13:16 | 1/3/18
Η Ομάδα Κρατών κατά της Διαφθοράς του Συμβουλίου της Ευρώπης καλωσορίζει μεν τις ελληνικές προσπάθειες για την καταπολέμηση της διαφθοράς στον νομοθετικό όσο και στον δικαστικό τομέα, τονίζει δε ότι ελάχιστα βήματα έχουν γίνει
Βήματα μπροστά, αλλά όχι όλα όσα θα έπρεπε να έχουν γίνει για την καταπολέμηση της διαφθοράς και του lobbying καταγράφουν οι δύο εκθέσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης που δημοσιεύονται σήμερα. Μέσα από τις σελίδες των εκθέσεων, η Ομάδα Κρατών κατά της Διαφθοράς (GRECO) του Συμβουλίου της Ευρώπης καλωσορίζει μεν τις ελληνικές προσπάθειες για την καταπολέμηση της διαφθοράς στον νομοθετικό όσο και στον δικαστικό τομέα, τονίζει δε ότι ελάχιστα βήματα έχουν γίνει, τονίζοντας την ανάγκη οι κινήσεις διαφάνειας να προχωρήσουν περισσότερο.Η GRECO επικρίνει κυρίως την Ελλάδα για άλλα θέματα διαφθοράς, κυρίως όσον αφορά την άσκηση πίεσης από ομάδες συμφερόντων (lobby), όπως επίσης και τα ασυμβίβαστα και την ασυλία των βουλευτών, αφού ο αριθμός των αρνήσεων για άρση κοινοβουλευτικής ασυλίας εξακολουθεί να υπερβαίνει κατά πολύ τον αριθμό των αιτημάτων που εγκρίθηκαν τελικά.
Οι εκθέσεις της GRECO, που παραδίδονται κάθε χρόνο στην ελληνική κυβέρνηση, αναφέρουν ότι οι κύριες εστίες διαφθοράς στην Ελλάδα εντοπίζονται στις τάξεις βουλευτών, δικαστών και εισαγγελέων. Η έκθεση της ομάδας για το 2017 ήταν αυστηρή, προτρέποντας την Ελλάδα να θεσπίσει αυστηρούς κανόνες αναφορικά με την αποδοχή δώρων από τους βουλευτές καθώς και για το πλαίσιο προσέγγισής τους από εκπροσώπους ομάδων συμφερόντων. Η έκθεση του 2017 ανέφερε ότι «η διαφθορά συνέβαλε στην οικονομική κρίση στην Ελλάδα, ενώ καταδεικνύει ισχυρισμούς περί χειραγώγησης των νομοθετικών και θεσμικών έργων, με σκοπό την απαλλαγή διατελούντων παράνομες πράξεις».
Φέτος, η GRECO αναγνωρίζει ότι έγιναν κάποια βήματα, αλλά όχι αρκετά. Στη μία από τις δύο εκθέσεις, που αφορά στην πρόληψη της διαφθοράς σε ο,τι αφορά τα μέλη του κοινοβουλίου, τους δικαστές και τους εισαγγελείς, οι ειδικοί καταλήγουν στο συμπέρασμα ότι μόνο 6 από τις 19 προηγούμενες συστάσεις έχουν «αντιμετωπιστεί με ικανοποιητικό τρόπο».
Η έκθεση επαινεί τον Κώδικα Συμπεριφοράς των βουλευτών, ο οποίος προβλέπει κανόνες για σύγκρουση συμφερόντων και δώρα, μεταξύ άλλων, και περιλαμβάνει έναν μηχανισμό εποπτείας και επιβολής από μια κοινοβουλευτική επιτροπή δεοντολογίας και με μια σειρά πιθανών κυρώσεων. Η GRECO επιδοκιμάζει επίσης τη διαδικασία του πόθεν έσχες.
«Όσον αφορά την καταπολέμηση της διαφθοράς στα δικαστήρια, δεν σημειώθηκε καμία πρόοδος για την πρόληψη υπερβολικών καθυστερήσεων στις δικαστικές διαδικασίες και για τη βελτίωση των διαύλων καταγγελίας για τέτοιες αδικαιολόγητες καθυστερήσεις», αναφέρει η έκθεση που επισημαίνει ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει ακόμη ένα ψηφιοποιημένο σύστημα για την υποστήριξη της άμεσης επεξεργασίας δεδομένων δικαστηρίου.
Μεταξύ άλλων κριτικών, η GRECO διαπίστωσε επίσης ότι δεν έχει ολοκληρωθεί η σύσταση δικαστικών οργάνων που είναι αρμόδια για τη σταδιοδρομία, την επαγγελματική εποπτεία και την πειθαρχία των δικαστών και των εισαγγελέων.
Η GRECO "επαναξιολογεί" και τη συμμόρφωση της Ελλάδας στη σύσταση για τη διαφάνεια της χρηματοδότησης των κομμάτων, λόγω της «σαφούς αντιστροφής» της ελληνικής πολιτικής όσον αφορά τις ανώνυμες συνεισφορές στα πολιτικά κόμματα.
Η προηγούμενη σύσταση είχε επιτρέψει δωρεές με κουπόνια, μόνο εάν συστηματικά ανέφεραν ονόματα και αριθμούς φορολογικού μητρώου ή αριθμούς ταυτότητας δωρητών. Αλλά μόλις δύο χρόνια μετά την πλήρη απαγόρευση των ανωνύμων δωρεών, η Ελλάδα επανέφερε μέρος της ανωνυμίας. Ταυτόχρονα, η λεγόμενη συγκέντρωση κεφαλαίων φαίνεται να επιτρέπει ανώνυμες δωρεές.
«Η GRECO επισημαίνει ότι η προσέγγιση που ακολουθείται στην Ελλάδα, με πολλαπλές, συχνά αποκλίνουσες, νομικές αλλαγές μέσα σε σύντομες χρονικές περιόδους, δημιουργεί ένα απρόβλεπτο νομικό πλαίσιο που μπορεί να οδηγήσει σε αναποτελεσματική εφαρμογή και σε ουσιαστική έλλειψη διαφάνειας», αναφέρει η έκθεση. «Επιπλέον, οι εκδηλώσεις συγκέντρωσης κεφαλαίων μπορούν να προσθέσουν ένα άλλο επίπεδο μη αναγνωρισμένων δωρεών για ένα συνολικό ποσό που είναι ακόμη υψηλότερο από αυτό που επιτρέπεται για ανώνυμα κουπόνια», καταλήγει.
Μαρία Ψαρά
Σχετικά άρθρα