19:29 | 7/9/14
Από το 2010 έως και το 2013 χάθηκαν 930.000 θέσεις εργασίας, ενώ αυξήθηκε η ανασφάλιστη εργασία από το 25% στο 31%...
Είκοσι περίπου χρόνια εκτιμάται ότι θα χρειαστεί να περάσουν για να επιστρέψει το ποσοστό ανεργίας στα προ επίπεδα κρίσης, ενώ το ασφαλιστικό σύστημα αντέχει μόνο μέχρι το 2016.
Οι μέσες ετήσιες μεικτές αποδοχές ανά απασχολούμενο είναι μικρότερες από αυτές της Σλοβενίας και της Κύπρου και ανέρχονται σε 21.930 ευρώ, όταν στην Ισπανία είναι περίπου 35.000 ευρώ και στην Ιρλανδία 45.000 ευρώ.
Η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 1980, ενώ τα ποσοστά ανεργίας θυμίζουν τη δεκαετία του 1960.
Τα αποκαλυπτικά αυτά στοιχεία καταγράφονται στην ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, που παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη από τον Σάββα Ρομπόλη.
Σύμφωνα με την έκθεση το ποσοστό ανεργίας το 2020 θα είναι 22% με 23%, δηλαδή 1.1 εκατομμύριο άτομα θα αναζητούν δουλειά.
Στο μεταξύ «έτος σταθμός» για το ασφαλιστικό σύστημα είναι το 2016, καθώς από την αύξηση των ορίων ηλικίας και τη μείωση των συντάξεων τα Ταμεία κέρδισαν μόνο μία διετία ζωής.
Συγκεκριμένα, το 2016 το σύστημα θα χρειαστεί ένα επιπλέον ποσό 950 εκατομμυρίων ευρώ, το ποσό αυτό το 2017 θα πάει στα 1.8 δισεκατομμύρια ευρώ, το 2018 στα 2,1 δισεκατομμύρια και θα συνεχίσει να αυξάνεται. Μάλιστα η κατάσταση θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερα την πενταετία 2023 - 2028, όπου αναμένεται νέα ανατροπή στη σχέση ασφαλισμένων προς συνταξιούχων.
Από τα στοιχεία προκύπτει πως:
• Oι μέσες ετήσιες μεικτές αποδοχές στην Ελλάδα ανά απασχολούμενο κατά το 2014 είναι μικρότερος από αυτές της Σλοβενίας και της Κύπρου (όπου επίσης έχει μειωθεί ο πραγματικός μισθός) και ανέρχονται σε 21.930 ευρώ.
Οι αντίστοιχες αποδοχές είναι περίπου 35.000 ευρώ στην Ισπανία, 39.000 ευρώ στη Γερμανία, 49.000 ευρώ στη Γαλλία και 45.000 ευρώ στην Ιρλανδία.
• Ακόμα μεγαλύτερη είναι η υποχώρηση της αγοραστικής δύναμης όσων αμείβονται με τον κατώτερο μισθό. Στην περίπτωση αυτή καταγράφεται υποχώρηση στα επίπεδα προ του 1984.
• Κατά την περίοδο 2010-2013 οι κατώτατες κλαδικές πραγματικές αποδοχές υποχωρούν σημαντικά. Ενδεικτικά αναφέρεται πως μειώνονται κατά 18,8% στα ξενοδοχεία, 9,8% στο εμπόριο, 8,2% στις Τράπεζες, 6,6% στην τσιμεντοβιομηχανία και 4,5% στη σιδηροβιομηχανία.
• Η αγοραστική δύναμη των μέσων αποδοχών ανά μισθωτό κατά την πενταετία 2010-2014 μειώθηκε κατά 23%, με αποτέλεσμα στο τέλος του 2014 να επιστρέψει στα επίπεδα του 1995. Η αγοραστική δύναμη των μέσων αποδοχών εργασίας στην Ελλάδα είναι χαμηλότερη από την αντίστοιχη στη Μάλτα, στη Σλοβενία, την Κύπρο και την Κροατία. Έχει πλέον εξισωθεί με αυτή της Πορτογαλίας, έναντι της οποίας υπήρχε πάντοτε σημαντική απόσταση που απέρρεε από τη μεγάλη διαφορά στην παραγωγικότητα της εργασίας μεταξύ των δύο χωρών.
• Το διάστημα 2010-2013, σε τρέχουσες τιμές, οι αποδοχές εργασίας μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων μειώθηκαν κατά 41 δισεκατομμύρια ευρώ. Μάλιστα πρόκειται να μειωθούν κατά περίπου 2 επιπλέον δισεκατομμύρια ευρώ το 2014.
• Η μείωση του όγκου της εγχώριας ζήτησης κατά την πενταετία 2009- 2013 κατά το 1/3, συνέβαλε στην υποχώρησή του κατά 14 χρόνια, δηλαδή στα επίπεδα του 1998.
• Ο κατώτατος μισθός σε μονάδες αγοραστικής δύναμης στην Ελλάδα, μετά τη μείωση του Φεβρουαρίου 2012, κατρακυλά στην κατάταξη των χωρών από την έβδομη στη δέκατη θέση. Είναι πλέον -με εξαίρεση την Πορτογαλία- χαμηλότερος σε όρους αγοραστικής δύναμης από τον αντίστοιχο μισθό της Ισπανίας, της Μάλτας και της Σλοβενίας, ενώ παράλληλα μειώνεται πλέον σημαντικά και η απόσταση από τους αντίστοιχους κατώτατους μισθούς της Πολωνίας, της Κροατίας και της Ουγγαρίας
• Ένας στους πέντε εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας εργάζεται πλέον με ευέλικτες μορφές απασχόλησης.
• Σημαντική είναι η απόσταση που χωρίζει το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Ενδεικτικά αναφέρεται πως ανέρχεται σε 34% ως προς τη Γερμανία (δηλαδή με βάση 100 για Γερμανία ο δείκτης ανέρχεται σε 66 για Ελλάδα). Το μοναδιαίο κόστος εργασίας στην Πορτογαλία είναι για πρώτη φορά υψηλότερο από αυτό της Ελλάδος.
• Από το 2010 έως και το 2013 χάθηκαν 930.000 θέσεις εργασίας (ποσοστό 20%), ενώ αυξήθηκε η ανασφάλιστη εργασία από το 25% στο 31%.
• Από το σύνολο όσων αναζητούν δουλειά επτά στους δέκα είναι μακροχρόνιοι άνεργοι, ενώ μόλις το 26% έχει διάρκεια ανεργίας από ένα μέχρι ένδεκα μήνες.
• Ο αριθμός των επιδοτούμενων ανέργων μειώνεται συνεχώς. Είναι χαρακτηριστικό πως από το 1/3 τον Ιανουάριο του 2010 οι επιδοτούμενοι αποτελούν πλέον το 10,3% των ανέργων.
Πηγή: Έθνος
Είκοσι περίπου χρόνια εκτιμάται ότι θα χρειαστεί να περάσουν για να επιστρέψει το ποσοστό ανεργίας στα προ επίπεδα κρίσης, ενώ το ασφαλιστικό σύστημα αντέχει μόνο μέχρι το 2016.
Οι μέσες ετήσιες μεικτές αποδοχές ανά απασχολούμενο είναι μικρότερες από αυτές της Σλοβενίας και της Κύπρου και ανέρχονται σε 21.930 ευρώ, όταν στην Ισπανία είναι περίπου 35.000 ευρώ και στην Ιρλανδία 45.000 ευρώ.
Η αγοραστική δύναμη των Ελλήνων έχει επιστρέψει στα επίπεδα του 1980, ενώ τα ποσοστά ανεργίας θυμίζουν τη δεκαετία του 1960.
Τα αποκαλυπτικά αυτά στοιχεία καταγράφονται στην ετήσια έκθεση του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ, που παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη από τον Σάββα Ρομπόλη.
Σύμφωνα με την έκθεση το ποσοστό ανεργίας το 2020 θα είναι 22% με 23%, δηλαδή 1.1 εκατομμύριο άτομα θα αναζητούν δουλειά.
Στο μεταξύ «έτος σταθμός» για το ασφαλιστικό σύστημα είναι το 2016, καθώς από την αύξηση των ορίων ηλικίας και τη μείωση των συντάξεων τα Ταμεία κέρδισαν μόνο μία διετία ζωής.
Συγκεκριμένα, το 2016 το σύστημα θα χρειαστεί ένα επιπλέον ποσό 950 εκατομμυρίων ευρώ, το ποσό αυτό το 2017 θα πάει στα 1.8 δισεκατομμύρια ευρώ, το 2018 στα 2,1 δισεκατομμύρια και θα συνεχίσει να αυξάνεται. Μάλιστα η κατάσταση θα επιδεινωθεί ακόμα περισσότερα την πενταετία 2023 - 2028, όπου αναμένεται νέα ανατροπή στη σχέση ασφαλισμένων προς συνταξιούχων.
Από τα στοιχεία προκύπτει πως:
• Oι μέσες ετήσιες μεικτές αποδοχές στην Ελλάδα ανά απασχολούμενο κατά το 2014 είναι μικρότερος από αυτές της Σλοβενίας και της Κύπρου (όπου επίσης έχει μειωθεί ο πραγματικός μισθός) και ανέρχονται σε 21.930 ευρώ.
Οι αντίστοιχες αποδοχές είναι περίπου 35.000 ευρώ στην Ισπανία, 39.000 ευρώ στη Γερμανία, 49.000 ευρώ στη Γαλλία και 45.000 ευρώ στην Ιρλανδία.
• Ακόμα μεγαλύτερη είναι η υποχώρηση της αγοραστικής δύναμης όσων αμείβονται με τον κατώτερο μισθό. Στην περίπτωση αυτή καταγράφεται υποχώρηση στα επίπεδα προ του 1984.
• Κατά την περίοδο 2010-2013 οι κατώτατες κλαδικές πραγματικές αποδοχές υποχωρούν σημαντικά. Ενδεικτικά αναφέρεται πως μειώνονται κατά 18,8% στα ξενοδοχεία, 9,8% στο εμπόριο, 8,2% στις Τράπεζες, 6,6% στην τσιμεντοβιομηχανία και 4,5% στη σιδηροβιομηχανία.
• Η αγοραστική δύναμη των μέσων αποδοχών ανά μισθωτό κατά την πενταετία 2010-2014 μειώθηκε κατά 23%, με αποτέλεσμα στο τέλος του 2014 να επιστρέψει στα επίπεδα του 1995. Η αγοραστική δύναμη των μέσων αποδοχών εργασίας στην Ελλάδα είναι χαμηλότερη από την αντίστοιχη στη Μάλτα, στη Σλοβενία, την Κύπρο και την Κροατία. Έχει πλέον εξισωθεί με αυτή της Πορτογαλίας, έναντι της οποίας υπήρχε πάντοτε σημαντική απόσταση που απέρρεε από τη μεγάλη διαφορά στην παραγωγικότητα της εργασίας μεταξύ των δύο χωρών.
• Το διάστημα 2010-2013, σε τρέχουσες τιμές, οι αποδοχές εργασίας μισθωτών και αυτοαπασχολούμενων μειώθηκαν κατά 41 δισεκατομμύρια ευρώ. Μάλιστα πρόκειται να μειωθούν κατά περίπου 2 επιπλέον δισεκατομμύρια ευρώ το 2014.
• Η μείωση του όγκου της εγχώριας ζήτησης κατά την πενταετία 2009- 2013 κατά το 1/3, συνέβαλε στην υποχώρησή του κατά 14 χρόνια, δηλαδή στα επίπεδα του 1998.
• Ο κατώτατος μισθός σε μονάδες αγοραστικής δύναμης στην Ελλάδα, μετά τη μείωση του Φεβρουαρίου 2012, κατρακυλά στην κατάταξη των χωρών από την έβδομη στη δέκατη θέση. Είναι πλέον -με εξαίρεση την Πορτογαλία- χαμηλότερος σε όρους αγοραστικής δύναμης από τον αντίστοιχο μισθό της Ισπανίας, της Μάλτας και της Σλοβενίας, ενώ παράλληλα μειώνεται πλέον σημαντικά και η απόσταση από τους αντίστοιχους κατώτατους μισθούς της Πολωνίας, της Κροατίας και της Ουγγαρίας
• Ένας στους πέντε εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας εργάζεται πλέον με ευέλικτες μορφές απασχόλησης.
• Σημαντική είναι η απόσταση που χωρίζει το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος στην Ελλάδα από τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης. Ενδεικτικά αναφέρεται πως ανέρχεται σε 34% ως προς τη Γερμανία (δηλαδή με βάση 100 για Γερμανία ο δείκτης ανέρχεται σε 66 για Ελλάδα). Το μοναδιαίο κόστος εργασίας στην Πορτογαλία είναι για πρώτη φορά υψηλότερο από αυτό της Ελλάδος.
• Από το 2010 έως και το 2013 χάθηκαν 930.000 θέσεις εργασίας (ποσοστό 20%), ενώ αυξήθηκε η ανασφάλιστη εργασία από το 25% στο 31%.
• Από το σύνολο όσων αναζητούν δουλειά επτά στους δέκα είναι μακροχρόνιοι άνεργοι, ενώ μόλις το 26% έχει διάρκεια ανεργίας από ένα μέχρι ένδεκα μήνες.
• Ο αριθμός των επιδοτούμενων ανέργων μειώνεται συνεχώς. Είναι χαρακτηριστικό πως από το 1/3 τον Ιανουάριο του 2010 οι επιδοτούμενοι αποτελούν πλέον το 10,3% των ανέργων.
Πηγή: Έθνος
Σχετικές ετικέτες:Οικονομία
Σχετικά άρθρα