Του Δημήτρη Δακρότση: Όταν η αισθητική εποπτεία ανατρέπεται από τη λογική γνώση | Greek-iNews


Έχετε φορτώσει την έκδοση για υπολογιστές, για καλύτερη εμπειρία χρήσης μεταβείτε στην έκδοση για κινητά με ένα
κλικ εδώ

Του Δημήτρη Δακρότση: Όταν η αισθητική εποπτεία ανατρέπεται από τη λογική γνώση

05:31 | 8/5/17

«Διατρέχοντας την ιστορία του πνεύματος, διαπιστώνουμε ότι κάθε εποχή συνδέεται με υπερβάσεις που έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: όλες είναι αποτελέσματα νόησης και βούλησης, δηλαδή ποιότητες συνειδητές: ο νους σχεδιάζει αισθητικά το περίγραμμα μιας ιδέας, έπειτα το επεξεργάζεται λογικά, και τελικά το υλοποιεί»

Γράφει στο Greek-iNews.gr, ο Δημήτριος Μ. Δακρότσης, Διδάκτωρ Φιλοσοφίας Πανεπιστημίου Αθηνών

(Read in: english, italian)

Διατρέχοντας την ιστορία του πνεύματος, διαπιστώνουμε ότι κάθε εποχή συνδέεται με υπερβάσεις που έχουν ένα κοινό χαρακτηριστικό: όλες είναι αποτελέσματα νόησης και βούλησης, δηλαδή ποιότητες συνειδητές: ο νους σχεδιάζει αισθητικά το περίγραμμα μιας ιδέας, έπειτα το επεξεργάζεται λογικά, και τελικά το υλοποιεί. Η υλοποίηση, η πράξη, είναι το όριο μίας σειράς νοητικών λειτουργιών, οι οποίες βρίσκονται προσανατολισμένες προς τον σκοπό της αποκάλυψης των ορίων της πραγματικότητας.

Πέρα από την αποτελεσματικότητά του, ο σκοπός, όπως και κάθε τι πρακτικό, εμπεριέχει το ηθικό στοιχείο: οι αρχές της ηθικής, συνηγορούν πάντα προς το αγαθό, -όπως πολύ εύστοχα παρατηρεί ο Ιταλός φιλόσοφος Benedetto Croce- προς ό, τι παράγει «έργα αγάπης, ομορφιάς, κοινής ωφέλειας». Η διαπλοκή μεταξύ λογικού και βουλητικού-ηθικού μέρος της ψυχής μας, εκδηλώνεται καθολικά, ως πρόοδος. Θα μπορούσαμε να ορίσουμε δηλαδή την πρόοδο, ως ωθούμενη προς τα εμπρός εφαρμοσμένη λογική, με βάση προδιαγεγραμμένους σκοπούς προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτός ήταν πάντοτε ο εμπειρικά αναγνωρισμένος δρόμος αποσαφήνισης των όρων της πραγματικότητας. Ένας δρόμος καθαρός, χωρίς εμπόδια, γεμάτος προκλήσεις για νεωτερισμούς προς χάριν του Ανθρώπου και του πολιτισμού. Ας σταθούμε ωστόσο, στο ζήτημα της εμπειρίας: τι σημαίνει «εμπειρικά αναγνωρισμένος» δρόμος, για το πνεύμα;

Η εμπειρία είναι η στέρεη βάση των λογικών προβλέψεων και της βουλητικής πρακτικότητας, δηλαδή της ίδιας της ηθικής. Παρατηρώντας τα φαινόμενα αποκτούμε όχι μόνο τη γνώση αυτών, αλλά και γνώση της λειτουργίας της διασκεπτικής ενέργειάς μας. Είναι, ωστόσο, οι δυνάμεις που εκδηλώνονται στο νου μας, διασκεπτικά και βουλητικά, εναρμονισμένες μεταξύ τους; Με άλλα λόγια είναι οι λογικές γνώσεις που αποκτώνται από τις εμπειρίες, προσανατολισμένες προς τις επιδιώξεις της ηθικής σκοποθεσίας και αντίστροφα;

Ας θέσουμε παράλληλα δύο παραδείγματα επιστημονικού θριάμβου: τη διακρίβωση του τρόπου κίνησης των ουράνιων σωμάτων του ηλιακού μας συστήματος γύρω από τον ήλιο και την απόδειξη της εξελικτικής θεωρίας στη βιολογία. Αν και τα δύο παραδείγματα αποτελούν άξια λογικά σημεία αναφοράς, εντούτοις, σε πολιτισμικό επίπεδο, τόσο η θεωρία για το ηλιοκεντρικό σύστημα, όσο ο Δαρβινισμός, αμφισβητήθηκαν και εμποδίστηκαν από βουλήσεις που προέβλεπαν ότι η αποδοχή των θεωριών αυτών θα ήταν ικανή να διαταράξει τη πολιτισμική συνοχή. Διακρίνουμε επομένως εδώ, δύο ειδών σκοπούς: το σκοπό της λογικής παρατήρησης και απόδειξης, και το σκοπό της κοινωνικής ωφέλειας, του πολιτισμού. Σημειώνουμε εδώ, ότι είναι περιττό να μιλήσουμε για τον θρίαμβο της επιστήμης επάνω στην παράδοση, την πολιτισμική κληρονομιά, όσον αφορά στο επίπεδο της λογικής γνώσης.

Αυτή είναι, σε γενικές γραμμές, η εμπειρική πορεία που διαγράφει το πνεύμα, όπως μέχρι σήμερα γνωρίζουμε: ο νους συλλαμβάνει αισθητικά-ενορατικά μία ιδέα, ως μορφή, ως περίγραμμα, ενώ στη συνέχεια θέτει το αισθητικό αποτέλεσμά της, την ενορατική γνώση, στη διάθεση της λογικής ανάλυσης. Σε ολόκληρο το φάσμα της διεργασίας αυτής, η βούληση, η σκοποθεσία, κατευθύνει τη λογική με βάση τα όρια που η ίδια έχει θέσει ως αρχή. Οι βουλήσεις, η ηθική, απέναντι στις επιβεβαιωμένες λογικές κρίσεις, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να θεωρούνται a priori σύμφωνες μεταξύ τους, εξαιτίας των διαφορετικών σκοπιμοτήτων που τις κινητοποιούν. Τι γίνεται ωστόσο, όταν οι αρχές του πνεύματος, με βάση τη σειρά που περιγράψαμε, ανατρέπεται, σε σημείο όπου η αισθητική γνώση, όχι μόνο να μην προηγείται της λογικής, αλλά να μην μπορεί να βρει καμία θέση μέσα σε αυτή;

Όταν μιλάμε για εμπειρία, μιλάμε για γνώσεις -αισθητικές και λογικές- που προσλαμβάνει και επεξεργάζεται ο νους μας μέσα σε ένα φυσικό περιβάλλον τριών διαστάσεων. Ο τρισδιάστατος χώρος, περιλαμβάνει τα αισθητά και τις μεταβολές, την κίνησή τους, που έχουμε συνηθίσει να ονομάζουμε «φαινόμενα». Οι νόμοι των φαινομένων, δεν είναι παρά οι νόμοι της παρατήρησής μας, με γνώμονα τον τρισδιάστατο χώρο και ορισμένες βασικές αρχές, οι οποίες, σε επίπεδο ανθρώπινης καθημερινότητας, μας φαίνονται αδιαπραγμάτευτες: η εναλλαγή ημέρας-νύχτας, η εναλλαγή των εποχών, η πορεία του χρόνου προς τα εμπρός, αποτελούν παραδείγματα εμπειριών που όλοι μας αναγνωρίζουμε και μάλιστα βασιζόμαστε σε αυτά προκειμένου να προδιαγράψουμε τις ζωές και τα έργα μας. Το γεγονός ότι η ημέρα και η νύχτα ως αποτέλεσμα της περιοδικής κίνησης της Γης γύρω από τον άξονά της, αποτελούν φαινόμενα που μπορούν να διαταραχθούν πολύ εύκολα με μία εναλλαγή στο χωροχρονικό συνεχές του σύμπαντος -π.χ. με την πρόσκρουση ενός αστεροειδούς- δεν μας απασχολεί, γιατί οι παρατηρήσεις μας προβλέπουν ότι ένα τέτοιο συμβάν τοποθετείται πέρα από τα προσδοκώμενα χρονικά όρια των λογικών σκοπών. Η εμπειρία δηλαδή της παρατήρησής μας προς αυτή την κατεύθυνση, μας διαβεβαιώνει ότι ένας ενδεχόμενος κίνδυνος τέτοιου είδους, αναφέρεται μεν στην περιοχή του χώρου που μας αφορά, από την άλλη μεριά όμως, δεν συμπίπτει χρονικά με τον ορίζοντα που η εμπειρία μας έχει θέσει ως σημείο αναφοράς του ενδιαφέροντός της. Με τον τρόπο αυτό η λογική θέτει φραγμό στη βούληση να διατρέξει την εμπειρία για έναν τέτοιο σκοπό.

Έτσι λοιπόν, λειτουργεί η νόηση και η βούληση: επιλεκτικά, με βάση όρια που θέτει η λογική, τόσο σε επίπεδο σκέψης, όσο και σε επίπεδο πράξης. Επανερχόμαστε στο ερώτημά μας, τι γίνεται όταν η νόηση ανατρέπει τους κανόνες που η ίδια έχει θέσει, όταν δηλαδή τα πραγματικά αποτελέσματα της παρατήρησης υπερβαίνουν τα όρια των αισθήσεων με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να τα αναγνωρίσουμε;

Η επιστήμη μπορεί να είναι βέβαιη για τη σχετικότητα του χώρου και του χρόνου μέσα στον οποίο υπάρχουμε και κινούμαστε. Αυτό σημαίνει ότι οι τρεις διαστάσεις της εμπειρίας μας σε επίπεδο χώρου, όχι μόνο δεν είναι σταθερές, αλλά εξαρτώνται από μία διάσταση επίσης μη σταθερή: τον χρόνο. Ο χρόνος, παρόλο που είναι σχετικός, εντούτοις γίνεται αντιληπτός από τις αισθήσεις μας ως σταθερή μονογραμμική-μονοδιάστατη πορεία προς τα εμπρός, δηλαδή ως μέγεθος εντοπισμού του εαυτού μας στον τρισδιάστατο χώρο. Απαντά δηλαδή, το αποτέλεσμα της μέτρησης του χρόνου, στο πρακτικό ερώτημα του πότε, σε σχέση με το που. Η ύπαρξη της σχετικότητας στον χώρο και τον χρόνο είναι -πέρα για πέρα- πραγματική, όσο πραγματική είναι η κίνηση της γης γύρω από τον Ήλιο ή η κίνηση της Σελήνης γύρω από τη Γη. Πρόκειται για μία αλήθεια η οποία, σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει αισθητά κατανοητή στα όρια του ορατού-τρισδιάστατου σύμπαντος, αλλά μόνο να υπολογιστεί λογικά.

Θα μπορούσαμε να πούμε εδώ, ότι η φιλοσοφία, ως μέθοδος αναζήτησης της αλήθειας, περνά πλέον σε ένα άλλο στάδιο, αναφορικά με το οποίο καλείται πλέον να αποσαφηνίσει και να διατυπώσει έννοιες που δεν μπορεί να συλλάβει αισθητικά, δηλαδή «παραδοσιακά» φιλοσοφικά, αλλά μόνο λογικά. Αυτό σημαίνει τι; Ότι η φιλοσοφία θα πρέπει να κάνει ένα -ας μου επιτραπεί- γενναίο «πισωγύρισμα» στις πρώτες περιόδους δραστηριότητάς της, όπου ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με την επιστήμη, ώστε να προσπαθήσει να «ασθητικοποιήσει» τα λογικά αποτελέσματα και να πορευτεί παράλληλα με τη λογική γνώση. Σε τι μπορούμε να το στηρίξουμε αυτή την τόσο «ριζοσπαστική» πρόταση;

Εφόσον η ανθρώπινη διάνοια μπορεί να ξεπερνά την ίδια της την εμπειρία, σημαίνει ότι είναι προγραμματισμένη από τη φύση να λειτουργεί σε αυτό το επίπεδο. Ο ίδιος ο νους μας επομένως, όντας δύναμη αυτοκαθοριζόμενη και αυτοπρογραμματιζόμενη, είναι και το αίτιο των προβλημάτων που θέτει στον εαυτό του. Αυτό, με άλλα λόγια, μπορούμε να το διατυπώσουμε ως εξής: ο νους του ανθρώπου, δεν είναι η κινητήριος δύναμη της φύσης, αλλά μόνο μία παράμετρός της. Επομένως, ο λογικός νους, δεν είναι ικανός να δημιουργήσει νέες ποιότητες στη φύση, αλλά μόνο να αποκαλύψει τις ήδη υπάρχουσες και να εκμεταλλευτεί τους συνδυασμούς των δομών τους. Δεδομένης αυτής της ιδιαιτερότητάς του, ο λογικός νους, μπορεί να προβλέπει και να επιλύει μόνον ό, τι ο ίδιος παρατηρεί. Το ότι η λογική υπερτερεί των αισθήσεων -βάζοντας έτσι ερωτηματικό στα όσα μέχρι σήμερα συζητάμε σε φιλοσοφικό επίπεδο- είναι ζήτημα της Αισθητικής -κατά κύριο λόγο- φιλοσοφίας και όχι της λογικής. Απομακρύνοντας την φιλοσοφία από τον παλιό δύσκαμπτο θεωρητικό της μανδύα -ο οποίος πολύ συχνά οδηγεί σε μεταφυσικά αδιέξοδα- μπορεί ο καθαρός νους να θέσει τα θεμέλια για μία νέα θεωρητική αλλά και πρακτική βάση, η οποία θα αντέχει στις «αντιξοότητες» της λογικής σχετικότητας.

When intuitive knowledge overturned by logical thinking

D. M. DACROTSIS, Dr. Philos. National and Kapodistrian University of Athens

Overviewing the history of the human mind, we notice that every historical period is associated with transgressions which share a common characteristic: they are all results of thought and volition, thus qualities of pure conscience. The mind forms the frame of an idea aesthetically, processes it logically and finally materializes it . This materialization or else action is the final stage of a mental process, which is orientated towards the revelation of reality. 

Besides its effectiveness, this goal -like anything practical- includes the moral element: the principles of morality always support the good, and, as the Italian philosopher Benedetto Croce claims, everything that produces works of love, beauty and common utility . 

The entwinement among the logical, the volitional and the moral parts of our soul is expressed as progress. We can therefore define progress as driven forward applied logic, which is based on certain purposes towards this direction. This has always been the empirically recognized way of clarifying the boundaries of reality; a clear road without obstacles and full of innovative challenges for the sake of humanity and civilization. 

Let us focus, though, on the empirical issue: what does “empirically recognized” way mean for our intellect? Experience is the solid perspective of logical prediction and practical volition; that is, of morality itself. By observing phenomena, not only do we familiarize with them, but we also acquire knowledge of our own logical function. Nevertheless, are our mental forces of thought and volition in harmony? In other words, is the logical knowledge we gain through experience orientated to the pursuits of moral purpose and vice versa? 

Let us bring up two strong examples of scientific triumph: the verification of how celestial bodies move around the sun in our solar system and the establishment of Darwin’s evolutionary by biology. Although both examples make remarkable points of reference, on a cultural level both were questioned and disputed by forces that foresaw a possible disruption of cultural cohesion, should these theories be accepted. 

Therefore, we distinguish two kind of purposes: one of the logical observation and proof and another of social benefit or social welfare. It must be noted that it is needless to refer to the final prevalence of science over tradition and cultural legacy.

This has been, in general, the empirical course of the mind, as we knew until recently: the mind conceives an idea aesthetically or intuitively, thus as a form, and subsequently, sets this particular knowledge in the area of logical analysis. During this procedure, volition directs logic with its own rules: volition and morality cannot be a priori considered to be in accordance with each other, because of the various purposes that emanate them. The question raised is what happens when the aforementioned principles are overturned, so that the aesthetic knowledge not only precedes logic, but also has no place within it. When talking about experience, most of the time we refer to -aesthetic or logical- knowledge that our mind processes in a tridimensional space. This space is formed by aesthetical forms, including their movements and changes, that we are used to calling phenomena. 

The laws of nature are nothing but the results of our observations, based on the tridimensional space as well as some general principles, which due to their frequency seem to us as regular forms: the sequence of day and night, the ever-changing seasons, the time always moving forward are examples of experience which we all recognize and rely on so as to organize our lives and projects. The fact that the day and night sequence, as a result of the Earth’s periodical movement around its own axis, is a phenomenon that can be easily disrupted by a sudden change of the space-time continuum –such as an asteroid impact- does not concern us, as our observations predict that such an incident is far from our logical purposes. That means that our experience of observation reassures us that, although a possible danger of this kind lies within our area of interest, it does not coincide with the time our experience has determined as a limit of its interest. In this way, the logical approach prevents volition from running through experience for such a purpose. This is how logic and volition operate: selectively, based on limits set by logic on a level of both thought and action. We then return to our main question: what happens when logic defies its own rules, thus when the results of observation exceed the limits of our scenes so much that they become unrecognizable?

Science is certain about the relativity of space and time, in which we live and act. This means that not only are the three dimensions of our experience unsteady when it comes to space, but they also depend on another unstable variable: time. Time, relevant as it may be, is perceived by our senses as a steady, straight line that moves forward, as a useful tool of locating ourselves in the tridimensional space. The result of time measurement is the response to the practical question “when” with regard to “where”. The space-time relativity is totally real, just like the earth orbiting around the sun. This certain truth cannot be conceived by the senses within the limits of the visible tridimensional space, but it can only be calculated. We could point out that philosophy, as a method of searching the truth, enters a new level, in which it must now express logical terms which cannot be grasped in the traditional way of intuitive logic. As a result, philosophy should bravely return to the primary periods of its activity, when it was connected to science in order to give a conscious form to scientific results and walk hand in hand with logic. But how can we support such a radical proposition?

Since human intelligence may exceed its own experience by calculating aesthetically inaccessible qualities, it must be naturally inclined to do so; in particular, by being a self-defined and self-determined force, our mind contains the cause of the question it posses to itself. We could say, in other words, that the human mind is not the main driving force, but only one parameter of the process. Therefore, logical activity is incapable of creating new natural forms of qualities, but can only unveil or reveal those that already exist as well as take advantage of their combinations.

In view of this particular aspect, the logical mind is able to foresee and resolve only what it observes. The fact that logic is superior to other forms of aesthetical knowledge -questioning thus all we know as philosophy to this day- is mainly a matter of Aesthetics, not of Logic. Removing philosophy’s bygone, rigid, theoretical background which often leads to a metaphysical dead-end, our mind will be clear enough to establish the foundations of a new theoretical and practical approach, which in turn will be capable to cope with the “adversities” of relativity.   

Quando la conoscenza intuitiva viene rovesciata dal processo logico

D. M. DACROTSIS Dr. Philos. National and Kapodistrian University of Athens

Percorrendo la storia della cultura umana, osserviamo che i periodi eccellenti della spiritualità hanno un segno comune: tutti si riferiscono alle opere della logica e della volizione, ossia composizioni adatti della coscienza: la mente disegna la forma intuitiva -l’ idea estetica-, poi la modifica logicamente e alla fine la offre alla realtà, la crea, la fà un fatto . La realizazione, come fase di materializzazione, l’ “atto”, è il completamento di un percorso spirituale, da prima orientato verso lo scopo di rivelazione dei limiti della realtà; e lo scopo -per riunire i concetti- proviene direttamente dalla volizione.

Oltre la sua effettività, come ogni attività pratica, lo scopo consiste nell’ elemento morale; ma per essere piu’precisi, sono i principi morali orientati sempre verso il bene, ossia -come giustamente scrisse Benedetto Croce- verso ciò che produce “opere d’ amore, di bellezza e di comune beneficio”  .

L’ interazione fra logica e eticità -come volontà verso lo scopo- si manifesta universalmente e si percepisce come progresso. Potremmo allora definire il progresso, come una spinta in avanti di una logica praticamente applicata, la qui si basa agli scopi predefiniti e predisposti da essa. Questo modo era sempre empiricamente riconosciuto e certificato per la delucidazione dei termini della realtà; un percorso senza impedimenti e pieno di sfide alle novità, a vantaggio dell’ uomo e della sua cultura. Restiamoci, tuttavia, alla questione dell’esperienza: cosa significa un percorso “empiricamente riconosciuto” per lo spirito?

L’ esperienza è la base fissa delle ragionevoli previsioni e della praticità volitiva, ossia della stessa eticità. Osservando i fenomeni, aquistiamo, non solo la loro conoscenza, ma anche la conoscenza della funzione della nostra abilità mentale. Tuttavia, i poteri che si manifestano nel nostro spirito come conoscenze e volizioni, sono sempre in armonia fra loro? In altre parole, le conoscenze logiche che sono state acquisite dalle esperienze, sono sempre orientate verso le necessità dell’ eticità? Anche l’opposto: riconosce sempre la volontà uno scopo etico alle conoscenze logiche?

Presentiamo qui due esempi caratteristici di trionfo scientifico: la verificazione del modo che si muovono i corpi celesti del nostro sistema solare, provenuta dall’astronomia, e la dimostrazione della teoria dell’evoluzione dalla biologia, anche conosciuta come darvinismo. Malgrado il fatto che i due esempi costituiscono notevoli segni di riferimento, tuttavia, a livello culturale, sia la teoria del sistema eliocentrico, sia il darvinismo, erano messi stati in dubbio ed erano impediti da potenti volizioni di personalità, che prevvedevano, che l’accettazione di queste teorie, sarebbe disastrosa per la connezione dell’ integrità culturale -o meglio-  della stabilità della tradizione.

Distinguiamo allora, due forme di scopi: quella di osservazione logica e -pertanto- di dimostrazione, e quella dell’ utilità comune, della cultura. Notiamo qui, il fastidio che provocò il superamento della logica ai sistemi politici e culturali di allora, che sostenevano, non la pura eticità, ma la eticità regolativa; un dissacordo che, alla fine, era terminato con la vittoria della scienza.

Ecco allora, in modo generale, il percorso che segue lo spirito, come oserviamo e conosciamo: la mente riceve esteticamente-intuitivamente l’ idea come una forma, e poi lascia la conclusione della conoscenza estetica alla disposizione dell’elaborazione logica. Durante il percorso di questo processo, la volizione, l’attività mentale che produce degli obbiettivi, conduce l’attività logica, basata ai propri principi. Le volizioni, come etica, in confronto con la logica, non devono mai essere considerate in accordo fra loro, a causa degli obbiettivi differenti che le mettono in movimento. Cosa succede allora, quando i principi dello spirito, come li abbiamo descritto, si capovolgono, al punto che la conoscenza estetica, l’ intuizione, non solo non è anticipata dalla logica, ma -ancor di più- non puo’ trovare posto all’ interno di questa?

