02:29 | 4/6/17
Από τον «Ντον Λινάτσα» στο «Πιπίλας και ο Τορπίλας» κι από κει στον «Λώρενς της αφραγκίας»!
Στα μέσα της παρεξηγημένης δεκαετίας του 1980, μια κολοσσιαία επανάσταση συντελείται σχεδόν αθόρυβα στον χώρο της οικιακής ψυχαγωγίας: κάθε σπίτι εφοδιάζεται με βίντεο.Κάτω από την τηλεόραση με το σεμεδάκι φιγουράρει πλέον ένα τετράγωνο κουτί που θα γίνει τόσο αχτύπητο που μέχρι και σχετική κατάρα θα κυκλοφορήσει. Ποιος δεν θυμάται αυτό το «που να σου καεί το βίντεο ρε»;
Βιντεοκασέτες, βιντεοκλάμπ και βιντεοκουλτούρα απασχολούν πια -και μάλλον δυσανάλογα πολύ- τον Έλληνα, την τιμητική έχει ωστόσο στις καρδιές του λαού μας η ελληνική βιντεοταινία.
Όσο απαραίτητη ήταν η περμανάντ για το γυναικείο μαλλί ή η βάτα για το αντρικό σακάκι, τόσο ήταν και η βιντεοκασέτα για τα ’80s. Μέσα στη μυρωδιά της Άκουα Βέλβα και με ένα αφρισμένο Απέλια στο ποτήρι, ο Έλληνας νοίκιαζε βιντεοκασέτες πιο γρήγορα και απ’ όσο έπλενε τις πετσετέ του κάλτσες. Ή άλλαζε τις κεφαλές του βίντεό του.
Με μια γερή δόση νοσταλγίας λοιπόν, ας δούμε μια σειρά από πλέον αναπάντεχους, ξεκαρδιστικούς ή ολότελα γελοίους τίτλους που κόσμησαν το ελληνικό VHS. Η βιντεοφρενίτιδα δεν ήταν εξάλλου μια περαστική μόδα, αλλά ένα από τα ορόσημα μιας εντελώς ιδιαίτερης εποχής, παρά το γεγονός ότι ουσιαστικά αποτέλεσε άλλη μια μεγάλη αρπαχτή της ελληνικής κοινωνίας, καθώς στη βιντεοπαραγωγή βασίλευε η προχειροδουλειά και οι ακαριαίοι ρυθμοί γυρίσματος.
Πλάι στο LADA, το ΠΑΣΟΚ, τους ευρωγκόμενους, τα μανούλια και τους κόπανους λοιπόν, να και οι τίτλοι που θρονιάστηκαν στο φαντασιακό του Έλληνα σφραγίζοντας τη μυθολογία της αξέχαστης δεκαετίας του 1980…
Ο χαλβαδόμαγκας (1989)
Το καλτ ανοσιούργημα του Απόστολου Τεγόπουλου μετατράπηκε σε βαρύ πυροβολικό της εγχώριας τρασίλας ήδη από τον τίτλο του! Παναγιώτης Σουπιάδης και Σία Φαράκη σε μια από αυτές τις ταινίες που θα άξιζε να θάψεις μετά οικειοθελώς το βίντεό σου…
Ο σεξοβόμβος (1986)
Ο εισαγωγέας κονσερβών Αντώνης Σουλτάνης (Σωτήρης Μουστάκας) είναι και πολύ γκόμενος να ’ούμε, γι’ αυτό και την πέφτει σε όλα τα μανούλια. Μόνο που είναι παντρεμένος, όπως είναι και η νέα του υπάλληλος Λίνα, όταν και ξεκινούν τα αλλαξομπερδέματα. Με εναλλακτικό τίτλο «Εραστής για κλάματα», ήταν ακριβώς γι’ αυτό…
Το καθιστό βουβάλι και οι τηλεζουλού (1987)
Θα πούμε δυο λόγια για την υπόθεση, φροντίστε μόνο να κάθεστε! Το Κανάλι 13 διοικείται από τους τηλεκανίβαλους, οι οποίοι δεν έχουν αφήσει τίποτα όρθιο. Κι έτσι ο πρόεδρος του σταθμού φωνάζει τους Ινδιάνους για να επιβάλουν την τάξη και να διώξουν τους τηλεκανίβαλους. Στηβ Ντούζος και Νανά Βενέτη και όποιος αντέξει, άντεξε…
Ο παπα-Turbo (1987)
Με επεξηγηματικό υπότιτλο «Μας πήραν και τα ράσα», ο Όμηρος Ευστρατιάδης ακολούθησε την ασφαλή πεπατημένη με το «παπά-» στον τίτλο. Ποια πεπατημένη; Από τον οραματιστή «Παπα-Σούζα» (1983), τον «Παπακαβάλα» (1987), τον «Παπα-Ράμπο» (1988) και τον «Παπακομπίνα» (1987) μέχρι τον «Παπαλεβέντη» (1988), τον «Παπαμαφία» (1986), τον «Παπαφαγάνα» (1986) και τη μακρά σειρά των «Παπαδίστικων κομπανιών»! Μόνο ο Παπα-Τούρμπο ήταν όμως φιλόσοφος, λέγοντας αυτό το «Όλα είναι μάταια σε αυτόν τον κόσμο», την ώρα που κάτι έβαζε στην άκρη για τα γεράματά του…
Ρόκυ Νο0 το νούμερο (1986)
Και σε περίπτωση που ο τίτλος δεν είναι σαφής, ο Όμηρος Ευστρατιάδης σπεύδει να εξηγήσει τι συμβαίνει στον υπότιτλο: «Βαράτε με αντέχω»! Εννοείται με Τζανετάκο, μιας και η φάπα πήγαινε γάντι με τον Αλέκο στα ’80s. H ταινία πυροδότησε μάλιστα και sequel, καθώς η Ψωροκώσταινα αποκτούσε τον δικό της Ρόκι Μπαλμπόα, σαφώς πιο ταλαίπωρο και φουκαριαράκο. Όσο για τον έλληνα λάτρη του Ράμπο, του κανονικού ντε, υπήρχε φυσικά και η ντόπια κόπια του, το «Ράμπο, ο κοντός και η τάπα» (1986) Νο1 και Νο2 μάλιστα…
Πειναντέους (1986)
Εδώ μιλάμε για σωστό Όσκαρ τίτλου! Η ιστορία περιστρέφεται εξάλλου γύρω από έναν φτωχούλη μουσικό που δεν θέλει να προδώσει τα πιστεύω της κλασικής μουσικής που του έχει εμφυσήσει ο δάσκαλός του, οπότε είναι ταιριαστότατος ο τίτλος. Αν και προχειρογραμμένο, διασώζεται από τη σουρεάλ ερμηνεία του Ζουγανέλη…
Ο Πιπίλας και ο Τορπίλας (1986)
Ο Πιπίλας ή Σαπουνόφουσκας (Δημήτρης Ιωακειμίδης) και το αδερφάκι του ο Τορπίλας ή Λάζαρος (Χρήστος Βαλαβανίδης) θα μπλέξουν με τη Μαφία, την ίδια την Κόζα Νόστρα δηλαδή. Με τον Τομπολίνο (Μάρκος Λεζές) και τον Μονόφθαλμο (Ντάνος Λυγίζος) στο πλευρό τους όμως, δεν έχουν τίποτα να φοβηθούν. Μόνο τη σοβαρότητα ίσως…
Ο Πηδηχτούλης (1986)
Το κοινό λαχταρούσε να δει τον Μάρκο Λεζέ πρωταγωνιστή και ο σκηνοθέτης Κώστας Μπακοδήμος δεν του χάλασε χατίρι. «Εκτός από υπερκόπωση, τι άλλο μπορεί να πάθει ένας άντρας που έχει διαφορετική γκόμενα κάθε μέρα;», ρωτά μάλλον ρητορικά η υπόθεση της ταινίας. Η συνέχεια επί της ρετρό οθόνης, μακριά από μας τα… σπόιλερ!
Οι κοριοί… του Τρόμπα (1988)
Θέμης Μάνεσης, Αθηνά Μαυρομάτη και ο… Τρόμπας στην αξέχαστη καλτίλα του Γιώργου Μυλωνά. Εκεί όπου τα λόγια περιττεύουν δηλαδή και τα μεγαλοστελέχη του μάρκετινγκ κρύβονται από ντροπή…
Ο νταβατζής με τα ριγέ σώβρακα (1985)
Ο Νίκος Τσούκας ενσαρκώνει στη μαγνητοταινία τον Μηνά Χατζηπαπάρα (δεν καταλαβαίνουμε γιατί γελάτε), έναν σεμνό και ταπεινό επαρχιώτη που αποφασίζει να κατέβει στην πρωτεύουσα για να γίνει προαγωγός περιωπής. Δεν είναι ότι το θέλει ο ίδιος, είναι η πλούσια γιαγιά του που τον υποχρεώνει να βγει στην πιάτσα, απειλώντας πως θα τον αποκληρώσει αν δεν γίνει μαστροπός! Να συνεχίσουμε ή μπα;
Ακάκιε τα μανούλια να είναι φίνα (1988)
Στο έπος του Απόστολου Τεγόπουλου, ο γνωστός από αντίστοιχες βιντεοκασέτες ηγούμενος Ακάκιος (Σταμάτης Τζελέπης) δίνει μάχη για να κρατήσει ένα κτηματάκι της μονής που έχει βάλει στο μάτι ο πρασινοφρουρός δήμαρχος της πόλης. Και ζητά φυσικά τη βοήθεια από τις εξίσου γνωστές και τιμημένες καλόγριές του, ξέρετε τώρα ποιες…
Βλακούν (1987)
Οι ξένοι έχουν το «Πλατούν», γιατί λοιπόν να μην έχουμε κι εμείς τη δική μας εκδοχή; Όχι, δεν πρόκειται για πολεμικό αριστούργημα, αλλά για ανοσιούργημα πρώτου μεγέθους, όταν ο Ευρυπίδης (Σωτήρης Τζελεβέκος) σταματά δηλαδή να είναι του κλότσου και του μπάτσου, αφού τώρα είναι πλούσιος (βρήκε μια βαλίτσα γεμάτη λεφτά, απλά και καθημερινά πράγματα!). Γι’ αυτό ίσως ο ασίγαστος σκηνοθέτης της βιντεοκασέτας Βαγγέλης Φουρνιστάκης σπεύδει να κοτσάρει και διαφωτιστικό υπότιτλο στο έργο του: «Και ο πρώτος έξυπνος»…
Έλα κάτσε στο παπί μου (1987)
Οι πιπεράτοι και προκλητικοί τίτλοι ήταν οι μεγάλοι αγαπημένοι της βιντεοκασέτας. Θυμάστε μήπως τα «Νάτος γάτος και βαρβάτος» (1987), «Ο γύφτος, ο Πόντιος και το πουλί του βλάχου» (1987), «Το πουλί μου πεθαίνει τραγουδώντας» (1986), «Ο παρθενοφάγος» (1986), «Και πετάει και πηδάει» (1987), «Και πολύ μπήχτης ο δικός σου» (1987), «Κατά φαντασίαν εραστής» (1989), «Ματάκιας και βρωμόστομος» (1986), «Έλα Μιμή στον τόπο σου» (1987), «Έλα Μονή στον τόπο σου» (1988);
Το παπί δεν ήταν βέβαια παπί, καθώς στον υπότιτλο μαθαίνουμε για τον «Έρωτα στα χίλια κυβικά», όταν ο τσόγλανος Νάσος (Παύλος Ευαγγελόπουλος) ερωτεύεται τη σεμνή κορασίδα (Τέτα Ντούζου) δηλαδή και οι σεναριογράφοι κλαίνε έκτοτε γοερά…
Μπορώ και με την… γιαγιά μου (1989)
Άλλο ένα έπος «βάφτισης», εδώ ο σκηνοθέτης Κώστας Μπακοδήμου βάζει τον πάντοτε ιδιοσυγκρασιακό Σωτήρη Μουστάκα να κάνει και πάλι τα δικά του. Σενάριο αν υπήρξε δεν ξέρουμε, το κωμικό φαινόμενο Μουστάκας είναι πάντως απολαυστικός…
Οι μυαλοφυγόδικοι (1988)
Ο λόγιος νεολογισμός ταιριάζει γάντι στην υπόθεση. Ακούστε τη: «Τρεις νεαροί φεύγουν από το χωριό τους με τον κοινωνικό τουρισμό και φτάνουν στην Αθήνα για να χειραφετηθούν. Ο αντικειμενικός σκοπός τους είναι να βρουν γκόμενες, και αυτή η προσπάθεια τους μπλέκει σε ξεκαρδιστικές περιπέτειες». Χρήστος Βαλαβανίδης και Κώστας Μακέδος στον ρόλο της ζωής τους. Ο τίτλος ισοψήφησε πάντως με τον αξέχαστο «Μυαλοπώλη» (1989) του Όμηρου Ευστρατιάδη. Να τα λέμε αυτά…
Η μεγάλη των κερατάδων σχολή (1986)
Ο μπερμπαντάκος Μενέλαος (Σωτήρης Τζεβελέκος) έχει αδυναμίες στις μικρούλες και φορά συνεχώς το κέρατο στη σύζυγό του, όταν εκείνη θα θελήσει να πάρει εκδίκηση. Η άπαιχτη φάρσα -δικέ μου!- που κλείνει στο μάτι (ως τίτλος) στη «Μεγάλη των μπάτσων σχολή» πυροδότησε μάλιστα πολλές… σχολές: «Η μεγάλη των κτηνοτρόφων σχολή» (1987), «Η μεγάλη των μαφιόζων σχολή» (1987), «Η μεγάλη των γάτων σχολή» (1988) και δεν συμμαζεύεται…
Η Κατερίνα από την Κίνα (1987)
Τυχαία η πρόκριση του συγκεκριμένου τίτλου, το ομολογούμε, καθώς πώς να διαλέξεις από τους ισάξιους αντίπαλους; Ποιους αντίπαλους; Να, αυτούς: «Η Νίτσα από την Ηγουμενίτσα» (1987), «Η Μαντόνα από τη Δραπετσώνα» (1989) και «Γλυκειά μου Κούτση από το Χαλκούτσι» (1988)! Πώς να ξεχωρίσεις κάποια χωρίς να αδικήσεις όλες τις άλλες; Αμαρτία…
Γυφτομπάσκετ ’88 (1988)
Την ώρα που το πρόθεμα «γυφτο-» συνδέθηκε αβίαστα με τον Ταμτάκο του Μιχάλη Μόσιου, («Γυφτοαριστοκράτης» - 1986, «Γυφτοροκάς» - 1986 κ.λπ.), κάποιος θέλησε να κλέψει τη δόξα του. Ο εναλλακτικός «γύφτος» Σάββας Τασίου και ο τηλεοπτικός Αλέκος Λελέκος του δηλαδή! Ο Ταμτάκος στη θέση του Ταμτάκου μάς χάρισε και μερικές ακόμα αξέχαστες παρωδίες όπως ο «Γυφτοστάρ» Νο 1 (1987) και Νο 2 (1988). «Ερωτόγυφτος με το Ντάτσουν» (1988) μια φορά δεν θα γινόταν ποτέ! Ούτε «Τελευταίος γυφτοκράτορας» (1986) φυσικά…
Άλλες τον προτιμούν γουλί (1986)
Ο Κώστας Τσάκωνας απαθανατίστηκε στο βίντεο, πέρα από μαστροχαλαστής, και ως καράφλας (όπως στον «Κυνηγό της χαμένης φαλάκρας» του 1986 ή τον «Φαλακρό στόχο» του 1987). Εδώ κάνει τον φτωχό μουσικό Βάγγο, έχει φίλο τον Άλκη (Μάρκο Λεζέ), και μασκαρεύονται γυναίκες για να παίξουν σε συγκρότημα… θηλυκών. Θέλετε κι άλλο;
Αλτ ψηλά τα πόδια (1988)
Ο ταμίας σε τράπεζα Μπάμπης (Νίκος Παπαναστασίου) λαχταρά τόσο το παραδάκι όσο και την καυτή συνάδελφό του Φλώρα. Σκαρώνει έτσι μια ληστεία, τον καρφώνει όμως ο Τζίμης. Τι είναι ο Τζίμης; Ένα ρομπότ τελευταίας τεχνολογίας!
Ο θερμόπληκτος κολοσσός της Αρμέξ (1987)
Σε άλλον έναν οσκαρικό τίτλο, παρακολουθούμε τις περιπέτειες ενός άνεργου αρχιτέκτονα, του Μανωλάκη (Γιώργος Παπαζήσης), ο οποίος διορίζεται με μέσο σε μια δημόσια υπηρεσία (Αρμέξ) για να συμβάλει στο έργο της ανέλκυσης του… Κολοσσού της Ρόδου! Κωμωδία καταστάσεων ή σωστό βασανιστήριο για τα μάτια και τα αυτιά; Οι ιστορικοί τέχνης ακόμα ερίζουν…
Ζόμπι, ο Σούπερ Κόπανος (1987)
Ο Σούπερ Κόπανος υπάρχει και είναι ο Τάσος (Τάκος Πικιός)! Αυτό είναι το παρατσούκλι με το οποίο κυκλοφορεί στην κοινωνία, καθώς ζάπλουτος αριστοκράτης είναι, ό,τι θέλει κάνει. Μέχρι να του συμβεί ένα ολέθριο ατύχημα όλα αυτά και να επιστρέψει στον κόσμο ως φάντασμα για να κάνει το καλό! Έπος από τα γεννοφάσκια του…
Ο Εμμανουέλος (1986)
Η αρσενική Εμμανουέλα είναι φυσικά ο Μάρκος Λεζές! Περιπέτεια και δράση μπλέκονται με το σουρεάλ και την ανατροπή στη βιντεοκασέτα του Ανδρέα Κατσιμητσούλια που δεν αφήνει τίποτα όρθιο. Αν είχε μείνει κάτι όρθιο δηλαδή…
Ο νίντζα με την γκλίτσα (1987)
Για λόγους που υπερβαίνουν τα όρια του παρόντος άρθρου (ακατανόητους λόγους, κοντολογίς), η ελληνική βιντεοκασέτα αγάπησε πολύ τους… νίντζα! Πλάι στη «Γυναίκα νίντζα» (1987), τον «Νίντζα από τα Τρίκορφα» (1987) και τον «Θείο μου τον νίντζα» Νο 1 (1987) και Νο 2 (1987), ζηλευτή θέση κατέχει ο «Νίντζα με τη γκλίτσα», μιας και εδώ παίζει και ο μεγάλος Γιάννης Γκιωνάκης. Όχι, δεν κάνει τον νίντζα, αλλά τον αστυνομικό επιθεωρητή που βρίσκεται στα χνάρια ενός ιταλού μαφιόζου…
Ντο ρε μι φασολάδα (1989)
Όχι ένας, αλλά δύο υπότιτλοι συνοδεύουν το εγχώριο κομψοτέχνημα, μπας και καταλάβει ο φουκαράς ο τηλεθεατής τι ακριβώς γίνεται εδώ. Δεν θα καταλάβει όμως, μιας και είναι εξίσου αινιγματικοί: «Ντο ρε μι φα σολ… άδα» είναι ο ένας και «Οι φουκαράδες» ο άλλος! Ο Μιχάλης Σαλαμούρας (Παύλος Κοντογιαννίδης) και ο δάσκαλός του Απόστολος (Ηλίας Λογοθέτης) είναι άλλοι δυο φτωχοί μουσικοί, της όπερας αυτή τη φορά, που αναγκάζονται να καταφύγουν στο ταπεινό ρεμπέτικο του Βαγγέλα (Νίκος Δημητράτος) για να ζήσουν. Άπονε κόσμε, κακούργα κοινωνία…
Ο Λώρενς της αφραγκίας (1987)
Άλλος ένας τίτλος που κλείνει το μάτι σε ξένη παραγωγή, από αυτούς που τόσο αγάπησαν οι έλληνες παραγωγοί. Παναγιώτης Σουπιάδης και Τάσος Προύσαλης πρωταγωνιστούν στην περιπέτεια που εκτυλίσσεται σε ένα κρουαζιερόπλοιο, όπου όλοι είναι ένας κι ένας: το μανούλι που θέλει τον καπετάνιο, ο μπατίρης σεΐχης που ονειρεύεται πλούσια νύφη, ο τυμβωρύχος αρχαιολόγος που αρπάζει ό,τι αρχαίο βρει και δεν συμμαζεύεται…
Ροκ πάνθηρ (1987)
Ο Γιώργος Σκαλενάκης ονειρεύτηκε τον ξένο και αρκούντως… ροζ πάνθηρα και είπε να μας χαρίσει τη σπαρταριστή ντόπια εκδοχή του. Η Ελένη Φιλίνη έχει το δικό της συγκρότημα, τον Ροκ Πάνθερ, αποκλειστικά με αγόρια, εκεί που ο Παύλος Ευαγγελόπουλος διατηρεί γυναικεία μπάντα, τις Αμαζόνες. Η συνέχεια γνωστή (βλέπε καψούρα) και οι «απρόβλεπτες» καταστάσεις ακόμα πιο συνηθισμένες…
Ντον Λινάτσα, ο άνθρωπος από τη Μαφία (1988)
Η κωμωδία του Νίκου Κόμπου με τον Γιάννη Βογιατζή, τον Μανώλη Δεστούνη και τον Βασίλη Μαλούχο αρχίζει και τελειώνει στον υπέροχο τίτλο της. Όλα τα άλλα έρχονται δεύτερα και καταϊδρωμένα…
Εκτός συναγωνισμού: Χουάν Γκαμόν Φούντες Γκράτσια Χοσ…Κοτά (1988)
Το μεγάλο βραβείο σουρεαλισμού και βιντεοτρέλας πηγαίνει αναγκαστικά στο καλτ διαμαντάκι του Βαγγέλη Φουρνιστάκη με τον Τάσο Προύσαλη. Δεν είναι παρά μια παρωδία του ελληνικού μικρόκοσμου της εποχής, στην οποία ο Προύσαλης δίνει ρέστα ως τσοπανάκος που «βαφτίζεται» ουρουγουανός μπαλαδόρος για τα μάτια του προέδρου της ομάδας, κάποιου Γιώργου… Χοσκωτά! Καμιά σχέση με πράγματα και καταστάσεις δηλαδή…
πηγή
Δείτε όλα τα θέματα του Weekend
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων