12:52 | 30/12/16
Το 2016 που φεύγει ήταν έτος καθρέφτης του μέλλοντός μας: διαρκές κυνήγι υπέρογκων πλεονασμάτων, συνεχείς αξιολογήσεις και η έγκριση των δανειστών προαπαιτούμενη για οποιοδήποτε μέτρο
Τέτοιες μέρες πριν από έναν χρόνο σχεδόν όλοι οι πολιτικοί παράγοντες εμφανίζονταν ιδιαίτερα αισιόδοξοι για το επερχόμενο 2016.Από τον πρωθυπουργό που το χαρακτήριζε “χρονιά που θα σηματοδοτήσει την οριστική έξοδο από την κρίση” έως τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας που έλεγε χαριτολογώντας στον Αλέξη Τσίπρα ότι “του χρόνου θα φορέσεις γραβάτα γιατί θα έχουμε βγει από το μνημόνιο”, όλοι μιλούσαν για ταχεία ολοκλήρωση της πρώτης αξιολόγησης και διατείνονταν ότι το 2016 θα καβαντζάρουμε και θα δούμε -έστω και μακριά, στο βάθος του ορίζοντα- κάποιο λιμάνι.
Δεν πήγαν έτσι τα πράγματα. Η αξιολόγηση -παρά τις αντίθετες εκτιμήσεις ακόμα και κορυφαίων στελεχών του τραπεζικού τομέα- προχώρησε βασανιστικά αργά, με συνεχείς διαπραγματεύσεις που γεννούσαν διαρκώς νέα “προαπαιτούμενα” και μετέτρεπαν τη διαδικασία σε... Λερναία 'Υδρα που όσα κεφάλια και αν της έκοβες αποκτούσε νέα που άνοιγαν το στόμα τους να σε δαγκώσουν.
Το 2016 που φεύγει ήταν έτος... καθρέφτης του μέλλοντός μας: διαρκές κυνήγι υπέρογκων πλεονασμάτων, συνεχείς αξιολογήσεις και η έγκριση των δανειστών προαπαιτούμενη για οποιοδήποτε μέτρο αποφασίζει η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση.
Κι όταν εδέησαν τα τεχνικά κλιμάκια και οι πολιτικοί προϊστάμενοί τους να πουν το πολυπόθητο “ναι”, αφού επιβεβαιώθηκε η παρουσία του αυτόματου κόφτη και υπογράφτηκε το επικαιροποιημένο, “συμπληρωματικό”, μνημόνιο, οι ¨θεσμοί” πήγαν απλώς για λίγο διακοπές.
Με την επιστροφή τους, άρχισε φτου ξανά μανά από την αρχή, και πάλι, σαν να μην πέρασε μια μέρα, το μαρτύριο της (δεύτερης πλέον) αξιολόγησης που παρά τις προσπάθειες και τις κατά παράδοση αισιόδοξες δηλώσεις σχεδόν όλων των υπουργών, δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, μετατρέποντας το 2016 που φεύγει σε έτος καθρέφτη του μέλλοντός μας: διαρκές κυνήγι υπέρογκων πλεονασμάτων, συνεχείς αξιολογήσεις και η έγκριση των δανειστών προαπαιτούμενη για οποιοδήποτε μέτρο αποφασίζει η εκάστοτε ελληνική κυβέρνηση.
Αν το 2016 έγινε για την χώρα μας η χρονιά της... αέναης αξιολόγησης, καταδεικνύοντας πόσο δύσκολη είναι η έξοδος από την επιτροπεία και πόσο πολιτικά κοστοβόρα είναι η “διαρκής αφοσίωση στις δεσμεύσεις του μνημονίου”, το 2017 φαίνεται ότι θα είναι το έτος της μεγάλης αβεβαιότητας για την Ευρώπη, για την Ανατολική Μεσόγειο και την Εγγύς Ανατολή αλλά και συνολικότερα για τον πλανήτη, καθώς αρχίζει η εποχή Τραμπ.
Το Προσφυγικό εξακολούθησε και όλο το 2016 να αποτελεί κορυφαίο ευρωπαϊκό πρόβλημα παρ' ό,τι οι “αρμόδιοι” προσπαθούν να το αντιμετωπίσουν... δια των άλλων: Ελπίζοντας δηλαδή ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να καλύπτει το ευρωπαϊκό έλλειμμα και ότι ο Ερντογάν δεν θα υλοποιήσει τις απειλές του.
Αχαρτογράφητοι καιροί, αβέβαιες καταστάσεις, στο έδαφος του συνεχιζόμενου πολέμου στη Συρία, των ανακατατάξεων που κυοφορούνται στην ευρύτερη περιοχή -συμπεριλαμβάνοντας πλέον και το Κυπριακό- και των τρομοκρατικών χτυπημάτων που πλήθυναν το 2016 εγκαθιστώντας τον φόβο στις ευρωπαϊκές μεγαλουπόλεις.
Το παράδοξο, για την Ευρώπη που γνώρισε καλά τον φασισμό και τον ναζισμό, και τους πλήρωσε πολύ ακριβά, είναι ότι παρά τα κύματα αλληλεγγύης για τους πρόσφυγες και παρά τα λογίδρια που εκφωνούν κάθε τόσο οι εκπρόσωποι της Ε.Ε. οι χώρες που υποκλίνονται στον ρατσισμό και καλλιεργούν την ξενοφοβία, το 2016, ουσιαστικά “επιβραβεύτηκαν” για την απαράδεκτη στάση τους.
Από την κατανόηση που εξέφρασε δημοσίως ο πολύς κ. Σόιμπλε και τις δηλώσεις των υπουργών της Αυστρίας που δεν κράτησαν καν τα προσχήματα, μέχρι την απουσία κάθε κύρωσης από τα “αυστηρά” όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι Ούγγροι, οι Τσέχοι και οι άλλοι παράγοντες του Βίσεγκραντ συνέχισαν να υψώνουν τους ακροδεξιούς φράχτες τους, ναρκοθετώντας τα ευρωπαϊκά “κεκτημένα” και μεταφέροντας -παρά τις αντίθετες επίσημες δηλώσεις- όλα τα βάρη του Προσφυγικού στην Ιταλία και (ακόμα περισσότερο) στην Ελλάδα.
Το Προσφυγικό εξακολούθησε και όλο το 2016 να αποτελεί κορυφαίο ευρωπαϊκό πρόβλημα παρ' ό,τι οι “αρμόδιοι” προσπαθούν να το αντιμετωπίσουν... δια των άλλων: Ελπίζοντας δηλαδή ότι η Ελλάδα θα καταφέρει να καλύπτει το ευρωπαϊκό έλλειμμα και ότι ο Ερντογάν δεν θα υλοποιήσει τις απειλές του, όπως αυτή που έκανε πρόσφατα σε ομιλία του στην Κωνσταντινούπολη, όταν κάλεσε τους Ευρωπαίους ηγέτες να “ακούσουν καλά” γιατί “Εάν προχωρήσετε περαιτέρω, αυτά τα σύνορα θα ανοίξουν, βάλτε το καλά στο κεφάλι σας”.
Κρύβοντας βέβαια το κεφάλι τους στην άμμο των ακτών του Αιγαίου, οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν είναι δυνατόν να λύσουν οποιοδήποτε πρόβλημα, πολύ περισσότερο το Προσφυγικό, που οι διαστάσεις του ξεπερνούν τη Γηραιά Ήπειρο. Και δεν είναι τυχαίο ότι ο Προκόπης Παυλόπουλος είναι ο μόνος πρόεδρος ευρωπαϊκής χώρας που έχει ρητά αναφερθεί -χωρίς όμως να ακουστεί- στην ανάγκη τερματισμού του πολέμου στη Συρία, δηλώνοντας (και όχι μόνο μία φορά) ότι «Για εμάς, αν δεν τελειώσει ο πόλεμος, που έχει θύμα τον άνθρωπο, δεν θα τελειώσει και η προσφυγική κρίση».
Αν η μία όψη της δυσαρέσκειας για την πορεία της ΕΕ εκφράστηκε με το βρετανικό “ναι” η άλλη σαφής εκδήλωση της πληβειακής ψήφου ήταν το ιταλικό “όχι” στις μεταρρυθμίσεις που ζήτησε ο Ρέντσι και βιάστηκε να στηρίξει ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με την περιβόητη πλέον δήλωσή του ότι εάν ήταν Ιταλός θα ψήφιζε “ναι”.
Στίγμα οι διαρκείς έλεγχοι και η τιμωρητική διάθεση των “εταίρων” μας για την Ελλάδα, στίγμα για την Ευρώπη το Προσφυγικό και στίγμα για όλους η αβεβαιότητα που γενικεύεται. Γιατί το 2016 ήταν και η χρονιά του Brexit, του “όχι” των Ιταλών στο δημοψήφισμα και της εκλογής του Ντόναλντ Τραμπ στην προεδρία των ΗΠΑ.
Με την υπερψήφιση τον περασμένο Ιούνιο του Brexit από το 51,9% των Βρετανών έπεσαν δυο βασικοί ευρωπαϊκοί μύθοι: ότι η πορεία της ευρωπαϊκής “ολοκλήρωσης” είναι μονόδρομος και ότι η ιστορία προχωρά πάντοτε σύμφωνα με τους σχεδιασμούς του ευρωπαϊκού ιερατείου και τις γερμανικές επιταγές.
Η Βρετανία έγινε η πρώτη χώρα στην ιστορία της Ευρωπαϊκής Ένωσης που άνοιξε την πόρτα της εξόδου, ανοίγοντας ταυτόχρονα, τόσο για την ίδια όσο και για τις χώρες που παραμένουν στην Ευρωπαϊκή Ένωση μία πρωτόγνωρη περίοδο αναζήτησης και δύσκολων προκλήσεων, που πολλές από αυτές θα πρέπει να αντιμετωπιστούν μέσα στο 2017.
Αν η μία όψη της δυσαρέσκειας για την πορεία της ΕΕ εκφράστηκε με το βρετανικό “ναι” η άλλη σαφής εκδήλωση της πληβειακής ψήφου ήταν το ιταλικό “όχι” στις μεταρρυθμίσεις που ζήτησε ο Ρέντσι και βιάστηκε να στηρίξει ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε με την περιβόητη πλέον δήλωσή του ότι εάν ήταν Ιταλός θα ψήφιζε “ναι”.
Είναι σαφές λοιπόν ότι η αποδοκιμασία του Ρέντσι, ή του Κάμερον στη βρετανική περίπτωση, αφορούσε και αυτόν και τη γερμανική αρχιτεκτονική της Ευρώπης και της ακραίας λιτότητας, και τους διορισμένους γραφειοκράτες της “ευρωπαϊκής ηγεσίας”. Αλλά είναι επίσης σαφές ότι τα μηνύματα της λαϊκής βάσης από το ένα αυτί των ελίτ μπαίνουν και από το άλλο βγαίνουν, όπως έγινε και με το δημοψήφισμα στην Ελλάδα το 2015.
Ο Σόιμπλε, την επαύριο της νίκης του Τραμπ, δήλωσε ότι βασική αιτία της “διόγκωσης του λαϊκισμού παγκοσμίως” είναι «το γεγονός ότι οι ελίτ δεν δίνουν πάντα την καλύτερη εικόνα» και «οι διαδικασίες λήψης των αποφάσεων δεν είναι πάντοτε κατανοητές». Και μετά εφάρμοσε(πάλι) αυτά που κατηγόρησε!
Την ώρα που η επίσημη Ε.Ε. εμφανίζεται σε μεγάλη απόσταση από την Ευρώπη της λαϊκής βάσης, μια αντίστοιχη κατάσταση αποτυπώθηκε και με τις κάλπες στις ΗΠΑ και την εκλογή του Τραμπ, βάζοντας όλο τον πλανήτη σε μια νέα τροχιά αβεβαιότητας και θέτοντας υπό επανεξέταση το πλαίσιο της παγκοσμιοποίησης και τις αμερικανικές παρεμβάσεις.
Αυτό που έχει ενδιαφέρον είναι ότι ο Σόιμπλε, την επαύριο της νίκης του Τραμπ, παρενέβη στη σχετική συζήτηση δηλώνοντας ότι βασική αιτία της “διόγκωσης του λαϊκισμού παγκοσμίως” είναι «το γεγονός ότι οι ελίτ της πολιτικής , της οικονομίας και της κοινωνίας δεν δίνουν πάντα την καλύτερη εικόνα» και «οι διαδικασίες λήψης των αποφάσεων δεν είναι πάντοτε κατανοητές»
Ο Γερμανός πολιτικός είχε μάλιστα προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα: «Καθένας -δήλωσε- πρέπει να είναι διατεθειμένος να θέλει να μάθει. Εάν είμαστε ανοικτοί στην άποψη του άλλου και την αλλαγή γνώμης τότε ο λαϊκισμός θα τα βρει σκούρα».
Και αφού τα είπε και το... ευχαριστήθηκε, επέστρεψε (και με τις πρόσφατες θέσεις απέναντι στη χώρα μας και το βοήθημα στους συνταξιούχους) σε αυτό που γνωρίζει καλύτερα από οτιδήποτε άλλο: τις πραξικοπηματικές διαδικασίες, τις αποφάσεις που δίνουν την χειρότερη δυνατή εικόνα για τις ευρωπαϊκές ελίτ και την επιμονή του στο να τον ακούνε οι πάντες χωρίς αυτός να ακούει κανέναν.
Βασικό πρόσωπο αλλά και βασικός παράγοντας αστάθειας για το 2017 ο Ταγίπ Ερντογάν καθώς η στάση του πολλαπλασιάζει τα μέτωπα της αβεβαιότητας εντείνοντας τα προβλήματα για την ήδη ασφυκτικά πιεσμένη χώρα μας.
Το 2016 ήταν βέβαια και η χρονιά του πραξικοπήματος στην Τουρκία που απέτυχε μεν αλλά εδραίωσε ακόμα περισσότερο τον Ερντογάν που θεωρητικά ήταν στο στόχαστρο των πραξικοπηματιών. Και όχι μόνο τον εδραίωσε λύνοντάς του τα χέρια για μια εκστρατεία διώξεων σε όλους τους τομείς της; κοινωνικής ζωής της Τουρκίας, χωρίς προηγούμενο τα τελευταία χρόνια αλλά του άνοιξε και τον δρόμο για να ξεδιπλώσει χωρίς αντίλογο την νεοοθωμανική πολιτική του.
Από την επέμβαση στη Συρία και την κατάληψη συγκεκριμένων εδαφών που στοχεύουν στην αποτροπή δημιουργίας αυτόνομης κουρδικής οντότητας, μέχρι την παρέμβαση στο Κυπριακό, όπου οι προτάσεις του αρχίζουν και τελειώνουν στην διαιώνιση της παρουσίας των τουρκικών στρατευμάτων στο νησί, ο Ερντογάν είναι από τα βασικά πρόσωπα του 2016 στην περιοχή μας.
Βασικό πρόσωπο αλλά και βασικός παράγοντας αστάθειας για το 2017 καθώς η στάση του πολλαπλασιάζει τα μέτωπα της αβεβαιότητας εντείνοντας τα προβλήματα για την ήδη ασφυκτικά πιεσμένη χώρα μας.
Στο Προσφυγικό και το Κυπριακό που ήδη είναι ανοιχτά με προβληματικό τρόπο, θα πρέπει να προστεθούν και τα προβλήματα που προκύπτουν από τον γενικότερο “αναθεωρητισμό” του Ερντογάν. Γιατί ο Τούρκος πρόεδρος μπορεί να μιλά πολύ για τη Συνθήκη της Λωζάνης, αλλά έχει περισσότερο κατά νου την ελληνική ΑΟΖ και ένα γενικότερο ενεργειακό και γεωπολιτικό αλισβερίσι που συμπεριλαμβάνει την Κύπρο και το Αιγαίο και στοχεύει στη “συνολική διευθέτηση των διμερών θεμάτων”.
Σχετικές ετικέτες:αξιολόγησηΟικονομίαΠολιτική
Σχετικά άρθρα
Ροή ειδήσεων