18:30 | 26/6/17
Η ευρωπαϊκή κεντρική τράπεζα εκτιμά ως μη επαρκείς τις λεπτομέρειες των μέτρων που αποφασίσθηκαν στο eurogroup για την διευθέτηση του ελληνικού χρέους και προσθέτει ότι δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή η δυνατότητα πλήρους ανάλυσης της βιωσιμότητάς του
Τα μέτρα που αποφάσισε το Eurogroup για το χρέος δεν είναι επαρκή σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Απαντώντας σε επιστολή του ευρωβουλευτή Νίκου Χουντή, ο πρόεδρος της ΕΚΤ Μάριο Ντράγκι σημειώνει ότι «οι εμπειρογνώμονες της ΕΚΤ δεν είναι επί του παρόντος σε θέση να ολοκληρώσουν πλήρη ανάλυση της βιωσιμότητας του ελληνικού δημόσιου χρέους». Οσο για το QE, ο Ευρωπαίος τραπεζίτης απαντά προσεκτικά, αλλά επιφυλακτικά, παραπέμποντας στην ανεξάρτητη έκθεση του ΔΣ της ΕΚΤ.Eνώ η ΕΚΤ λαμβάνει υπόψη τις συζητήσεις στο πλαίσιο του Eurogroup, οι οποίες, όπως αναφέρει ο Μ. Ντράγκι, θεωρείται ότι αποτελούν ένα πρώτο βήμα προς τη διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους, «ο βαθμός λεπτομέρειας όσον αφορά τα μέτρα για το χρέος που αναφέρονται στη δήλωση της Ευρωομάδας της 15ης Ιουνίου 2017 εξακολουθεί να μην επαρκεί για την ορθή αξιολόγηση τόσο της ποσοτικής επίδρασης των μέτρων αυτών όσο και της χρονικής στιγμής κατά την οποία θα εκδηλωθεί ο αντίκτυπός τους στη δυναμική του ελληνικού δημόσιου χρέος σύμφωνα με διάφορα σενάρια. Κατά συνέπεια, έως ότου δοθούν επαρκείς λεπτομέρειες για τα μέτρα που αφορούν το χρέος, εξακολουθούν να υφίστανται σοβαροί προβληματισμοί σχετικά με τη βιωσιμότητα του ελληνικού δημόσιου χρέους», τονίζει ο επικεφαλής της ΕΚΤ.
Στην επιστολή του, ο Ν. Χουντής είχε ρωτήσει για τη δυνητική επίδραση στο κόστος δανεισμού της Ελλάδας από την ενδεχόμενη ένταξή της στο πρόγραμμα της ΕΚΤ για την αγορά τίτλων του δημόσιου τομέα (public sector purchase programme - PSPP), το γνωστό σε όλους μας πλέον QE.
«Θα ήθελα πρώτα να τονίσω ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα αποφασίσει ανεξαρτήτως αν και με ποιον τρόπο θα διενεργηθούν αγορές ελληνικών κρατικών χρεογράφων στο πλαίσιο του προγράμματος PSPP με βάση τόσο τη βιωσιμότητα του χρέους (μόλις καταστεί δυνατή η ολοκλήρωση της σχετικής ανάλυσης) όσο και άλλα ζητήματα που αφορούν τη διαχείριση κινδύνων. Θα ήθελα να σας υπενθυμίσω ότι το πρόγραμμα PSPP, το οποίο αποτελεί μέρος του διευρυμένου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού, είναι ένα μέτρο νομισματικής πολιτικής για την αντιμετώπιση των κινδύνων που εγκυμονεί μια υπέρμετρα παρατεταμένη περίοδος χαμηλού πληθωρισμού στη ζώνη του ευρώ», απαντάει ο Ευρωπαίος τραπεζίτης.
«Ωστόσο, το πρόγραμμα δεν έχει σχεδιαστεί για να στοχεύει στην εξέλιξη των αποδόσεων σε επιμέρους χώρες της ζώνης του ευρώ», συμπλήρωσε.
Επίσης, σχετικά με το επιτόκιο δανεισμού που θα επέτρεπε στην Ελλάδα να αντλήσει κεφάλαια από τις αγορές χωρίς να χειροτερεύσουν οι προοπτικές για το χρέος της, ο Μάριο Ντράγκι επισημαίνει ότι «αυτό δεν εξαρτάται μόνο από το μελλοντικό επιτόκιο αλλά και από τη διαφορά του σε σχέση με τον αναμενόμενο ονομαστικό ρυθμό ανάπτυξης της Ελλάδας. Η βελτίωση των προοπτικών ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας θα δημιουργούσε την ικανότητα απορρόφησης υψηλότερου επιτοκίου δανεισμού χωρίς αρνητικές συνέπειες για τη βιωσιμότητα του χρέους».
«Στην περίπτωση της Ελλάδας, είναι ουσιώδες να επανενεργοποιηθεί περαιτέρω η μετάδοση της νομισματικής πολιτικής με την εφαρμογή στρατηγικής που οδηγεί σε ενίσχυση των ισολογισμών των τραπεζών (π.χ. μέσω της μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων και άλλων μέτρων που απαιτούνται στο πλαίσιο του υφιστάμενου προγράμματος οικονομικής προσαρμογής και για την επίτευξη των στόχων του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού σε σχέση με τα εν λόγω δάνεια)», επισημαίνει ο Μ. Ντράγκι. «Πρόκειται για μια σημαντική πορεία προς τη διαρκή μείωση της διαφοράς των επιτοκίων χορηγήσεων μεταξύ της Ελλάδας και της ζώνης του ευρώ η οποία θα στηρίξει την πιστωτική επέκταση στην ελληνική οικονομία», καταλήγει ο τραπεζίτης.
(Φωτογραφία: AP Photo/Michael Probst, file)
Μαρία Ψαρά
Σχετικά άρθρα