21:09 | 19/2/18
Οι δυνάμεις που θέλουν η Αθήνα να διατηρήσει τις χειροπέδες, αποδυναμώνονται από την κατάσταση που επικρατεί στη Γερμανία, σύμφωνα με το Politico
Άρθρο στο οποίο τονίζεται ότι μετά από οκτώ χρόνια κηδεμονίας από τους δανειστές της, η Ελλάδα έχει ανάγκη από μια ευκαιρία να σταθεί μόνη της στα πόδια της, φιλοξενεί το Politico.Την ώρα που η Ελλάδα ετοιμάζεται να εξέλθει του προγράμματος διάσωσης, το ερώτημα που δεν έχει απαντηθεί ακόμη είναι εάν η έξοδος αυτή θα είναι «καθαρή», δεδομένου μάλιστα ότι η μέχρι στιγμής έξοδος στις αγορές στάθηκε επιτυχημένη, ή εάν η χώρα θα χρειαστεί κάποιου είδους δίχτυ ασφαλείας. Το θέμα αυτό θα συζητηθεί, μεταξύ άλλων, στο σημερινό Eurogroup.
Ο συντάκτης Paul Taylor υποστηρίζει ότι η απάντηση - σε πολιτικό επίπεδο – είναι μία: Η απόρριψη της ιδέας της προληπτικής πιστωτικής γραμμής, επειδή πολύ απλά η γραμμή αυτή θα συνοδεύεται από συγκεκριμένους όρους – αν και, κατά την άποψή του, θα είχε νόημα και η πρόσβαση στον ΕΜΣ σε περίπτωση που οι αγορές «στραβώσουν» ή τυχόν πολιτικές αναταράξεις αυξήσουν απότομα το κόστος δανεισμού. Ορισμένοι σκεπτικιστές δανειστές δεν πιστεύουν ότι οι Έλληνες «θα πάρουν το δρόμο της αρετής» αμέσως μετά τη λήξη του προγράμματος και θα προτιμούσαν για το λόγο αυτό να τους έχουν υπό άμεση επιτήρηση, αλλά αυτό, πιστεύει ο συντάκτης, θα ήταν πολιτικά αντιπαραγωγικό και μη βιώσιμο.
Ο Έλληνας Πρωθυπουργός είναι ανένδοτος στο θέμα αυτό: Η έξοδος από τα μνημόνια πρέπει να είναι κανονική έξοδος. Έχοντας επιβάλει τόσο επώδυνα μέτρα στον ελληνικό λαό στο πλαίσιο ενός προγράμματος προσαρμογής, στο οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ δεν πίστευε, η καλύτερη επιλογή επιβίωσης για τον Αλέξη Τσίπρα είναι να δείξει ότι η Ελλάδα μπορεί να σταθεί μόνη της στα πόδια της. Και αυτό επειδή οι οικονομικές δείκτες έχουν σαφώς βελτιωθεί, αλλά η κοινωνία δεν έχει συνέλθει καθόλου μετά από μία δεκαετία ύφεσης και λιτότητας. Η δημοσιονομική προσαρμογή επετεύχθη κατά κύριο λόγο με περικοπές μισθών, αυξήσεις φόρων και βελτίωση στους φοροεισπρακτικούς μηχανισμούς και όχι τόσο μέσω μεταρρυθμίσεων και ιδιωτικοποιήσεων.
Η ΕΚΤ και το ΔΝΤ είναι λογικό να διστάζουν να αφήσουν τους Έλληνες να κάνουν κι άλλα λάθη. Βετεράνοι σκληρών διαπραγματεύσεων με την ελληνική πλευρά ανησυχούν ότι η Αθήνα θα αρχίσει αμέσως μετά την έξοδο από το μνημόνιο να ξηλώνει τις μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας και στο κοινωνικό κράτος, που είχαν επιβληθεί από τους δανειστές. Μία πρόσθετη ανησυχία είναι ότι οι βουλευτικές εκλογές που κανονικά θα γίνουν το 2019, αλλά ενδέχεται να διεξαχθούν πρόωρα προς το τέλος του 2018, σε συνδυασμό με τις προεδρικές εκλογές του 2020, θα οδηγήσουν σε ανεξέλεγκτες δαπάνες. Εάν δε κανένα κόμμα δεν διασφαλίσει πλειοψηφία, οι αγορές θα αντιδράσουν με φόβο.
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Γαλλία, από την άλλη πλευρά θέλουν να ανακηρύξουν τη νίκη και να αναγνωρίσουν στην Αθήνα το τεκμήριο της αθωότητας ( ή αλλιώς το πλεονέκτημα της αμφιβολίας) και υποστηρίζουν τη θέση τους τονίζοντας ότι η Ελλάδα θα υπόκειται ούτως ή άλλως σε μία επιτήρηση – αν και πιο ήπια - μέχρις ότου αποπληρώσει το 75% των δανείων που έχει λάβει από τους εταίρους. Ούτε όμως και η Γερμανία ενθουσιάζεται με την ιδέα του να δοθούν κι άλλα χρήματα στην Ελλάδα, ακόμη και με τη μορφή προληπτικής πιστωτικής γραμμής, την οποία θα επιθυμούσε ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας.
Οι δυνάμεις, ωστόσο, που θέλουν η Αθήνα να διατηρήσει τις χειροπέδες αποδυναμώνονται από την κατάσταση που επικρατεί στη Γερμανία. ΟWolfgang Schäuble δεν είναι πλέον Υπουργός Οικονομικών και ο πιθανός διάδοχός του, ο Σοσιαλδημοκράτης Olaf Scholz, είναι της άποψης ότι το Βερολίνο πρέπει να σταματήσει να υπαγορεύει σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες πώς να χειρίζονται τα δημοσιονομικά τους.
Το δημοσίευμα καταλήγει με την επισήμανση του συντάκτη ότι η Ελλάδα έχει ανάγκη να χαράξει η ίδια την πορεία της – «υποκείμενη στην πειθαρχία» των χρηματοπιστωτικών αγορών και όχι της Τρόικας ή του Γερμανού Υπουργού Οικονομικών.
Φωτό: sooc.gr, πηγή
Σχετικά άρθρα