09:02 | 4/7/16
Ο Ιούλιος ξεκίνησε με εκλογικό νόμο και θα κλείσει με τη συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος. Το σενάριο όμως εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό διχάζει τόσο το ΣΥΡΙΖΑ όσο και τη ΝΔ
Ο Ιούλιος ξεκίνησε πολιτικά με τη συζήτηση για τον εκλογικό νόμο και θα “κλείσει” με την πρόταση της κυβέρνησης για την αναθεώρηση του Συντάγματος, την οποία ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας έχει προαναγγείλει ότι θα παρουσιάσει στην επέτειο αποκατάστασης της Δημοκρατίας, στις 24 του μηνός.
Το σενάριο όμως αλλαγής του τρόπου εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας και το ζήτημα των αρμοδιοτήτων του ανώτατου πολιτειακού άρχοντα, που έχει ήδη τεθεί στο δημόσιο διάλογο εν όψει της συζήτησης για την αναθεώρηση, διχάζει τόσο το ΣΥΡΙΖΑ όσο και τη Νέα Δημοκρατία.
Στο ΣΥΡΙΖΑ διαφωνούν πολλοί με εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό και ταυτόχρονη ενίσχυση των αρμοδιοτήτων του, οι οποίες “κουτσουρεύτηκαν” με την αναθεώρηση του Συντάγματος το 1986 επί Ανδρέα Παπανδρέου. Κυρίως διαφωνούν τα στελέχη της τάσης των 53+ με το επιχείρημα ότι θα δημιουργηθεί ένας δεύτερος πόλος εξουσίας, με αποτέλεσμα πολιτικά και πολιτειακά ζητήματα. Και αυτή τη διαφωνία θα καταστήσουν σαφή, ενόψει δε και του συνεδρίου του ΣΥΡΙΖΑ το Σεπτέμβριο.
Κάποιοι, τόσο στο ΣΥΡΙΖΑ όσο και στη ΝΔ, θα έβλεπαν με καχυποψία μία τέτοια πρόταση από την πλευρά του σημερινού πρωθυπουργού, θεωρώντας ότι πίσω από αυτή τη συζήτηση κρύβεται ενδεχομένως πρόθεση του κ.Τσίπρα να μεταπηδήσει στο μέλλον στην Προεδρία της Δημοκρατίας, έχοντας φροντίσει όμως το αξίωμα αυτό να μην είναι πλέον διακοσμητικό, αλλά να διαθέτει ξανά πραγματικές εξουσίες, όπως πριν το 1986.
Ορισμένοι πάντως στη ΝΔ, τάσσονται υπέρ της εκλογής Προέδρου από το λαό και ενίσχυσης σε κάποιο βαθμό των αρμοδιοτήτων του ώστε να υπάρχει ένα θεσμικό “φρένο” στην εκάστοτε κυβέρνηση και στον πανίσχυρο μετά την αναθεώρηση του 1986 εκάστοτε πρωθυπουργό, προσμένοντας ότι σε αυτή την περίπτωση θα μπορούσε να διεκδικήσει το ανώτατο πολιτειακό αξίωμα ο Κώστας Καραμανλής.
Ο πρώην πρωθυπουργός όμως έχει καταστήσει σαφές ήδη εδώ και καιρό στους συνομιλητές του πως ένα τέτοιο σενάριο δεν τον ενδιαφέρει. Βλέπει όμως σύμφωνα με πληροφορίες θετικά την αλλαγή του τρόπου εκλογής Προέδρου της Δημοκρατίας, εκτιμώντας ότι ανάδειξη του από το λαό θα εμπόδιζε τη χρήση της εκλογής Προέδρου από την εκάστοτε αξιωματική αντιπολίτευση ως μέσο πρόκλησης πρόωρων εκλογών, όπως συνέβη το 2009 και το 2014. Αλλά και ότι η λαϊκή νομιμοποίηση θα έδινε Προέδρους με ισχυρή πολιτική προσωπικότητα και τη δυνατότητα πραγματικά να λειτουργούν ως ρυθμιστές του πολιτεύματος σε μία κρίσιμη περίοδο.
Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι υποστηρίζει την ενίσχυση των αρμοδιοτήτων σε βαθμό που θα άλλαζε το πολίτευμα από προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία. Αλλά καθώς ούτως ή άλλως μετά την αναθεώρηση του 1986 (την οποία στη ΝΔ θυμούνται ως μία προσβολή σε ό,τι θεσμικά εκπροσωπούσε ο Κωνσταντίνος Καραμανλής) το πολίτευμα τύποις μόνο είναι προεδρευομένη κοινοβουλευτική δημοκρατία με την έννοια ότι ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας δεν έχει πλέον καμία ισχύ και ο πρωθυπουργός συγκεντρώνει αποκλειστικά όλες τις εξουσίες, το να ξαναδοθεί στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας το ελάχιστο δικαίωμα να συγκαλεί ο ίδιος το συμβούλιο πολιτικών αρχηγών όποτε κρίνει και να απευθύνει διάγγελμα χωρίς να χρειάζεται να ενημερώσει την κυβέρνηση, θα μπορούσε να τεθεί προς συζήτηση.
Υπέρ της εκλογής Προέδρου από το λαό έχει ταχθεί ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης, διαφωνεί όμως ο πρόεδρος της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, αλλά και ο σημερινός Πρόεδρος της Δημοκρατίας Προκόπης Παυλόπουλος. Ο τελευταίος θεωρεί ότι ο Κωνσταντίνος Καραμανλής με το Σύνταγμα του 1975 έδινε στον Πρόεδρο της Δημοκρατίας σημαντικές εξουσίες, τις λεγόμενες «υπερεξουσίες» με κορυφαία εξ αυτών το δικαίωμα παύσεως της κυβερνήσεως και διαλύσεως της Βουλής, αλλά παρόλα αυτά σκοπίμως δεν παρέπεμπε για την εκλογή του στο λαό, αλλά στο Κοινοβούλιο.
Ο Κωνσταντίνος Καραμανλής ήθελε βέβαια με αυτό τον τρόπο να βάζει τα κόμματα σε μία άσκηση πολιτικής συναίνεσης- αν και στην πράξη αποδείχθηκε ότι συνήθως η εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας μετατράπηκε σε πεδίο πολιτικής αντιπαράθεσης. Η απλή αναλογική όμως ενδέχεται να καταστήσει ακόμη πιο δύσκολη την ανάδειξη Προέδρου της Δημοκρατίας από τη Βουλή, στην οποία με ένα αναλογικότερο εκλογικό σύστημα θα συμμετέχουν περισσότερα κόμματα και θα είναι πιο δύσκολο να βρεθούν οι 180 αναγκαίες ψήφοι.
Από την άλλη πλευρά, εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας από το λαό θα σημαίνει μία ακόμη εκλογική αναμέτρηση, με τον κίνδυνο και αυτή η διαδικασία να κομματικοποιηθεί, αλλά και με το ερώτημα ποιο ποσοστό θα απαιτείται για την ανάδειξη του και εάν θα υπάρχει δεύτερος γύρος, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.
Το ζήτημα των αρμοδιοτήτων επίσης θα μπει στο τραπέζι εκ των πραγμάτων και άρα η ίδια η λειτουργία ή και μορφή ακόμη του πολιτεύματος. Η λεπτή ισορροπία μεταξύ της δημιουργίας ενός θεσμικού ουσιαστικού αντίβαρου στο πρωθυπουργοκεντρικό σημερινό σύστημα και της αλλαγής της φύσης του πολιτεύματος σε προεδρική από προεδρευομένη δημοκρατία θα απασχολήσει τη συζήτηση. Υπάρχει βέβαια και το παράδειγμα της Γαλλίας, όπου το σύστημα είναι ημι-προεδρική δημοκρατία, με Πρόεδρο αλλά και πρωθυπουργό εκλεγμένο από το λαό και όχι πάντα από την ίδια παράταξη, όπως έχει συμβεί στο παρελθόν πχ με τη “συγκατοίκηση” Μιτεράν- Σιράκ. Σε κάθε περίπτωση, αναμένεται να ανοίξει μία συζήτηση θεσμική, η οποία σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να γίνει με βιασύνη ή κομματικές σκοπιμότητες από καμία πλευρά.
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων