13:35 | 12/1/17
Την ανάγκη να ανοίξει επιτέλους η συζήτηση για την εξαίρεση των δημοσιογράφων από τη διαδικασία του αυτοφώρου μετά από μηνύσεις, επεσήμανε σε συνέντευξή της στο ραδιόφωνο του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ Ράνια Σβίγκου
Η κ. Σβίγκου, σχολιάζοντας συγκεκριμένα τις εξελίξεις των τελευταίων ημερών με τη σύλληψη των Παναγιώτη Τζένου και Γιάννη Κουρτάκη μετά από μήνυση του Πάνου Καμμένου, είπε μεταξύ άλλων ότι κατανοεί «την αντίδραση δημοσιογράφων, όπως είναι ο ευρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ ο Στ. Κούλογλου, όπως ο Κ. Βαξεβάνης και άλλοι δημοσιογράφοι που κατέκριναν αυτό καθ’ εαυτό το γεγονός της σύλληψης και αντέδρασαν σ’ αυτό». «Αυτή είναι μια στάση που εγώ την κατανοώ πλήρως κι εδώ θα μπορούσε να ανοίξει μια συζήτηση ως προς τη διαδικασία του αυτόφωρου και την εξαίρεση απ’ αυτή τη διαδικασία των δημοσιογράφων. Αυτό είναι μια συζήτηση και αναφερόμαστε σε μια διάταξη η οποία προϋπήρχε προφανώς της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ» πρόσθεσε.Η εκπρόσωπος Τύπου του κυβερνώντος κόμματος έκανε παράλληλα λόγο για υποκρισία από πλευράς ορισμένων κομμάτων και κυρίως της ΝΔ «που ξαφνικά ανακαλύπτουν τη δημοσιογραφική ανεξαρτησία και τη δημοσιογραφική δεοντολογία, όταν όλο το προηγούμενο διάστημα όταν ήταν στην κυβέρνηση, αντιμετώπισαν τη δημοσιογραφία με όρους διαπλοκής, με όρους χειραγώγησης των μέσων, με όρους εξυπηρέτησης και εύνοιας ημετέρων κ.ο.κ.».
Εξήγησε πάντως η κ. Σβίγκου πως «αν υπάρχει παραβίαση του νόμου, θα πρέπει να ακολουθούνται οι νόμιμες διαδικασίες και να τιμωρούνται οι παραβάτες. Κι αυτό είναι χρέος της δικαιοσύνης να το διαλευκάνει». «Είναι άλλο πράγμα η σκληρή πολιτική κριτική που οφείλει ο δημοσιογράφος να ασκήσει σε όλα τα πολιτικά πρόσωπα και σε όλους όσοι ασκούν την εξουσία και άλλο πράγμα είναι αυτή η κριτική να εμπλέκει πρόσωπα του οικογενειακού περιβάλλοντος, όπως έγινε στην περίπτωση του κ. Καμμένου. Νομίζω ότι τέτοιου τύπου πρακτικές υπερβαίνουν τα όρια της δημοσιογραφικής κριτικής και παραβιάζουν τα όρια της δημοσιογραφικής δεοντολογίας. Και αυτό είναι κάτι που πρέπει να το δείτε πρώτιστα εσείς οι δημοσιογράφοι και συνολικά ο δημοσιογραφικός κόσμος» συμπλήρωσε.
Κληθείσα να σχολιάσει τις εξελίξεις στο πεδίο των διαπραγματεύσεων, η Ράνια Σβίγκου εξήγησε ότι «βασική αιτία των καθυστερήσεων είναι οι διαφορές μεταξύ των θεσμών και πιο συγκεκριμένα οι εξωφρενικές απαιτήσεις του ΔΝΤ που απαιτεί χωρίς καμία οικονομική αιτιολογία να ψηφιστούν τώρα μέτρα για μετά το 2018». «Το ΔΝΤ επιμένει να πορεύεται από τη μια λάθος εκτίμηση στην άλλη και από το ένα λάθος στο άλλο, χωρίς να αντιλαμβάνεται ούτε το ίδιο, ούτε οι σύμμαχοί του εντός της Ευρώπης, ότι η επιμονή στο λάθος το μόνο που μπορεί να παράξει είναι νέα λάθη και νέα τερατουργήματα εναντίον όχι μόνο της Ελλάδας, αλλά και εναντίον της Ευρώπης», είπε.
«Εμείς από την πλευρά μας έχουμε τηρήσει όλα τα συμφωνηθέντα. Το ίδιο περιμένουμε να κάνουν και οι υπόλοιποι θεσμοί. Η οικονομία έχει υπεραποδώσει τους στόχους της, οπότε, αυτή τη στιγμή ούτε αιτιολογούνται καθυστερήσεις, ούτε αιτιολογούνται μέτρα τα οποία επί της ουσίας αντιβαίνουν και στην ίδια την υλοποίηση του προγράμματος. Είδαμε και τη χθεσινή συνάντηση Σαπέν – Τσακαλώτου, που αυτό το μήνυμα ήθελαν να δώσουν, ότι πρέπει η αξιολόγηση να ολοκληρωθεί το συντομότερο δυνατό. Όπως έχουμε δει και άλλες δηλώσεις τις τελευταίες μέρες στο επίπεδο της Ευρώπης, όπως η χθεσινή του Βέλγου υπουργού Οικονομικών, που δήλωσε ότι μπορούμε να συνεχίσουμε και χωρίς το ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα. Το ΔΝΤ συμμετάσχει στο πρόγραμμα ως τεχνικός σύμβουλος. Είναι επιθυμία άλλων μέσα στην Ευρώπη να υπάρχει το ΔΝΤ. Η παρουσία, όμως, αυτή τη στιγμή του ΔΝΤ και αυτά που το ίδιο ζητάει αντιβαίνουν στην ίδια την πορεία του προγράμματος. Και το ίδιο το ΔΝΤ, αντί να ζητήσει, όπως πολλές φορές έχουμε τονίσει, μεγαλύτερη γενναιότητα στη ρύθμιση του χρέους, αυτό που ζητάει είναι μέτρα που δεν έχουν καμία λογική» συνέχισε.
Ως προς το Κυπριακό, η εκπρόσωπος Τύπου του ΣΥΡΙΖΑ ανέφερε ότι «είναι θετικά αυτά που ακούγονται αυτή τη στιγμή από τη Γενεύη. Είναι σημαντικό η επιθυμία για την εξεύρεση βιώσιμης και δίκαιης λύσης στο πλαίσιο των αποφάσεων του ΟΗΕ επιτέλους να γίνει πραγματικότητα. Μένει να το δούμε αυτό και ευελπιστούμε για το καλύτερο». Σχολιάζοντας τις δυσκολίες που υπάρχουν στο πεδίο του προσφυγικού σημείωσε ότι «σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να είναι αξιοπρεπής η διαβίωση των προσφύγων και να γίνεται σε συνθήκες ασφάλειας και αυτό είναι που αρμόζει στην επιθυμία της Ελλάδας να διαχειριστεί το προσφυγικό με όρους αξιοπρέπειας και αλληλεγγύης. Και βέβαια να τονίσουμε εδώ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν πρέπει η Ελλάδα να κάνει ό,τι περνάει από το δικό της χέρι για την καλύτερη δυνατή εξασφάλιση των συνθηκών διαβίωσης των προσφύγων, ότι είναι συγκεκριμένες οι ευθύνες της Ευρώπης τόσο στο επίπεδο της μετεγκατάστασης όπου δεν εφαρμόζονται από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. οι συμφωνίες, όσο και στην παροχή υλικοτεχνικής βοήθειας. Κι αυτό είναι κάτι το οποίο πρέπει να αλλάξει, γιατί αντιλαμβάνεστε ότι η αντιμετώπιση του προσφυγικού θα πρέπει να γίνεται από την Ευρώπη με όρους αναλογικής κατανομής και με όρους αλληλεγγύης από όλα τα κράτη και όχι μόνο από την Ελλάδα, που, επαναλαμβάνω, όμως ότι πρέπει να κάνει τα πάντα ώστε να μην είναι απροετοίμαστη και ώστε επαρκώς να εξασφαλίζονται οι καλύτερες δυνατές συνθήκες για τους πρόσφυγες».
Τέλος για τις κατηγορίες της ΝΔ για προσλήψεις στο δημόσιο είπε: «Από τη μία αυτό είναι ψέμα και έχουν παρουσιαστεί τα σχετικά στοιχεία σχετικά με τις δήθεν προσλήψεις που άλλες αφορούν προγράμματα μέσω ΕΣΠΑ, άλλα αφορούν προσλήψεις στην υγεία και την παιδεία και άλλα αφορούν προσλήψεις ύστερα από δικαστικές αποφάσεις τις οποίες και προφανώς έπρεπε να σεβαστεί η ελληνική κυβέρνηση. Η ΝΔ δεν κρύβει το όραμά της για περιστολή του κράτους και για συνέχιση της διάλυσης και της απαξίωσης του δημόσιου τομέα και στην παιδεία και στην υγεία, που είναι οι δύο τομείς που πάσχουν θα λέγαμε περισσότερο, μέσα από απολύσεις και συνέχιση του ίδιου έργου που θυμόμαστε από τον κ. Μητσοτάκη ως υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης. Να σημειώσουμε ότι πρόσφατες δηλώσεις της κυρίας Κεραμέως για τους εκπαιδευτικούς προκάλεσαν τις εύλογες αντιδράσεις ακόμα και της συνδικαλιστικής παράταξης της Ν.Δ.. Είδαμε όμως μ’ αυτόν τον τρόπο ποια είναι η απόσταση της ΝΔ όχι μόνο απλώς από το ευρύτερο σώμα των δημοσίων υπαλλήλων, αλλά και από το ίδιο το κομματικό σώμα της ΝΔ».
Σχετικές ετικέτες:αυτόφωροδημοσιογράφοιΠολιτικήΡάνια ΣβίγκουΣΥΡΙΖΑ
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων