00:43 | 13/12/16
Με δύο κείμενα του το ΔΝΤ επιρρίπτει στην Ελλάδα την ευθύνη για την ανάγκη λήψης νέων μέτρων, όπως η μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου, αλλά δηλώνει ότι το ίδιο δεν επιθυμεί λιτότητα. Διαβάστε ολόκληρα τα κείμενα του Τόμσεν και του Ομπστφελντ
Στην Αθήνα που δέχθηκε τα υψηλά μεσοπρόθεσμα πρωτογενή πλεονάσματα στο 3,5% και το δημοσιονομικό κόφτη των δαπανών, επιρρίπτει το ΔΝΤ την συνεχιζόμενη λιτότητα, επιμένοντας όμως ότι μέτρα όπως η μείωση των συντάξεων και του αφορολόγητου πρέπει να νομοθετηθούν άμεσα.Σε δύο διαφορετικά κείμενα που συνυπογράφουν ο επικεφαλής οικονομολόγος του Ταμείου Μορίς Ομπστφελντ,και ο διευθυντής Ευρώπης του Ταμείου, Πόλ Τόμσεν ο οποίος επισυνάπτει και ένα τεχνικό σημείωμα, το Ταμείο προσπαθεί κατά κάποιο τρόπο να δικαιολογηθεί για το αδιέξοδο που απειλεί να φέρει στο ελληνικό πρόγραμμα, μια μέρα πριν ξεκινήσει στην Αθήνα ο τρίτος γύρος των διαπραγματεύσεων για τη δεύτερη αξιολόγηση.
Και δύο κείμενα καλύπτουν την έως τώρα στάση του ταμείου λέγοντας ότι το ΔΝΤ, δεν ζητάει περισσότερη λιτότητα, αλλά συγκεκριμένα μεταρρυθμίσεις, οι οποίες σε συνδυασμό και με ήπια πρωτογενή πλεονάσματα, όπως το 1,5% που προβλέπει το ταμείο, μπορούν να δώσουν σταθερές αναπτυξιακές προοπτικές στην Ελληνική οικονομία.
Ειδικότερα και τα δύο στελέχη του ταμείου τονίζουν ότι χωρίς μια ριζοσπαστική μεταρρύθμιση του δημοσίου τομέα, η Ελλάδα αποκλείεται να ανακάμψει μακροπρόθεσμα και στο πλαίσιο αυτό επισημαίνουν τους δυο κύριους πυλώνες του προβλήματος:
Πρώτον, την περιορισμένη φορολογική βάση, σημειώνοντας ότι στην Ελλάδα πάνω από τα μισά νοικοκυριά βρίσκονται κάτω από το αφορολόγητο όριο, τη στιγμή που το αντίστοιχο ποσοστό στην ευρωζώνη είναι μόλις 8%,
Δεύτερον, το ασφαλιστικό σύστημα το οποίο κοστίζει υπέρμετρα στο κράτος αφού για τις συντάξεις δαπανάται το 11% του ΑΕΠ σε αντιδιαστολή με το 2,25% που είναι ο μέσος όρος στα υπόλοιπα μέλη της ευρωζώνης.
Στο τεχνικό κείμενο του Πόλ Τόμσεν, ο διευθυντής Ευρώπης του ΔΝΤ κάνει μια λεπτομερή αποτίμηση της δομής του ελληνικού προϋπολογισμού, δίνοντας έμφαση στα αντιαναπτυξιακά χαρακτηριστικά του φορολογικού συστήματος.
Οι συγγραφείς του άρθρου, επισημαίνουν ότι οι ελληνικές κυβερνήσεις επικεντρώθηκαν, διαχρονικά, στην αύξηση των φορολογικών συντελεστών και όχι στην αύξηση της φορολογικής βάσης, με τελικό αποτέλεσμα, όπως δείχνουν και τα σχετικά γραφήματα, την κατάρρευση της εισπραξιμότητας και την έκρηξη των οφειλών ιδιωτών προς το Δημόσιο.
Επίσης, σημειώνουν την αναντιστοιχία που υπάρχει ως προς το ύψος των συντάξεων στη χώρα, σημειώνοντας ότι αυτές παραμένουν ιδιαιτέρως υψηλές, σε βάρος τελικά των νεότερων ηλικιών.
Είναι ενδεικτικό ότι σύμφωνα με γράφημα που παραθέτουν, ενώ ο κίνδυνος φτώχειας μειώνεται δραστικά για τους συνταξιούχους, παραμένει στα ίδια σχεδόν επίπεδα για τους εργαζόμενους και αυξάνεται επικίνδυνα για τους ανέργους.
Σε ότι αφορά τα πρωτογενή πλεονάσματα και τα δύο στελέχη τονίζουν, ότι παρά τις εισηγήσεις του Ταμείου, η ελληνική κυβέρνηση συμφώνησε με τους ευρωπαϊκούς θεσμούς σε πρωτογενή πλεονάσματα 3,5%.
Αλλά για να επιτευχθούν αυτά απαιτούνται επιπλέον μέτρα. Σε αυτό το περιβάλλον, και παρότι δηλώνουν αντίθετοι με τον συγκεκριμένο στόχο, σημειώνουν ότι για λόγους αξιοπιστίας θα πρέπει να νομοθετηθούν άμεσα τα νέα μέτρα που θα καταστήσουν δυνατή την επίτευξη του υψηλού πρωτογενούς πλεονάσματος, ώστε να μην μένει καμία αμφιβολία για την πολιτική βούληση της Ελλάδας να συγκρουσθεί με τα οργανωμένα συμφέροντα που δυσχέραναν την υλοποίηση του προγράμματος κατά το παρελθόν.
Αναλυτικά τα κείμενα του Τόμσεν και του Ομπστφελντ
Τάσος Δασόπουλος
Σχετικές ετικέτες:δανειστέςδιαπραγμάτευσηΔΝΤΠολ ΤόμσενΠολιτική
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων