16:11 | 6/9/13
Ο προεκλογικός αγώνας είναι από τους πιο ανιαρούς στην μεταπολεμική ιστορία της Γερμανίας. Η CDU/CSU της Μέρκελ προηγείται στις δημοσκοπήσεις, αλλά η σύνθεση του επόμενου συνασπισμού παραμένει άγνωστος Χ...
Πέντε ημέρες μετά την «τηλεμαχία» της καγκελαρίου Μέρκελ με τον υποψήφιο των Σοσιαλδημοκρατών Πέερ Στάινμπρουκ, οι δημοσκοπήσεις δεν είναι σε θέση να δώσουν απάντηση στο μεγάλο ερώτημα της εκλογικής αναμέτρησης της 22ας Σεπτεμβρίου: τη σύνθεση της επόμενης γερμανικής κυβέρνησης. Σύμφωνα με την πρόσφατη δημοσκόπηση της Forsa, το τηλεοπτικό ντιμπέιτ Μέρκελ-Στάινμπρουκ μετατόπισε ελάχιστα τους πολιτικούς συσχετισμούς στη χώρα. Αυτό σημαίνει ότι προδιαγράφονται συναρπαστικές οι επόμενες δύο εβδομάδες μέχρι τις εκλογές.
Πώς θα συμπεριφερθούν οι αναποφάσιστοι;
Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις επιβεβαιώνουν ότι τα κόμματα του κυβερνητικού συνασπισμού, Χριστιανοδημοκράτες και Φιλελεύθεροι εξακολουθούν να προηγούνται οριακά των κομμάτων της αντιπολίτευσης. Ωστόσο, και σύμφωνα με το Politbarometer του Δεύτερου Προγράμματος της δημόσιας τηλεόρασης (ZDF), το 59% των ψηφοφόρων δεν έχει ακόμη αποφασίσει οριστικά που θα βάλει τον σταυρό προτίμησης. Η διαπίστωση αυτή ενισχύει τις ελπίδες των Σοσιαλδημοκρατών και των πρασίνων συμμάχων τους. Πολλοί παραδοσιακοί ψηφοφόροι της Σοσιαλδημοκρατίας, που αντιμετώπιζαν με επιφυλάξεις τον υποψήφιο καγκελάριο του κόμματός τους, φαίνεται ότι στο τέλος θα πειστούν να τον ψηφίσουν. Ήδη καταγράφεται μια μικρή αύξηση του ποσοστού των Σοσιαλδημοκρατών.
Αντίθετα, οι Χριστιανοδημοκράτες, που προηγούνται με μεγάλη διαφορά των Σοσιαλδημοκρατών, φαίνεται ότι έχουν εξαντλήσει το εκλογικό τους δυναμικό. Αυτό δεν σημαίνει ότι υπάρχει πιθανότητα να κερδίσουν τις εκλογές και να σχηματίσουν κυβέρνηση οι Σοσιαλδημοκράτες με τους Πράσινους. Άλλωστε, η αύξηση του ποσοστού των πρώτων στις δημοσκοπήσεις συνοδεύεται από αντίστοιχη μείωση του ποσοστού των δευτέρων.
Οι απρόβλεπτοι παράγοντες
Δεκάξι μέρες πριν από την εκλογική αναμέτρηση, τα πιο ρεαλιστικά μετεκλογικά σενάρια παραμένουν η συνέχιση του σημερινού κυβερνητικού συνασπισμού Χριστιανοδημοκρατών και Φιλελευθέρων και ο σχηματισμός κυβέρνησης των μεγάλων κομμάτων, Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών.
«Το γεγονός ότι ο ένας στους δύο ψηφοφόρους εμφανίζεται αναποφάσιστος δεν σημαίνει ότι αδυνατεί να καταλήξει στο κόμμα που θα ψηφίσει, αλλά κυρίως ότι προβληματίζεται για το ποια θα είναι η ιδανικότερη σύνθεση του επόμενου κυβερνητικού συνασπισμού», παρατηρεί ο Γιόχιμ Στόλτενμπεργκ σε πρωτοσέλιδο άρθρο του στην Berliner Morgenpost. Είναι γνωστό ότι οι εκλογικές αναμετρήσεις και το ποδόσφαιρο συνιστούν προνομιακά πεδία για εκπλήξεις.
Η αβεβαιότητα ενισχύεται και από άλλους απρόβλεπτους παράγοντες. Ο ένας είναι το πραγματικό ποσοστό που θα λάβει το ευρωσκεπτικιστικό κόμμα «Εναλλακτική Επιλογή για τη Γερμανία». Μέχρι τώρα οι δημοσκοπήσεις θέλουν τους πολεμίους του ευρώ σε ένα ποσοστό γύρω στο 3% (το όριο για την εκπροσώπηση στη Βουλή είναι 5%). Ένας ακόμη παράγοντας που καθιστά απρόβλεπτο το μετεκλογικό τοπίο είναι οι συνέπειες από την πρόσφατη τροποποίηση του εκλογικού νόμου. Για πρώτη φορά οι «πλεονασματικές έδρες» θα ενσωματώνονται στον αριθμό των εδρών που κερδίζει ένα κόμμα ανάλογα με το ποσοστό του. Δεν θα είναι δηλαδή «πλεονασματικές».
Ο μεγάλος χαμένος από την εξέλιξη αυτή είναι οι Χριστιανοδημοκράτες της Μέρκελ που λάμβαναν τη μερίδα του λέοντος των πλεονασματικών εδρών.
Συμπέρασμα: Μπορεί ο προεκλογικός αγώνας στη Γερμανία να είναι ο πιο βαρετός των τελευταίων ετών, μπορεί να μην υπάρχει ατζέντα που θα συγκινήσει τους ψηφοφόρους, μπορεί ίσως να μην υπάρχει πραγματικό πολιτικό διακύβευμα, ωστόσο η εξέλιξη του διαγράφεται συναρπαστική.
Πηγή: skai.gr
Σχετικά άρθρα