Quando ci riferiamo all’esperienza, percepiamo le conoscenze estetiche e scientifiche-logice come le riceve e elabora la nostra spiritualità nello spazio tridimensionale, ossia lo spazio naturale. Questo spazio include corpi, variazioni e movimenti, ossia i “fenomeni”. Tuttavia, le regole dei fenomeni sono regole della nostra osservazione e definizione, sono allora principi della spiritualità umana, diretamente orientati verso lo scopo di spiegare i fenomeni secondo la esperienza quotidiana, la quale ci sembra pienamente verificata: la successione fra giorno e notte, la successione delle epoche, il percorso del tempo in avanti, costituiscono esempi della esperienza che tutti riconosciamo, e su questa ci basiamo, affincè possiamo prescrivere le nostre vite e le nostre opere. Il fatto che il giorno e la notte, come percezione del fatto del movimento periodico della terra intorno alla sua asse, sono fenomeni, i quali possano facilmente pertubarsi da un cambiamento della sequenza spazio-tempo dell’ universo, p.es. l’urto di un asteroide, non ci fa preoccuppare, perchè le nostre osservazioni provvendono che un simile evento è lontano dai nostri obbiettivi logici; ossia, l’ esperienza dell’ osservazione ci assicura che un tale pericolo, malgrado il fatto che si riferisce allo spazio del nostro interesse, tuttavia, non si riferisce al tempo opportuno; in altre parole, la probabilità che succederà un tale evento, ci sembra assolutamente al di fuori dei nostri interessi. In questo modo, la logica si pone come un scudo contro la volizione che non è in accordo con l’ esperienza.  

Così allora funziona la mente e la volizione: in modo selettivo, basato sui limiti della logica, sia a livelo del pensiero sia a livelo dell’ azione. Ritorniamo alla nostra questione principale: cosa succede, quando la mente capovolge le regole, con le quali è collegata -in altre parole- quando i risultati dell’ osservazione, superano i limiti dei nostri sensi in tale misura, che non possiamo riconoserli?

La scienza può essere veramente sicura per la relatività dello spazio, del quale siamo membri. Questo significa, che le tre dimensioni della nostra esperienza, non solo sono instabili, ma inoltre, sono dipendenti da un altra dimensione, anch’ essa instabile: il tempo. Il tempo, malgrado il fatto che è relativo, coma ha dimostrato la teoria della relatività temporale e spaziale, secondo la scienza, è reale come il movimento terrestre intorno al sole, e il movimento della luna intorno la terra, malgrado non è percepibile dai nostri sensi. Si tratta allora di una verità, la qui, non possa essere comprensibile dai sensi in un mondo tridimensionale, ma solo con la logica, ossia come un risultato dopo calcoli mentali.

Potremmo dire qui, che la filosofia, come il metodo di ricerca della verità, ha l’ obbligo di passare in un altro grado di pensiero, concentrato alla chiarificazione e formulazione dei concetti logici, che non può ricevere intuitivamente, come insegnava la filosofia tradizionale. Esso significa, che la filosofia deve fare un coraggioso ritorno ai principi di base, quando era strettamente collegata con la scienza, affinchè possa trovare modi di “estetizzare” i concetti e andare avanti accanto alla scienza. Ma come possiamo sostenere una tale radicale proposta?

Affinchè la mente umana può sorpassare la sua stessa esperienza, possiamo essere sicuri che essa è programmata a funzionare in tal modo. Pertanto, la nostra mente, avendo un potere autodeterminante e autonomo a ponersi i suoi obbiettivi, è allora la causa responsabile dei problemi che pone alla se stessa. Tutto cio potremmo esprimerlo in una frase conclusiva: la spiritualità umana, non è il principio movente della natura, ma solo un parametro di essa. Così, la mente logica, non può creare nuove qualità alla natura, ma solo rivelare quelle che già esistono in se stessa, e sfruttare le combinazioni delle loro strutture.

A causa di questo concetto, la logica può provvedere e risolvere solo quello che può osservare. Il fatto che la logica supera i sensi -ponendo così un vero dubbio per tutto ciò che fin’oggi conosciamo e trattiamo a livelo filosofico- è un argomento della filosofia estetica e non della logica. Allontanando la filosofia da questo ingombrante mantello tradizionale -il cui, spesso conduce a punti morti metafisici- diamo una spinta alla logica pura, per stabilizzare una nuova base teorica, ma anche pratica, capace di distanziare le avversità di un relativismo logico. 

Τα βιβλία του Δημήτρη Δακρότση

Σχετικά άρθρα

Σχόλια αναγνωστών