13:49 | 3/2/14
Στη 13η θέση ανέβηκε η Αθήνα (από την 27η πέρυσι) στην κατάταξη των ευρωπαϊκών πόλεων για νέες επενδύσεις...
Το γεγονός αυτό καταδεικνύει ότι μερικοί επενδυτές πιστεύουν στις ευκαιρίες που δημιουργούνται μέσα από την κρίση.
Το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει από νέα μελέτη που διεξήγαγε η PwC και το Urban Land Institute για τις τάσεις στον κλάδο των ακινήτων στην Ευρώπη το 2014.
Παρ' όλο που η Αθήνα βελτίωσε τη θέση της στην κατάταξη των ευρωπαϊκών πόλεων με προοπτικές για νέες επενδύσεις στα ακίνητα, οι επενδυτές παραμένουν διστακτικοί λόγω των αρνητικών αντιλήψεων για την ελληνική οικονομία.
Αντίθετα, στρέφονται σε αγορές που βρίσκονται σε ανάκαμψη, όπως η Ιρλανδία και η Ισπανία, καθώς και σε πόλεις της περιφέρειας ή δευτερεύουσας σημασίας.
Παράλληλα, τα προνομιακά ακίνητα στις κυριότερες ευρωπαϊκές αγορές θεωρούνται πλέον υπερτιμημένα.
Η πλειονότητα των συμμετεχόντων στη μελέτη βλέπει την Αθήνα σαν μια πολύ δύσκολη αγορά που προς το παρόν προτιμά να αποφεύγει.
Η πόλη εξακολουθεί να παραμένει στις τελευταίες θέσεις των κατατάξεων για υπάρχουσες και αναπτυξιακές επενδύσεις.
Η μελέτη δείχνει ότι οι επενδυτές, από το εξωτερικό και την Ελλάδα, αποθαρρύνονται λόγω της δύσκολης οικονομικής κατάστασης, παρ' ότι η χώρα κατάφερε να παραμείνει στην ευρωζώνη και υλοποιεί ένα αυστηρό πρόγραμμα λιτότητας με σκοπό να αντιστρέψει την πορεία της οικονομίας.
Επίσης, η χρηματοδότηση νέων αγοραπωλησιών δυσχεραίνεται καθώς οι τράπεζες είναι πολύ επιφυλακτικές στη δανειοδότηση.
Η πρωτεύουσα της Ιρλανδίας μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση για την Αθήνα.
Οι επενδυτές που θεωρούσαν μόλις πριν από δύο χρόνια την αγορά ακινήτων στο Δουβλίνο «απαγορευτική», σήμερα τη συγκαταλέγουν στις καλύτερες της Ευρώπης.
Διεθνείς και εγχώριοι επενδυτές προσελκύονται από το επίπεδο των τιμών και τις προοπτικές βελτίωσης της ιρλανδικής οικονομίας.
Οι διεθνείς κεφαλαιαγορές οδηγούν τους επενδυτές να στραφούν και σε αγορές που βρίσκονται σε ανάκαμψη, όπως η Ισπανία, μία μεσογειακή χώρα που χτυπήθηκε από την οικονομική κρίση.
Το 67% των συμμετεχόντων στην έρευνα πιστεύουν ότι στη χώρα αυτή υπάρχουν καλές ευκαιρίες για την αγορά ακινήτων.
Ωστόσο, όπως και για την Ελλάδα, μερικοί υποστηρίζουν πως η διαχείριση του χρέους της χώρας είναι πολύ δύσκολη και η ισπανική αγορά «επικίνδυνη» για επενδύσεις πριν εμφανισθούν απτές ενδείξεις ανάπτυξης.
Ο έντονος ανταγωνισμός προκαλεί μία αυξανόμενη τάση κατεύθυνσης των επενδύσεων πέραν των κλασσικών αγορών του Λονδίνου, του Μονάχου και το Παρισιού.
Τώρα οι επενδυτές στρέφονται σε ακίνητα σε πόλεις δευτερεύουσας σημασίας που όμως θα αποφέρουν πιο σταθερά έσοδα.
Ψάχνουν για ευκαιρίες σε μεγάλες αγορές εκτός των κεντρικών περιοχών που ήδη αποφέρουν καλά έσοδα ή που με προσεκτική διαχείριση μπορούν να γίνουν κύρια περιουσιακά στοιχεία.
Σύμφωνα με τη μελέτη, το 2014 θα υπάρχει σημαντικό μέγεθος διαθέσιμων κεφαλαίων στην ευρωπαϊκή αγορά ακινήτων.
Το 71% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι θα αυξηθούν τα ίδια κεφάλαια για αναχρηματοδότηση ή νέες επενδύσεις.
Βελτιώνεται επίσης η προοπτική για τη διαθεσιμότητα χρεών, καθώς το 51% των συμμετεχόντων αναμένουν ότι η διαθεσιμότητα για αναχρηματοδότηση ή νέες επενδύσεις θα αυξηθεί εφέτος, ενώ μόλις το 15% πιστεύουν το αντίθετο. Οι συμμετέχοντες δεν αναμένουν σημαντική βελτίωση και επάνοδο σε επίπεδα προ κρίσης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Το γεγονός αυτό καταδεικνύει ότι μερικοί επενδυτές πιστεύουν στις ευκαιρίες που δημιουργούνται μέσα από την κρίση.
Το παραπάνω συμπέρασμα προκύπτει από νέα μελέτη που διεξήγαγε η PwC και το Urban Land Institute για τις τάσεις στον κλάδο των ακινήτων στην Ευρώπη το 2014.
Παρ' όλο που η Αθήνα βελτίωσε τη θέση της στην κατάταξη των ευρωπαϊκών πόλεων με προοπτικές για νέες επενδύσεις στα ακίνητα, οι επενδυτές παραμένουν διστακτικοί λόγω των αρνητικών αντιλήψεων για την ελληνική οικονομία.
Αντίθετα, στρέφονται σε αγορές που βρίσκονται σε ανάκαμψη, όπως η Ιρλανδία και η Ισπανία, καθώς και σε πόλεις της περιφέρειας ή δευτερεύουσας σημασίας.
Παράλληλα, τα προνομιακά ακίνητα στις κυριότερες ευρωπαϊκές αγορές θεωρούνται πλέον υπερτιμημένα.
Η πλειονότητα των συμμετεχόντων στη μελέτη βλέπει την Αθήνα σαν μια πολύ δύσκολη αγορά που προς το παρόν προτιμά να αποφεύγει.
Η πόλη εξακολουθεί να παραμένει στις τελευταίες θέσεις των κατατάξεων για υπάρχουσες και αναπτυξιακές επενδύσεις.
Η μελέτη δείχνει ότι οι επενδυτές, από το εξωτερικό και την Ελλάδα, αποθαρρύνονται λόγω της δύσκολης οικονομικής κατάστασης, παρ' ότι η χώρα κατάφερε να παραμείνει στην ευρωζώνη και υλοποιεί ένα αυστηρό πρόγραμμα λιτότητας με σκοπό να αντιστρέψει την πορεία της οικονομίας.
Επίσης, η χρηματοδότηση νέων αγοραπωλησιών δυσχεραίνεται καθώς οι τράπεζες είναι πολύ επιφυλακτικές στη δανειοδότηση.
Η πρωτεύουσα της Ιρλανδίας μπορεί να αποτελέσει παράδειγμα προς μίμηση για την Αθήνα.
Οι επενδυτές που θεωρούσαν μόλις πριν από δύο χρόνια την αγορά ακινήτων στο Δουβλίνο «απαγορευτική», σήμερα τη συγκαταλέγουν στις καλύτερες της Ευρώπης.
Διεθνείς και εγχώριοι επενδυτές προσελκύονται από το επίπεδο των τιμών και τις προοπτικές βελτίωσης της ιρλανδικής οικονομίας.
Οι διεθνείς κεφαλαιαγορές οδηγούν τους επενδυτές να στραφούν και σε αγορές που βρίσκονται σε ανάκαμψη, όπως η Ισπανία, μία μεσογειακή χώρα που χτυπήθηκε από την οικονομική κρίση.
Το 67% των συμμετεχόντων στην έρευνα πιστεύουν ότι στη χώρα αυτή υπάρχουν καλές ευκαιρίες για την αγορά ακινήτων.
Ωστόσο, όπως και για την Ελλάδα, μερικοί υποστηρίζουν πως η διαχείριση του χρέους της χώρας είναι πολύ δύσκολη και η ισπανική αγορά «επικίνδυνη» για επενδύσεις πριν εμφανισθούν απτές ενδείξεις ανάπτυξης.
Ο έντονος ανταγωνισμός προκαλεί μία αυξανόμενη τάση κατεύθυνσης των επενδύσεων πέραν των κλασσικών αγορών του Λονδίνου, του Μονάχου και το Παρισιού.
Τώρα οι επενδυτές στρέφονται σε ακίνητα σε πόλεις δευτερεύουσας σημασίας που όμως θα αποφέρουν πιο σταθερά έσοδα.
Ψάχνουν για ευκαιρίες σε μεγάλες αγορές εκτός των κεντρικών περιοχών που ήδη αποφέρουν καλά έσοδα ή που με προσεκτική διαχείριση μπορούν να γίνουν κύρια περιουσιακά στοιχεία.
Σύμφωνα με τη μελέτη, το 2014 θα υπάρχει σημαντικό μέγεθος διαθέσιμων κεφαλαίων στην ευρωπαϊκή αγορά ακινήτων.
Το 71% των ερωτηθέντων πιστεύουν ότι θα αυξηθούν τα ίδια κεφάλαια για αναχρηματοδότηση ή νέες επενδύσεις.
Βελτιώνεται επίσης η προοπτική για τη διαθεσιμότητα χρεών, καθώς το 51% των συμμετεχόντων αναμένουν ότι η διαθεσιμότητα για αναχρηματοδότηση ή νέες επενδύσεις θα αυξηθεί εφέτος, ενώ μόλις το 15% πιστεύουν το αντίθετο. Οι συμμετέχοντες δεν αναμένουν σημαντική βελτίωση και επάνοδο σε επίπεδα προ κρίσης.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ
Σχετικές ετικέτες:Οικονομία
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων