουσείου.
«Είναι επίσης εμφανές ότι η Ελλάδα θέλει τα Μάρματα του Παρθενώνα πίσω και το 2009 άνοιξε ένα μουσείο -έργο τέχνης, κάτω από το λόφο της Αρκόπολης που στέκεται ο Παρθενώνας για να τα στεγάσει» επισημαίνει ο αρθρογράφος.
«Πού ανήκουν όμως πραγματικά τα γλυπτά; Για να βρει όμως κανείς μια λογική απάντηση σε αυτό το ερώτημα», υποστηρίζει ο αρθρογράφος και συνεχίζει «πρέπει πρώτα να σκεφτεί ότι πρόκειται για την πιο όμορφη τέχνη στον κόσμο. Εχει μόνο ελάχιστους αντιπάλους – σκεφτείτε τον Λεονάρντο ντα Βίντσι και τον Μιχαήλ Αγγελο».
Όπως λέει: «Η θλιβερή αλήθεια είναι πως μέσα στο Βρετανικό Μουσείο, τα γλυπτά του Παρθενώνα δεν μπορεί να τα θαυμάσει κανείς στην τελειότητά τους. Κυρίως για έναν λόγο, παρουσιάζονται σε μια γκρίζα, νεοκλασική αίθουσα όπου οι πέτρινοι τοίχοι της δεν κάνουν αντίθεση με αυτά τα λίθινα έργα τέχνης – είναι μια νεκρική αίθουσα που τα «πλακώνει» αντί να τα φωτίζει. Επομένως, αν το Βρετανικό Μουσείο θέλει να κρατήσει αυτά τα αριστουργήματα, πρέπει να βρει τα χρήματα να τα παρουσιάσει σε έναν χώρο με πιο μοντέρνα αισθητική» σημειώνει με νόημα ο Τζόουνς και προσθέτει «Ή, θα μπορούσε να τα επιστρέψει στην Ελλάδα, που έχει κατασκευάσει ήδη ένα υπέροχο σύγχρονο μουσείο για να το κάνει αυτό. Το καλύτερο πράγμα σχετικά με την έκθεση των γλυπτών στο Μουσείο της Ακρόπολης, για τα γλυπτά του Παρθενώνα, είναι πως καθιστά εύκολο στον θεατή να δει πώς ταιριάζουν τα γλυπτά στο κτίριο και πώς λειτουργούν ως σύνολο. Έχει επίσης ένα πλεονέκτημα που το Λονδίνο δεν μπορεί σε τίποτε να συναγωνιστεί – μπορεί κανείς να θαυμάσει τα γλυπτά και μετά μέσα από τον γυάλινο τοίχο να δει τον ίδιο τον Παρθενώνα, δημιουργώντας μια αισθητική σύνδεση ανάμεσα στην τέχνη και το αρχιτεκτονικό σπίτι τους».
Να επιστραφούν στην Αθήνα τα Μάρμαρα του Παρθενώνα ζητάει με εκτενές άρθρο του ο Guardian. Τι μπορεί να κάνει κάποιος με τα πιο όμορφα έργα τέχνης του κόσμου; Πού ανήκουν;
Πώς πρέπει να φροντίζονται και πού πρέπει να εκτίθενται; Αυτό φαίνεται να αναρωτιέται ο αρθρογράφος της Guardian, Τζόναθαν Τζόουνς εκθειάζοντας το Μουσείο της Ακρόπολης και τονίζοντας για άλλη μία φορά πως τα γλυπτά πρέπει να επιστρέψουν στον τόπο καταγωγής τους.
Το άρθρο του έχει τον τίτλο «Τα γλυπτά του Παρθενώνα είναι τα ωραιότερα έργα τέχνης στον κόσμο και για αυτό πρέπει να τα επιστρέψουμε», ενώ ο δημοσιογράφος κάνει ένα ταξίδι στον χρόνο περιγράφοντας πότε και πως δημιουργήθηκαν.
«Τα γλυπτά δημιουργήθηκαν στην Αθήνα τον 5ο αιώνα π.Χ. για να διακοσμήσουν τον Παρθενώνα, τον ναό της Αθηνάς, που ακόμα και σήμερα δεσπόζει στον ορίζοντα της ελληνικής πρωτεύουσας» αναφέρει.
Είναι φανερό αναφέρει ο Τζόναθαν Τζόουνς ότι ο Λόρδος Ελγιν αφαίρεσε τα καλύτερα διατηρημένα τμήματα που διασώθηκαν από τον ναό στις αρχές του 19ου αιώνα, και τα μετέφερε στο Λονδίνο, όπου από τότε συγκαταλέγονται στα εκθέματα του Βρετανικού Μουσείου.
«Είναι επίσης εμφανές ότι η Ελλάδα θέλει τα Μάρματα του Παρθενώνα πίσω και το 2009 άνοιξε ένα μουσείο -έργο τέχνης, κάτω από το λόφο της Αρκόπολης που στέκεται ο Παρθενώνας για να τα στεγάσει» επισημαίνει ο αρθρογράφος.
«Πού ανήκουν όμως πραγματικά τα γλυπτά; Για να βρει όμως κανείς μια λογική απάντηση σε αυτό το ερώτημα», υποστηρίζει ο αρθρογράφος και συνεχίζει «πρέπει πρώτα να σκεφτεί ότι πρόκειται για την πιο όμορφη τέχνη στον κόσμο. Εχει μόνο ελάχιστους αντιπάλους – σκεφτείτε τον Λεονάρντο ντα Βίντσι και τον Μιχαήλ Αγγελο».
Όπως λέει: «Η θλιβερή αλήθεια είναι πως μέσα στο Βρετανικό Μουσείο, τα γλυπτά του Παρθενώνα δεν μπορεί να τα θαυμάσει κανείς στην τελειότητά τους. Κυρίως για έναν λόγο, παρουσιάζονται σε μια γκρίζα, νεοκλασική αίθουσα όπου οι πέτρινοι τοίχοι της δεν κάνουν αντίθεση με αυτά τα λίθινα έργα τέχνης – είναι μια νεκρική αίθουσα που τα «πλακώνει» αντί να τα φωτίζει. Επομένως, αν το Βρετανικό Μουσείο θέλει να κρατήσει αυτά τα αριστουργήματα, πρέπει να βρει τα χρήματα να τα παρουσιάσει σε έναν χώρο με πιο μοντέρνα αισθητική» σημειώνει με νόημα ο Τζόουνς και προσθέτει «Ή, θα μπορούσε να τα επιστρέψει στην Ελλάδα, που έχει κατασκευάσει ήδη ένα υπέροχο σύγχρονο μουσείο για να το κάνει αυτό. Το καλύτερο πράγμα σχετικά με την έκθεση των γλυπτών στο Μουσείο της Ακρόπολης, για τα γλυπτά του Παρθενώνα, είναι πως καθιστά εύκολο στον θεατή να δει πώς ταιριάζουν τα γλυπτά στο κτίριο και πώς λειτουργούν ως σύνολο. Έχει επίσης ένα πλεονέκτημα που το Λονδίνο δεν μπορεί σε τίποτε να συναγωνιστεί – μπορεί κανείς να θαυμάσει τα γλυπτά και μετά μέσα από τον γυάλινο τοίχο να δει τον ίδιο τον Παρθενώνα, δημιουργώντας μια αισθητική σύνδεση ανάμεσα στην τέχνη και το αρχιτεκτονικό σπίτι τους».
Σχετικές ετικέτες:ΕλλάδαΠολιτισμός
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων