Κριτική του Δ. Δακρότση στην ποιητική συλλογή της Γιώτας Βουλδή, «Πρώτη Παράσταση» | Greek-iNews


Έχετε φορτώσει την έκδοση για υπολογιστές, για καλύτερη εμπειρία χρήσης μεταβείτε στην έκδοση για κινητά με ένα
κλικ εδώ

Κριτική του Δ. Δακρότση στην ποιητική συλλογή της Γιώτας Βουλδή, «Πρώτη Παράσταση»

02:21 | 11/5/17

«Πάντα αισθανόμουν δέος μπροστά στον ποιητή∙ τον καλλιτέχνη, που έργο του είναι να μετασχηματίζει την ζωντανή φαντασία σε λόγο, σε ολοκληρωμένη μορφή με όρια σαφή, κατανοητά και απλά. Η απλότητα μάλιστα είναι το ιδιαίτερο στοιχείο που προκαλεί το δέος, το συναίσθημα του «υπέροχου», για την ακρίβεια της απροκατάληπτης-καθαρής ιδέας»

Γράφει στο Greek-iNews.gr o Δημήτριος Μ. Δακρότσης, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών

Πάντα αισθανόμουν δέος μπροστά στον ποιητή∙ τον καλλιτέχνη, που έργο του είναι να μετασχηματίζει την ζωντανή φαντασία σε λόγο, σε ολοκληρωμένη μορφή με όρια σαφή, κατανοητά και απλά. Η απλότητα μάλιστα είναι το ιδιαίτερο στοιχείο που προκαλεί το δέος, το συναίσθημα του «υπέροχου», για την ακρίβεια της απροκατάληπτης-καθαρής ιδέας.

Πώς μπορείς να κρίνεις την ποίηση; Η απάντηση για εμένα είναι ξεκάθαρη: δεν μπορείς. Και δεν μπορείς, γιατί η μορφή, η ιδέα που αντανακλά ο λόγος του δημιουργού είναι έκφραση μοναδική, η οποία δεν θα μπορούσε με κανέναν άλλο τρόπο να μην είναι. Τα ερείσματα του ποιητή, οι εμπνευσμένες ιδέες, είναι πάντοτε πρωτότυπες και μόνον έτσι μπορούν να αναδειχτούν. Ό, τι με ωθεί να γράψω αυτά τα λόγια λοιπόν δεν είναι η διάθεση κριτικής της πλοκής, του τρόπου ανάδειξης των ερεισμάτων, αλλά η συζήτηση της μεθόδου, δηλαδή της μεταφοράς της ιδέας σε νόημα. Γιατί η μέθοδος, δεν είναι γνώση αισθητική του δημιουργού, του προσώπου που εκφράζεται, αλλά νους καθολικός, γενικός -με άλλα λόγια- διασκεπτικός, που ακολουθεί τις ατομικές εκφράσεις. Επόμενο είναι δε, η λογική να μην μπορεί να κρίνει την έκφραση, δεδομένου ότι η έκφραση είναι πάντοτε αληθής. Και εφόσον πώς μπορούμε να συζητούμε για ποίηση, εφόσον δεν μπορούμε να την κρίνουμε; Η παρούσα συλλογή της κυρίας Βουλδή, αποτελεί κατεξοχήν παράδειγμα λογικής εξέτασης, χωρίς κριτικές προεκτάσεις.

Στα ποιήματα εκδηλώνεται έντονα ο ενθουσιασμός της εξύψωσης της τέχνης για την τέχνη: της ποίησης, που εξυμνεί την ποίηση, τις χάρες, την ομορφιά, τα συναισθήματα που είναι έτοιμη να χαρίσει στον αναγνώστη, τη λυρική έκφραση. Αυτή είναι η μία εκδοχή. Η δεύτερη είναι η πάλη, η σύγκρουση της δημιουργού με τον εαυτό της, μέσα από διαλεκτικά τεχνάσματα, δηλωτικά της διάθεσης της στιγμής. Και λέω «στιγμή», επικαλούμενος το ιδιαίτερο εκείνο χρονικό σημείο της συγγραφής, το γενεσιουργό αίτιο της έμπνευσης, το οποίο μεταφέρει την ιδέα από τον νου της καλλιτέχνιδας στον νου του αναγνώστη, προκειμένου να την εμπλουτίσει και να την τοποθετήσει εν τέλει στο σημείο από όπου ξεκίνησε στραμμένη πλέον προς μία άλλη, πιο αισιόδοξη προοπτική. Και είναι επόμενο, όταν μιλάμε για διαλεκτική στην τέχνη, να διατυπώνουμε απλές σκέψεις και όχι κριτικές, δεδομένου ότι η έμπνευση διοδεύεται διαμέσου της φαντασίας.

Δεν είναι λοιπόν δυνατό να κρίνει κανείς την φαντασία, πόσον μάλλον όταν η φαντασία αυτή αλληλεπιδρά με τη φαντασία του αναγνώστη στο ταξίδι της από κοινού είσδυσης, της μετουσίωσης και της ανάδυσής των, από τον κόσμο της φαντασίας στον κόσμο της πραγματικότητας. Αυτή η πρωτοτυπία δίκαια δεν κρίνεται, δεδομένου ότι το αποτέλεσμά της δεν είναι επεξεργάσιμο λογικά, αλλά μόνον αισθητικά, εκφραστικά και συναισθηματικά.

Τούτα οφείλω να γράψω ως υπεύθυνος αναγνώστης της ποιητικής συλλογής της κυρίας Γιώτας Βουλδή, ενός έργου σύνθετου που αποτελείται από αρκετές αισθητικές γνώσεις, εποπτείες μοναδικές μιας σύνθετης φαντασίας, αλλά και πρωτότυπα και επαναστατικά διατυπωμένες διασκεπτικές συνθέσεις, χωρίς να εμπλακώ σε κριτικές αναφορές, αλλά σε καθαρή λογική, κρίση, δηλαδή αυστηρή αιτιολόγηση. Δεν θα διαφωνούσα με τον αναγνώστη ο οποίος θα αισθανόταν το «πάγωμα» του χρόνου κατά την ανάγνωση. Ο χρόνος στα ποιήματα φαίνεται να ελέγχεται από τη δημιουργό, σε σχέση με το γεγονός που την εμπνέει, και όχι σύμφωνα με τη ροή του λυρικού λόγου. Άλλωστε, δεν θα μπορούσε να σταθεί διαφορετικά και να βγει νικητής από έναν δύσκολο πόλεμο, ένας συγγραφικός εαυτός που παλεύει να εξυμνήσει την ποίηση μέσα από την ποίηση. Αυτή είναι η «πάλη» που περιγράφουμε και έτσι ακριβώς συνδέεται με την αμεσότητα που απαιτεί το αισθητήριο του τρόπου αυτού: ποιος θα αμφέβαλλε, για την επιπρόσθετη πνευματική ευθύνη του δημιουργού μιας συλλογής που ξεκινά με ένα ποίημα για την ποίηση; Ποιος δεν θα αισθανόταν ότι το βάρος ενός τέτοιου φιλόδοξου έργου δεν είναι μία απλή μονομερής-υποκειμενική εκδήλωση έκφρασης, αλλά προσπάθεια αλληλεπίδρασης με το φάσμα ενός ολόκληρου λογοτεχνικού είδους;

Το έργο συγκροτείται από ασύνδετα μεταξύ τους, ποιήματα χωρίς προηγούμενο συσχετισμό, παραπομπή ή επαναφορά. Οι τίτλοι είναι σύμφωνοι με το περιεχόμενο, προϊδεάζουν και σηματοδοτούν το νόημα κάθε ποιήματος. Οι στίχοι είναι ελεύθεροι ή μάλλον απελευθερωμένοι από κανονικότητες, μέτρα, ρυθμούς, αναλογίες, ακριβώς όπως και ο νους της δημιουργού. Το δε νόημα, αποδίδεται όπως είπαμε με απλότητα, συναισθηματική σαφήνεια και πληρότητα με το κύριο βάρος να ακουμπά στην ηθική. Ποίηση διδακτική; Συναισθαντική; Συχνά διαισθαντική και προφητική με προβληματισμούς και ερωτηματικά της τρέχουσας πραγματικότητας; Από όποια πλευρά και να φωτίσει κανείς την ποίηση της συλλογής που έχουμε σήμερα τη χαρά να παραδίδουμε στον κόσμο των γραμμάτων και της τέχνης, μόνο θετικά διδάγματα θα αποκομίσει. Και η δικαίωση θα έρθει μέσα από το ίδιο το πολιτισμικό σύστημα, τον παλμό του οποίου έχει συλλάβει επακριβώς η δημιουργός. Σταματώ εδώ τον ταπεινό σχολιασμό μου, προκειμένου να παραμείνω συνεπής στην αρχή μου και μην εισέλθω στα μονοπάτια της κριτικής.

Πριν κλείσω ωστόσο, και με το δικαίωμα που μου δίνει η ταπεινή φιλοσοφική οπτική απέναντι στα πράγματα, έχω να σημειώσω ότι: τα έργα φωτίζονται μέσα από έναν καθαρά φιλοσοφικό στοχασμό, περισσότερο ηθικο-αισθητικό, με διαλεκτική προοπτική: η βούληση, η ηθική, η ίδια η αρετή, προσλαμβάνει καλλιτεχνική μορφή, με επικάλυμμα λογικό, που οδηγεί κατευθείαν στη λύση. Και ποια είναι η λύση; Απέναντι στη μάχη της καλλιτέχνιδας με το συναίσθημα της στιγμής, την έμπνευση, αντιδιαστέλλεται η αρμονική εικόνα μεταξύ αισθητικής και ηθικής. Πρόκειται για μία μεγαλειώδη κατάσταση ειρήνης, η οποία ξεπερνά τα όρια του χώρου και του χρόνου, τους τρέχοντες προβληματισμούς και καταλήγει στην καθολική εξισορρόπηση. Ο λόγος, η ηθική καθίστανται μία έκφραση, μία στιγμή, η οποία νικά την αντιπαράθεση, την ίδια την έμπνευση των ποιημάτων. Αυτή είναι η λύση. Τα έργα είναι αρκετά. Ο χαρακτήρας ωστόσο ένας, μία προσωπικότητα με ώριμη άρθρωση, διατύπωση, στόχο και αποτέλεσμα. Η ισχυρή προσωπικότητα της συγγραφέως είναι διαρκώς παρούσα, προβάλλοντας περήφανα την ιδανική πνευματική ταυτότητά της, η οποία είναι αναγνωρίσιμη, διακριτή και -ας μου επιτραπεί- μεγαλειώδης και θαρραλέα: αντιθέσεις που δεν οδηγούν σε σύγκρουση, αλλά, όπως είδαμε, σε λύση εξαιτίας της λογοπλαστικής δεινότητας της αξιότιμης ποιήτριας, κυρίας Γιώτας Βουλδή αξίζουν ενός ειλικρινή επαίνου, όχι προς χάριν των έργων μόνον, αλλά και προς χάριν του τρόπου σύνδεσης των έργων μέσα σε μία συλλογή: η δημιουργός δεν αξιώνει την ομογενοποίηση των ποιημάτων, αλλά την μετατροπή της ποικιλίας σε ομοιότητα, την ανάδειξη ενός τρόπου σκέψης μέσα από πολλά και διαφορετικά λογοπλαστικά ερείσματα.

Με αίσθημα τιμής για τη δυνατότητα που μου δόθηκε να κοινοποιήσω τις σκέψεις μου, εξαίρω τη δυναμική και τον πηγαίο ενθουσιασμό της δημιουργού και της προσφέρω εκτός από στήριξη και ευχή για καλή επιτυχία στον απαιτητικό δρόμο της ποίησης.

Τα βιβλία του Δημήτρη Δακρότση

Σχετικά άρθρα

Σχόλια αναγνωστών